Σάββατο 17 Μαΐου 2014

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ









1.Τι είναι ο νους του ανθρώπου
Η θεραπεία της ψυχής του ανθρώπου είναι η κύρια μέριμνα της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η Εκκλησία πάντοτε θεράπευε τον
χώρο της ψυχής. Είχε διαπιστώσει, από την Εβραϊκή παράδοσι και από τον ίδιο τον Χριστό και τους Αποστόλους ότι στον χώρο
της φυσικής καρδιάς λειτουργεί κάτι, που οι Πατέρες ωνόμασαν
«νουν»
. Πήρανε δηλαδή τον παραδοσιακόν
«νουν»
, που σημαίνει
διάνοια
και
λόγος
, και κάνανε μία διαφοροποίησι. Ωνόμασαν νουν αυτήν την νοερά ενέργεια, η οποία λειτουργεί στην
καρδιά
του
υγιούς ψυχικά ανθρώπου. Δεν γνωρίζομε πότε έγινε αυτή η διαφοροποίησις, διότι συμβαίνει επίσης μερικοί Πατέρες να
ονομάζουν με την ίδια λέξι, νουν, και την λογική, αλλά και την νοερά ενέργεια, όταν αυτή κατεβαίνη και λετουργή στον χώρο της
καρδιάς.
Οπότε εξ αυτής της απόψεως η
νοερά ενέργεια
είναι μία και μόνη ενέργεια της ψυχής, η οποία στον μεν εγκέφαλο
λειτουργεί ως λογική, η ίδια όμως λειτουργεί συγχρόνως και στην καρδιά ως νους. Δηλαδή το ίδιο όργανο, ο νους, προσεύχεται
αδιάλειπτα στην καρδιά, σε όσους εννοείται έχουν
αδειάλειπτη καρδιακή προσευχή
, και συγχρόνως σκέπτεται π.χ. μαθηματικά
προβλήματα και ο,τιδήποτε άλλο, στον εγκέφαλο.
Πρέπει να πούμε ότι αυτό που ο Απόστολος Παύλος ονομάζει νουν ταυτίζεται με αυτό που οι Πατέρες ονομάζουν
διάνοια
.
Είναι μια διαφορά στην ορολογία. Όταν ο Απόστολος Παύλος λέγη «προσεύξομαι τω πνεύματι»
1
, εννοεί αυτό που λένε οι
Πατέρες «προσεύξομαι τω νοΐ». Και, όταν λέγη «προσεύξομαι τω νοΐ», εννοεί «προσεύξομαι τη διανοία». Το όνομα «νους» των
Πατέρων δεν είναι ο «νους» του αποστόλου Παύλου, αλλά είναι το
πνεύμα
του αποστόλου Παύλου. Όταν λέγη προσεύξομαι τω
νοΐ, προσεύξομαι τω πνεύματι ή ψαλλώ τω νοΐ, ψαλλώ τω πνεύματι, και όταν λέγη το Πνεύμα του Θεού συμμαρτυρεί τω πνεύματι
ημών, με την λέξη πνεύμα εννοεί αυτό που λένε οι Πατέρες νουν. Και με την λέξη νους εννοεί την διάνοια, την λογική.
Στην έκφρασί του «το Πνεύμα του Θεού συμμαρτυρεί τω πνεύματι ημών»
2
, μιλάει για δύο πνεύματα: Για το Πνεύμα του
Θεού και για το ανθρώπινο πνεύμα. Αυτό το ανθρώπινο πνεύμα κατά κάποια παράξενη εξέλιξι εμφανίζεται αργότερα στην εποχή
του αγίου Μακαρίου του Αιγυπτίου να ονομάζεται νους , και μόνο τα ονόματα λόγος και διάνοια να παραμένουν και να
αναφέρωνται στην λογική του ανθρώπου. Έτσι ταυτίσθηκε ο «νους» με το «πνεύμα», δηλαδή με την «καρδιά». Διότι ο χώρος του
πνεύματος του ανθρώπου είναι η καρδιά, κατά τον Απόστολο Παύλο
3
.
Έτσι η
λογική λατρεία
για τον απόστολο Παύλο με τον νουν (δηλαδή με την διάνοια, την λογική), ενώ η
νοερά ευχή
γίνεται
με το πνεύμα και είναι η πνευματική ευχή, δηλαδή η καρδιακή προσευχή
4
. Έτσι εκείνο, που λέγει ο Απόστολος Παύλος, «αλλ’ εν
εκκλησία θέλω πέντε λόγους δια του νοός μου λαλήσαι, ίνα και άλλους κατηχήσω, ή μυρίους λόγους εν γλώσση»
5
σημαίνει ότι
προτιμούσε να πη πέντε λέξεις, πέντε λόγια δηλαδή, για να κατηχήση τους άλλους· παρά να προσεύχεται νοερώς. Αυτό, που λέγει
εδώ ο Απόστολος Παύλος, ερμηνεύεται από μερικούς μοναχούς ότι μίλησε ο Απόστολος για την ευχή του Ιησού, δηλαδή για το
«Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», που αποτελείται από πέντε λέξεις. Αλλά εδώ ο Απόστολος Παύλος μιλάει για λόγια με τα
οποία κατηχούσε τους άλλους
6
. Διότι πώς μπορεί να γίνη κατήχησις με νοερά προσευχή, αφού η νοερά προσευχή είναι εσωτερική
προσευχή του ανθρώπου και οι άλλοι γύρω του δεν ακούνε τίποτε; Η κατήχησις όμως γίνεται με λογική διδασκαλία και λογική
λατρεία. Διδάσκουμε και μιλούμε μέσω της λογικής, που είναι η συνήθης επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων
7
.
Επικοινωνία όμως έχουν μεταξύ τους και όσοι έχουν νοερά ευχή μέσα στην καρδιά τους. Μπορούν δηλαδή να καθίσουν
μαζί και ο ένας να επικοινωνή με τον άλλον νοερώς, χωρίς να μιλάνε. Να υπάρχη δηλαδή μεταξύ τους πνευματική επικοινωνία.
Αυτό φυσικά συμβαίνει σ’ αυτούς και εκ του μακρόθεν. Και αυτοί επίσης έχουν το διορατικό και προορατικό χάρισμα. Με το
διορατικό ανιχνεύουν τα αμαρτήματα κάθε ανθρώπου, καθώς και τις σκέψεις τους, ενώ με το προορατικό βλέπουν και μιλάνε για
πράγματα, πράξεις και γεγονότα μέλλοντα. Πράγματι υπάρχουν τέτοιοι χαρισματούχοι άνθρωποι και, αν πάτε να εξομολογηθήτε
σ’ αυτούς, ξέρουν όλα όσα έχετε κάνει στην ζωή σας, πριν ανοίξετε το στόμα σας για να τους τα πήτε.
2. Ποιος είναι «ψυχοπαθής», κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας
Ο κάθε άνθρωπος είναι ψυχοπαθής κατά την Πατερική έννοια. Δεν είναι ανάγκη να είναι κάποιος σχιζοφρενής για να είναι
ψυχοπαθής. Ο ορισμός της ψυχοπάθειας από Πατερικής απόψεως είναι ότι
ψυχοπάθεια
υπάρχει στον άνθρωπο εκείνον που δεν
λειτουργεί σωστά η νοερά ενέργεια μέσα του. Όταν δηλαδή ο νους του ανθρώπου είναι γεμάτος από
λογισμούς
, όχι μόνο κακούς
λογισμούς, αλλά και καλούς λογισμούς

8
.
5
Όποιος έχει λογισμούς, καλούς ή κακούς μέσα στην καρδιά του, αυτός ο άνθρωπος από Πατερικής απόψεως είναι
ψυχοπαθής. Ας είναι οι λογισμοί αυτοί ηθικοί, ακόμη και ηθικώτατοι, ανήθικοι ή οτιδήποτε άλλο. Δηλαδή κατά τους Πατέρες της
Εκκλησίας όποιος δεν έχει περάσει από κάθαρσι της ψυχής από τα πάθη και δεν έχει φθάσει σε κατάστασι φωτισμού με την Χάρι
του Αγίου Πνεύματος είναι ψυχοπαθής. Όχι όμως με την έννοια της Ψυχιατρικής. Ο ψυχοπαθής για τον ψυχίατρο είναι κάτι άλλο.
Είναι εκείνος που πάσχει από ψύχωσι, είναι ο σχιζοφρενής. Για την Ορθοδοξία όμως ένας που δεν έχει περάσει από κάθαρσι της
ψυχής από τα πάθη και δεν έχει φθάσει σε φωτισμό, είναι νορμάλ ή δεν είναι νορμάλ; Αυτό είναι το θέμα.
Ποιος είναι ο νορμάλ Ορθόδοξος Χριστιανός στην Πατερική παράδοσι; Αν θέλετε να το δήτε αυτό ξεκάθαρα, διαβάστε την
ακολουθία του Αγίου Βαπτίσματος, διαβάστε την ακολουθία του Αγίου Μύρου, η οποία τελείται στο Πατριαρχείο
Κωνσταντινουπόλεως την Μεγάλη Πέμπτη· διαβάστε την ακολουθία των Εγκαινίων των ιερών ναών. Εκεί θα δήτε τι σημαίνει
ναός του Αγίου Πνεύματος, εκεί θα δήτε ποιος είναι ο φωτισμένος.
Όλες οι ακολουθίες καθώς και η ασκητική παράδοσις της Εκκλησίας αναφέρονται κυρίως σε τρεις πνευματικές
καταστάσεις: Στην κάθαρσι από τα πάθη της ψυχής και του σώματος, στον φωτισμό του νου του ανθρώπου από την Χάρι του
Αγίου Πνεύματος, και στην θέωσι της ψυχής και του σώματος του ανθρώπου. Κυρίως όμως μιλούν για την κάθαρσι και τον
φωτισμό, επειδή οι ακολουθίες της Εκκλησίας είναι εκφράσεις της λογικής λατρείας. Οπότε ο νορμάλ Ορθόδοξος ποιος είναι; Ο
βαπτισμένος, αλλά μη κεκαθαρμένος; Ο μη φωτισμένος; Ή ο κεκαθαρμένος και φωτισμένος; Ο τελευταίος φυσικά. Αυτός είναι ο
νορμάλ Ορθόδοξος.
Άρα σε τι διαφέρουν οι νορμάλ Ορθόδοξοι από τους άλλους Ορθοδόξους; Στο δόγμα; Όχι, βέβαια. Πάρτε τους
Ορθοδόξους, γενικά. Μεταξύ τους όλοι έχουν το ίδιο
δόγμα
, την ίδια παράδοσι και την ίδια κοινή λατρεία. Μέσα σε έναν ιερό ναό
μπορεί να υπάρχουν π.χ. τριακόσιοι Ορθόδοξοι. Από αυτούς όμως μόνο οι πέντε να είναι σε κατάστασι φωτισμού, ενώ οι άλλοι να
μην είναι. Και μάλιστα οι άλλοι να μην έχουν ιδέα του τι είναι κάθαρσις. Οπότε τίθεται το ερώτημα: Οι νορμάλ Ορθόδοξοι
Χριστιανοί μεταξύ αυτών πόσοι είναι; Δυστυχώς μόνο οι πέντε.
Η κάθαρσις όμως και ο φωτισμός είναι συγκεκριμένες καταστάσεις θεραπείας, που μπορούν να εξακριβωθούν από
εμπείρους και φωτισμένους πνευματικούς πατέρες. Οπότε έχομε εδώ καθαρά ιατρικά κριτήρια. Ή μήπως δεν είναι καθαρά ιατρικά
τα κριτήρια; Εφ’ όσον ο νους είναι ένα φυσιολογικό όργανο του ανθρώπου, του κάθε ανθρώπου – διότι όχι μόνο οι Έλληνες ή οι
Ορθόδοξοι έχουν νουν, αλλά και οι Μουσουλμάνοι και οι
Β
ουδιστές και όλος ο κόσμος -, άρα όλοι οι άνθρωποι έχουν την ίδια
ανάγκη για κάθαρσι και φωτισμό. Η δε θεραπευτική αγωγή είναι μία. Ή υπάρχουν πολλές θεραπευτικές αγωγές γι’ αυτό το
νόσημα; Και είναι πράγματι νόσημα ή όχι;
3. Περί της αποκλίσεως της Δυτικής Χριστιανοσύνης
από το Ορθόδοξο ήθος
Σ’ αυτά όμως τα θέματα οι σημερινοί Ορθόδοξοι δυσκολεύονται να απαντήσουν, διότι έχουν σήμερα απομακρυνθή τόσο
πολύ από αυτήν την παράδοσι, που δεν σκέπτονται πλέον την Ορθόδοξη Χριστιανική αγωγή μέσα στα πλαίσια της νόσου και της
θεραπείας. Δεν την θεωρούν την Ορθοδοξία σαν
θεραπευτική αγωγή
, αν και όλες οι ευχές της Εκκλησίας είναι ξεκάθαρες πάνω
στο θέμα αυτό. Διότι ο Χριστός ποιος είναι για τους Ορθοδόξους Χριστιανούς; Δεν αποκαλείται επανειλημμένως μέσα στις ευχές
και στα τροπάρια της Εκκλησίας ως ο «ιατρός των ψυχών και των σωμάτων ημών»;
Αν ψάξετε στην Παπική ή στην Προτεσταντική παράδοσι, αυτή η επωνυμία για τον Χριστό, ως ιατρό, δεν υπάρχει
πουθενά! Ο Χριστός μόνο στην Ορθόδοξη παράδοσι αποκαλείται
ιατρός
. Γιατί όμως αυτή η παράδοσις έσβησε από τους
Παπικούς και τους Προτεστάντες και, όταν τους μιλάμε για θεραπευτική αγωγή, ξαφνιάζονται; Διότι η ανάγκη της καθάρσεως και
του φωτισμού, η ανάγκη της εσωτερικής αλλαγής έφυγε από τους ανθρώπους αυτούς στην δική τους Θεολογία. Γι’ αυτούς εκείνος
που αλλάζει δεν είναι ο άνθρωπος, αλλά ο Θεός! Ο άνθρωπος γι’ αυτούς δεν αλλάζει. Το μόνο πράγμα που κάνει ο άνθρωπος γι’
αυτούς είναι ότι γίνεται καλό παιδί. Και όταν ο άνθρωπος από κακό παιδί που ήταν γίνη καλό παιδί, τότε ο Θεός τον αγαπά.
Διαφορετικά, τον αποστρέφεται! Αν παραμένη ή γίνεται κακό παιδί, τότε ο Θεός δεν τον αγαπά! Δηλαδή, αν ο άνθρωπος γίνη
καλό παιδί, τότε αλλάζει και ο Θεός και γίνεται καλός. Και από εκεί που δεν τον αγαπούσε, τώρα τον αγαπά ! Όταν ο άνθρωπος
γίνεται κακό παιδί, ο Θεός θυμώνει και, όταν ο άνθρωπος γίνεται καλό παιδί, ο Θεός χαίρεται! Αυτό δυστυχώς γίνεται στην
Ευρώπη.
Αλλά το κακό είναι ότι αυτό δεν γίνεται μόνο στην Ευρώπη, αλλά γίνεται και στην Ελλάδα και σε πολλούς μέσα στην
Εκκλησία αυτό το πνεύμα επικρατεί. Έχει καταντήσει να είναι η Ορθοδοξία μία θρησκεία, που ο Θεός αλλάζει διαθέσεις! Όταν ο
άνθρωπος είναι καλός, ο Θεός τον αγαπάει. Και όταν είναι κακός, ο Θεός δεν τον αγαπάει
9
. Ο Θεός δηλαδή τιμωρεί και βραβεύει!
Οπότε η ουσία της Ορθοδοξίας σήμερα είναι μία ηθικολογία στην Ελλάδα. Αυτά δεν διδάσκανε τα Κατηχητικά στα παιδιά και οι
παραεκκλησιαστικές Οργανώσεις, που έχουν Δυτικά πρότυπα και διέβρωσαν το Ορθόδοξο πνεύμα;
Λοιπόν, αν κάποιος μετά από αυτά θελήση να μάθη γιατί κατήντησε η Ορθοδοξία σ’ αυτά τα χάλια, ας διαβάση Αδαμάντιο
Κοραή! Αυτός μετά την Επανάστασι του 1821 εγκαινίασε αυτή την γραμμή στην Ελλάδα. Αυτός είναι εκείνος, ο οποίος
εγκαινίασε τον διωγμό εναντίον του Ησυχασμού, εναντίον του παραδοσιακού Μοναχισμού, εναντίον της Ορθοδόξου και μόνης
σωστής θεραπείας της ψυχής του ανθρώπου. Αλλά ας ξεκινήσωμε από αλλού.
Ας υποθέσωμε ότι ένας ερευνητής επιστήμονας, που δεν έχει σχέσι με θρησκείες , ένας άθεος, αν θέλετε, κάνει έρευνα
πάνω στις θρησκευτικές παραδόσεις και φθάνοντας στην Ορθόδοξη παράδοσι σκαλίζει, ανακαλύπτει και περιγράφει αυτά τα
πράγματα. Οπότε λέγει: Για κοιτάτε εδώ! Αυτή η παράδοση μιλάει για ψυχή, για νοερά ενέργεια της ψυχής και για συγκεκριμένη
θεραπευτική αγωγή. Μετά αυτός ο άνθρωπος ερευνώντας φθάνει να αναγνωρίση ότι, αν αυτή η θεραπευτική αγωγή εφαρμοσθή
στις κοινωνίες των ανθρώπων, θα έχει πολύ ωφέλιμα αποτελέσματα για την ατομική και κοινωνική υγεία. Μετά, συνεχίζοντας το
ψάξιμο, αρχίζει να εξακριβώνη από πότε εμφανίσθηκε αυτή η παράδοσι, ποιες είναι οι πηγές της, πόσους αιώνες επιτυχώς
εφαρμόσθηκε στην πράξι, που εφαρμόσθηκε και συνεχίζοντας βρίσκει γιατί δεν υπάρχει σήμερα στους Ορθοδόξους, στην
6
πλειοψηφία τους, αυτή η παράδοσι, και γιατί η Ορθοδοξία υπέστη αλλοίωσι. Και ο ερευνητής αυτός συνεχίζει και βρίσκει ότι
αυτό συνέβη, διότι εδιώχθη ο
Ησυχασμός
και ο παραδοσιακός Μοναχισμός, που είναι ο φορέας της παραδόσεως αυτής.
Γιατί εδιώχθη όμως; Διότι οι χώροι στους οποίους ήκμαζε άρχισαν να δυτικοποιούνται πολιτιστικά, όπως συνέβη στην
Ρωσσία μετά την μεταρρύθμισι του «Μεγάλου» Πέτρου, και στην Ελλάδα μετά την Επανάσταση του 1821. Ο σύγχρονος
ιστορικός Τ
oynbee
λέγει ότι ο Ορθόδοξος πολιτισμός αφομοιώνεται σιγά-σιγά σήμερα από τον Δυτικό πολιτισμό
10
. Έχει γράψει
ολόκληρο βιβλίο, στο οποίο διακρίνει τους υπάρχοντες σήμερα πολιτισμούς σε πέντε μόνον, από τους είκοσι με είκοσι πέντε που
υπήρχαν στο παρελθόν. Αυτοί οι πέντε πολιτισμοί είναι ο Ινδικός πολιτισμός, ο πολιτισμός της Άπω Ανατολής (Κίνα, Ιαπωνία), ο
Ευρωπαϊκός πολιτισμός, ο Ορθόδοξος πολιτισμός και ο πρωτόγονος πολιτισμός που υπάρχει σήμερα ακόμη σε περιοχές της
Αυστραλίας και της Αφρικής. Και έχει ο
Toynbee
την θεωρία ότι όλοι οι πολιτισμοί σήμερα δυτικοποιούνται.
Στο παρελθόν αυτή η δυτικοποίησης κατεβλήθη προσπάθεια να γίνη μέσω της Ιεραποστολής των Δυτικών ιεραποστόλων.
Οι Ευρωπαίοι στο παρελθόν αλλά και σήμερα ακόμη εξαποστείλανε και εξαποστέλλουν στρατούς ιεραποστόλων για να κάνουν
όχι μόνο τα άλλα έθνη Χριστιανούς, αλλά και να τους δυτικοποιήσουν. Και γι’ αυτό υπάρχουν και στην Ελλάδα όλοι αυτοί οι
αιρετικοί και δρουν ακόμη. Η ιεραποστολή αυτή όμως, λέγει ο
Toynbee
, απέτυχε στα ειδωλολατρικά έθνη της Αφρικής και όπου
αλλού, διότι οι ιεραπόστολοι χώριζαν μεταξύ τους τους ανθρώπους. Π.χ. σε μία οικογένεια ειδωλολατρών συνέβαινε ο ένας να
γίνη Λουθηρανός, ο άλλος αδελφός να γίνη Αγγλικανός, ο άλλος Βαπτιστής, ο εξάδελφος Μεθοδιστής, ο άλλος Πεντηκοστιανός,
ο άλλος Ευαγγελικός κλπ., οπότε όχι μόνο διέσπασαν το έθνος τους σε μικρά κομμάτια από πλευράς θρησκευτικής, αλλά και τις
ίδιες τις οικογένειες. Διεπιστώθη λοιπόν ότι η ιεραποστολή αυτού του είδους είχε μεγάλη αποτυχία στην δυτικοποίησι των
ανθρώπων του τρίτου κόσμου.
Ο Τ
oynbee
λοιπόν πρότεινε το 1948 μία νέα λύσι. Η
δυτικοποίησις
αυτή να γίνη μέσω της τεχνολογίας, καθώς και μέσω
της οικονομίας.
4. Τι είναι η Ορθοδοξία
Μέσα όμως σ’ αυτήν την εξέλιξι υπάρχει και η αντεπίθεσις των Ορθοδόξων, του Ορθοδόξου πολιτισμού. Τι είναι όμως
Ορθόδοξος πολιτισμός; Είναι πολιτισμός με την έννοια του Δυτικού πολιτισμού; Όχι. Δεν είναι πολιτισμός η Ορθοδοξία, και ας
την ονομάζη ο
Toynbee
Ορθόδοξο πολιτισμό. Γιατί; Διότι η
Ορθοδοξία
είναι επιστήμη και μάλιστα ιατρική επιστήμη σύμφωνα με
τα σημερινά κριτήρια. Όχι πολιτισμός. Δεν είναι η Ορθοδοξία πολιτικό ή κοινωνικό σύστημα. Διότι αναφέρεται στην προσωπική
σωτηρία του ανθρώπου, δηλαδή στην σωτηρία της ψυχής του. Η Ορθοδοξία βασίζεται σ’ αυτά τα δύο: Στο «ο Λόγος σαρξ
εγένετο»
11
και στο «εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια». Βέβαια μέσα στην Ορθοδοξία υπάρχουν προϋποθέσεις για να δημιουργήση
πολιτισμό. Όμως η Ορθοδοξία δεν είναι πολιτισμός. Αλλά η Ορθοδοξία δεν είναι ούτε
θρησκεία
. Δεν είναι η Ορθοδοξία μία
θρησκεία όπως όλες οι άλλες θρησκείες. Η Ορθοδοξία ξεχωρίζει από ένα μοναδικό φαινόμενο, που δεν υπάρχει στις άλλες
θρησκείες. Αυτό είναι ανθρωπολογικό και θεραπευτικό. Σ’ αυτό διαφέρει. Η ορθοδοξία είναι μία θεραπευτική αγωγή που
θεραπεύει την ανθρώπινη προσωπικότητα.
Ο σωστός γιατρός μεριμνά για την θεραπεία
όλων
ανεξαιρέτως των ασθενών χωρίς διακρίσεις. Δεν ξεχωρίζει μερικούς
μεταξύ των ανθρώπων, για να τους θεραπεύση. Δεν τον ενδιαφέρει η κοινωνική του τάξις ή το μορφωτικό τους επίπεδο ή η
οικονομική τους κατάστασις ή η θρησκεία τους ή η ηθική τους συμπεριφορά. Ο σωστός γιατρός βλέπει μόνο αν ένας άνθρωπος,
που τον πλησιάζει, είναι άρρωστος ή όχι. Και, αν είναι άρρωστος, ενδιαφέρεται και προσπαθεί να τον θεραπεύση. Να θεραπεύση
την πάθησι του ανθρώπου. Είναι υποχρεωμένος να τον θεραπεύση. Στην Ορθόδοξη παράδοσι, έχομε κάτι παραπάνω από αυτό.
Και σ’ αυτό ακριβώς συνίσταται η «αντεπίθεσί» μας.
Ο Θεός αγαπάει όχι μόνο τους αγίους, αλλά όλους τους ανθρώπους ανεξαιρέτως. Όλους τους αμαρτωλούς, όλους τους
κολασμένους, ακόμη και τον ίδιο τον διάβολο. Και θέλει να σώση, να θεραπεύση τους πάντας. Θέλει, άλλα δεν μπορεί να
θεραπεύση τους πάντας, διότι
δεν θέλουν
όλοι να θεραπευθούν. Αυτό, το ότι ο Θεός είναι αγάπη και θέλει να θεραπεύση τους
πάντας και ότι αγαπά τους πάντας εξ’ ίσου, διαπιστώθηκε και διαπιστώνεται από την εμπειρία των θεουμένων, όσων δηλαδή
έφθασαν σε θέωση, δηλαδή σε θεοπτία και είδαν τον Θεόν.
Δεν μπορεί όμως ο Θεός να θεραπεύση τους πάντας, διότι δεν εκβιάζει την θέληση του ανθρώπου. Σέβεται ο Θεός τον
άνθρωπο και τον αγαπά. Δεν μπορεί όμως να θεραπεύση κάποιον με το ζόρι. Θεραπεύει μόνο όσους θέλουν να θεραπευθούν και
του ζητούν να τους θεραπεύση. Φυσιολογικά κάποιος, που έχει σωματική αρρώστεια ή και ψυχική, πηγαίνει μα την θέλησί του
και όχι με το ζόρι στον γιατρό, για να γίνη καλά, αν ακόμη έχη τα λογικά του. ́Έτσι και στην Ορθόδοξη θεραπευτική αγωγή.
Πρέπει κάποιος από μόνος του, χωρίς καταναγκασμό, χωρίς καταπίεσι,
ελεύθερα
να προσέλθη στην Εκκλησία, στους
κατάλληλους ανθρώπους, που έχουν την φώτισι και την εμπειρία και κατέχουν την θεραπευτική μέθοδο της Ορθοδόξου
παραδόσεως, και σ' εκείνους να κάνη
υπακοή
για να βρη θεραπεία.
5. Ο κοινωνικός σκοπός της Ορθοδοξίας
Ποια είναι τώρα η κοινωνική πλευρά του θέματος;
Έχομε τον άνθρωπο, τον οποιονδήποτε άνθρωπο που ζη μέσα σε μία κοινωνία και πρέπει να δράση ως υγιής κοινωνική
μονάδα. Η θεραπεία που αναφέραμε παραπάνω, της νοεράς ενεργείας της ψυχής του ανθρώπου, αυτή η ίδια η θεραπεία, όταν
περατωθή, δημιουργεί αυτομάτως κοινωνικό άνθρωπο, δηλαδή υγιή ψυχικά άνθρωπο, που είναι έτοιμος να δράση κοινωνικά σε
όλους τους τομείς. Και εκείνος που είναι θεραπευμένος αυτομάτως, σιωπηρώς χειροτονείται ιατρός για τους άλλους, τους μη
θεραπευμένους. Διότι η ιατρική επιστήμη που λέγεται Ορθοδοξία διαφέρει από τις άλλες επιστήμες στο ότι εκείνος, που
θεραπεύθηκε, γίνεται αυτομάτως θεραπευτής. Η ίδια η εφαρμογή της θεραπευτικής αγωγής στον εαυτό του, γίνεται το μέσον για
7
την θεραπεία των άλλων. Γι’ αυτό δεν νοείται άνθρωπος, ο οποίος είναι θεραπευμένος, να μην έχει πνευματικά παιδιά, άλλους
δηλαδή ανθρώπους σε πνευματική εξάρτησι από αυτόν, τους οποίους να νουθετή και καθοδηγή προς θεραπείαν.
Στην αρχαία Εκκλησία δεν υπήρχε επίσημος ή συγκεκριμένος θεραπευτής ,διότι ο κάθε Χριστιανός ήταν θεραπευτής. Αυτή
ήταν η ιεραποστολή της αρχαίας Εκκλησίας. Η
ιεραποστολή
της αρχαίας Εκκλησίας δεν ήταν όπως είναι της σημερινής
Ορθοδόξου Εκκλησίας, που συνίσταται μερικές φορές στο να διαφημίζωμε τα ωραία μας δόγματα ή την λατρευτική μας
παράδοσι, σαν να είναι τίποτα προϊόντα για πούλημα...Λέμε, π.χ.: Κοιτάξτε, παιδιά, εμείς έχομε τα πιο ωραία δόγματα, την πιο
ωραία λατρεία, την πιο ωραία ψαλμωδία, τις πιο ωραίες στολές - κοίτα πόσο ωραίος είναι ο σάκκος του Δεσπότη! κ.λ.π., και
προσπαθούμε να τους θαμπώσουμε με μας πατερίτσες μας, με τα ράσα μας, με τα καλυμμαύχια μας, για να κάνουμε ιεραποστολή.
Βέβαια έχει κάποιο νόημα και κάποια επιτυχία μια ιεραποστολή που γίνεται κατ’ αυτόν τον τρόπο, όμως δεν είναι η γνήσια
ιεραποστολή, όπως εκείνη της αρχαίας Εκκλησίας.
Η σημερινή ιεραποστολή συνίσταται κυρίως στο εξής: Διαφωτίζομε ανθρώπους που είναι δεισιδαίμονες και τους κάνομε
Ορθοδόξους Χριστιανούς, χωρίς να προσπαθούμε να τους θεραπεύσωμε. Έτσι όμως αντικαθιστούμε ή ανταλλάσσομε το
προηγούμενο τους δόγμα με ένα καινούργιο δόγμα. Ανταλλάσσομε μέσα τους την μία δεισιδαιμονία με μια άλλη δεισιδαιμονία.
Και τούτο διότι η Ορθοδοξία, όταν έτσι παρουσιάζεται και προσφέρεται, σε τι διαφέρει από δεισιδαιμονία; Διότι, όταν η
Ορθοδοξία παρουσιάζεται και προσφέρεται σαν ένας Χριστιανισμός που δεν θεραπεύει, παρ’ όλο που το κύριο του έργο είναι η
θεραπεία, τότε σε τι διαφέρει από την δεισιδαιμονία;
Υπάρχουν Χριστιανοί στην Δύσι, που έχουν και εκείνοι δόγματα, που δέχονται ωρισμένες Συνόδους· οι αιρετικοί δηλαδή,
στα δόγματα των οποίων δεν υπάρχει φαινομενικά και τόσο μεγάλη διαφορά σε σχέσι με τα Ορθόδοξα δόγματα. Δεν είναι η
διαφορά χαώδης, όπως μεταξύ Χριστιανών και ειδωλολατρών. Οπότε, εφ’ όσον τα Ορθόδοξα δόγματα δεν έχουν καταπληκτική
φαινομενικά διαφορά με εκείνα των ετεροδόξων Χριστιανών και, εφ’ όσον η Ορθόδοξη δογματική διδασκαλία, όπως διδάσκεται
σήμερα στην Ελλάδα, είναι άσχετη με την θεραπευτική αγωγή της Ορθοδόξου παραδόσεως, σε τι διαφέρει η Ορθόδοξη παράδοσις
από την παράδοσι των ετεροδόξων εξ αυτής της απόψεως; Και γιατί να πιστέψη κάποιος μη Ορθόδοξος στην Ορθοδοξία και όχι
σε ένα άλλο Χριστιανικό δόγμα, αφού και τα δύο με τον τρόπο που προσφέρονται, δεν προσφέρονται σαν αγωγές, σαν δρόμοι
προς θεραπεία, αλλά σαν δεισιδαιμονία;
Σήμερα μιλάμε για αλλαγή τη νοοτροπίας του ανθρώπου, για αλλαγή του δόγματος, για αλλαγή της θεωρήσεως της ζωής,
και έτσι την θεωρούμε την μετάνοια. Δηλαδή σήμερα στην Ορθοδοξία η μετάνοια ταυτίζεται μόνο με την αποδοχή του Χριστού.
Δηλαδή δεχόμεθα τον Χριστό και, επειδή τον δεχόμεθα, πηγαίνομε και στην εκκλησία, ανάβομε και κανένα κεράκι, γινόμαστε και
καλά παιδιά, πηγαίνομε, αν είμαστε μικροί, και στο Κατηχητικό ή, αν είμαστε μεγάλοι, σε καμμία θρησκευτική εκδήλωσι και –
υποτίθεται - ζούμε σε μετάνοια, είμαστε δηλαδή μετανοημένοι. Ή κάναμε κάποιο κακό στην ζωή μας και δείξαμε κάποια
μεταμέλεια και ζητήσαμε συγχώρησι και αυτό, που κάναμε, το ονομάζομε μετάνοια. Δεν είναι όμως αυτό μετάνοια. Αυτό είναι
απλώς μεταμέλεια. Η μεταμέλεια είναι η αρχή της μετάνοιας. Δεν καθαρίζεται η ψυχή του ανθρώπου με μία απλή μεταμέλεια. Για
να καθαρισθή η ψυχή του ανθρώπου από τα πάθη προηγείται ο φόβος του Θεού και η μετάνοια, η οποία συνεχίζεται κατά το
στάδιο της καθάρσεως και ολοκληρώνεται με τον θείο φωτισμό, την φώτισι δηλαδή του νου του ανθρώπου από την Χάρι του
Αγίου Πνεύματος.
Εφ’ όσον λοιπόν οι Ορθόδοξοι δεν ασχολούνται με αυτήν την θεραπευτική αγωγή, σε τι διαφέρουν από τους μη
Ορθοδόξους; Στο δόγμα; Και τι να το κάνουν το Ορθόδοξο δόγμα, όταν δεν το χρησιμοποιούν για την θεραπεία της ψυχής τους;
Το δόγμα έτσι δεν τους ωφελεί σε τίποτε.
6. Ποια είναι η κατάστασις καταλλαγής με τον Θεό
Η κατάστασις
καταλλαγής
με τον Θεό, που κάνει κάποιον φίλο του Θεού, ποια είναι από Ορθοδόξου απόψεως; Κοιτάξτε τις
ακολουθίες της Εκκλησίας. Η Βάπτισις ταυτίζεται με την κάθαρσι. Του Βαπτίσματος προηγούνται οι εξορκισμοί, που είναι η
απαλλαγή του ανθρώπου από την επήρεια και τα δικαιώματα των πονηρών πνευμάτων επάνω του. Κατά το Βάπτισμα με την
τριπλή κατάδυσι και ανάδυσι στο νερό δίδεται άφεσις αμαρτιών και καταστρέφονται οι ενέργειες του διαβόλου μέσα στον
άνθρωπο. Μετά ακολουθεί το Χρίσμα, που είναι η κατάστασις φωτισμού του ανθρώπου από την Χάρι του Θεού, δηλαδή την
ενέργεια του Αγίου Πνεύματος.
Στους αρχαίους Χριστιανούς οι
νεοφώτιστοι
12
, αφού βαπτιζόντουσαν το Μεγάλο Σάββατο και έπαιρναν την Χάρι του αγίου
Βαπτίσματος και με το άγιο Χρίσμα, που ακολουθούσε, συμπλήρωναν τον αρχικό φωτισμό, εβάδιζαν προς πλήρη φώτισι, η οποία
ανεμένετο να λάβη χώραν κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, μετά δηλαδή από πενήντα ημέρες από την Βάπτισί τους.
Αλλά τι είναι η πλήρης φώτισι του ανθρώπου; Είναι η επίσκεψις του Αγίου Πνεύματος εις τον νουν, δηλαδή εις την
καρδίαν του ανθρώπου. Όπως, δηλαδή, κατά την Πεντηκοστή έγινε η πλήρης φώτισι των Αποστόλων με την κάθοδο του Αγίου
Πνεύματος, το ίδιο θέλει η Εκκλησία να επαναλαμβάνεται σε κάποια στιγμή της πνευματικής του πορείας σε κάθε πιστό μέλος
της. Δηλαδή η όλη διαδρομή της κατηχήσεως των νεοφωτίστων στην αρχαία Εκκλησία τελείωνε με την προσωπική του
Πεντηκοστή, δηλαδή με την επίσκεψι του Αγίου Πνεύματος, το οποίο έρχεται και κατοικεί μέσα στην καρδιά του ανθρώπου και
προσεύχεται για χάριν του. Φυσικά αυτή η πλήρης φώτισις δεν συνέβαινε σε όλους σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, διότι δεν
είχαν όλοι τις ίδιες προϋποθέσεις.
Βέβαια κατά την ημέρα της Πεντηκοστής οι Απόστολοι δεν απέκτησαν μόνο πλήρη φώτισι, αλλά έφθασαν και σε θέωσι.
Οπότε, εφ’ όσον η
Πεντηκοστή
είναι το πρότυπο της πνευματικής τελειώσεως του ανθρώπου, ο προορισμός του κάθε Χριστιανού
είναι να φθάση στην θέωσι. Να δη το Θεόν, τον Δημιουργόν του, δηλαδή τον Χριστόν, εν δόξη. Αυτό συνέβη σε όλους τους
αγίους της Εκκλησίας. Γι’ αυτό από την εορτή της Πεντηκοστής πάμε αμέσως στην εορτή των Αγίων Πάντων, κατά την οποία
εορτάζομε την μνήμη γενικά όλων των θεωμένων αγίων της Εκκλησίας, τους οποίους καλούμεθα να μιμηθούμε. Αυτή είναι η
ραχοκοκκαλιά της κατηχητικής δομής της Εκκλησίας.
8
7. Περί της εννοίας του δόγματος.
Οι Πατέρες τονίζουν ότι η σωτηρία δεν έρχεται με το Ορθόδοξο δόγμα από μόνο του. Δεν είναι το
δόγμα
που σώζει τον
άνθρωπο. Το δόγμα απλώς ανοίγει τον δρόμο στον άνθρωπο, για να φθάση στην κάθαρσι και στον φωτισμό. Όμως χωρίς το
Ορθόδοξο δόγμα δεν φθάνει κάποιος στην κάθαρσι και στον φωτισμό. Χωρίς την ορθή δογματική συνείδησι και χωρίς την
Ορθόδοξη πράξι, χωρίς την Ορθόδοξη λειτουργική ζωή δεν φθάνει κανείς στην κάθαρσι και στον φωτισμό. Το δόγμα και η
λειτουργική ζωή δεν είναι τα μέσα για να φθάση κανείς στην κάθαρσι της ψυχής και στον φωτισμό. Είναι όμως οι απαραίτητες
προϋποθέσεις, τα απαραίτητα θεμέλια, για να οδηγηθή κάποιος στην κάθαρσι και τον φωτισμό. Δεν είναι δηλαδή το δόγμα ένα
αυτόματο μέσο που μας οδηγεί από μόνο του σ’ αυτές τις καταστάσεις.
8. Περί της πτώσεως του Αδάμ
Οι Πατέρες λένε ότι κατά την
πτώσι
του άνθρωπου εσκοτίσθηκε ο νους του ανθρώπου.
Εσκοτίσθη ο νους του Αδάμ
. Δεν
ασχολούνται οι Πατέρες με τον Αδάμ ως Αδάμ, άλλα με τον νουν του Αδάμ, ο οποίος Αδάμ αρρώστησε, επειδή εσκοτίσθηκε ο
νους του. Οι Πατέρες μιλάνε για ασύνετον νουν. Παντού στην Πατερική γραμματεία το θέμα της πτώσεως είναι ο σκοτασμός του
νοός του ανθρώπου.
Αλλά πώς εμείς ξέρομε ότι ο άνθρωπος έπεσε; Από την ιστορική περιγραφή της πτώσεως που αναφέρει η Αγία Γραφή;
Και τι σημαίνει η πτώσις, τι σημαίνει Παράδεισος; Τι ήταν ο
Παράδεισος
; Υπάρχουν δύο Πατερικές παραδόσεις πάνω στο θέμα
αυτό, τις οποίες συνοψίζει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο οποίος δίνει και τις δύο Πατερικές απόψεις, χωρίς ο ίδιος να
λαμβάνη θέσι πάνω στο θέμα αυτό.
Η μία παράδοσις λέγει ότι στον Παράδεισο ο νους του Αδάμ ήταν φωτισμένος και η άλλη παράδοσις λέγει ότι ήταν
εν
θεοπτίαις
ο νους του Αδάμ μέσα στον Παράδεισο. Και ότι αυτό ήταν ο παράδεισός του, το να βλέπη δηλαδή την δόξα του Θεού.
Η Αλεξανδρινή παράδοσις ως και η παράδοσις της Καππαδοκίας (Μέγας Βασίλειος) λένε ότι ο νους του Αδάμ πριν την πτώσι
ήταν εν θεοπτίαις. Η παράδοσις της Αντιοχείας (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) λέγει ότι ο νους ήταν απλώς φωτισμένος
13
.
Οι Πατέρες γνωρίζουν από την εμπειρία τους σε τι συνίσταται αυτός ο φωτισμός του νοός και είναι κατατεθειμένο μέσα
στην Παράδοσι ότι ο φωτισμός του ανθρώπου είναι η κατοίκησις του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά του ανθρώπου, οπότε ο
άνθρωπος γίνεται ναός του Αγίου Πνεύματος και το ίδιο το Άγιο Πνεύμα του Θεού ενεργεί μέσα στον νου του ανθρώπου και τον
φωτίζει. Και, αυτός ο άνθρωπος είναι ο φωτισμένος. Τέτοιος ήταν ο νους του Αδάμ, λέγει η παράδοσις της Αντιοχείας.
Στο αν ήταν φωτισμένος ο νους του Αδάμ πριν την πτώσι ή αν ήταν εν θεοπτίαις (δηλαδή σε κατάστασι διαρκούς
θεώσεως), σ’ αυτό ο Δαμασκηνός δεν λαμβάνει καμμία θέσι. Γιατί; Διότι εκείνο που ενδιέφερε τον Πατέρα αυτόν της Εκκλησίας
ήταν να δώση τις δύο εξηγήσεις, για το πώς ήταν ο νους και σκοτίστηκε. Αλλά εμείς πως ξέρομε ότι ο νους του Αδάμ σκοτίσθηκε;
Απλούστατα, διότι γνωρίζομε ότι εμείς οι ίδιοι τώρα έχομε εσκοτισμένον νουν. Και αυτός ο εσκοτισμένος νους θέλει θεραπεία . Η
δε θεραπεία συνίσταται στην φώτισι και στην θέωσι. Έχει δηλαδή δύο φάσεις. Η θέωσις είναι πλήρης θεραπεία.
Αλλά τι σημαίνει εσκοτισμένος νους ;
Σημαίνει ότι η νοερά ενέργεια της καρδιάς του ανθρώπου δεν ενεργεί
σωστά. Η νοερά ενέργεια αρχίζει να ενεργή σωστά μόνον όταν ο άνθρωπος περάση από κάθαρσι και φθάση στον φωτισμό. Μετά
την πτώσι, ο νους είναι σκοτισμένος. Γιατί; Διότι είναι γεμάτος από λογισμούς και έχει σκοτισθή από αυτούς τους λογισμούς.
Πότε συμβαίνει αυτό, το να σκοτισθή ο νους από τους λογισμούς; Συμβαίνει όταν οι λογισμοί της διανοίας κατεβούν στην καρδιά
και γίνουν λογισμοί του νοός. Όταν γίνει
σύγχυσις λογισμών
μεταξύ λογικής και νοός. Υπάρχουν δηλαδή λογισμοί στον νουν, που
δεν πρέπει να υπάρχουν εκεί, διότι ανήκουν στην λογική (στην διάνοια).
O
νους πρέπει να είναι τελείως άδειος από λογισμούς,
ώστε να μπορεί να έλθη στον άνθρωπο το Πνεύμα το Άγιο να κατοικήση και να παραμείνη μέσα του.
9. Ποια είναι η ουσία της Ορθοδόξου Παραδόσεώς μας
Το θέμα τώρα είναι ποια είναι η ουσία της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Η Ορθόδοξη παράδοσι προσφέρει μέθοδο θεραπείας
του νοός του ανθρώπου, δηλαδή της ψυχής του. Η θεραπεία αυτή έχει δύο φάσεις, όπως είπαμε, τον φωτισμό κα την θέωσι. Η
θέωσις, δηλαδή η θεοπτία, είναι η εγγύησις της θεραπείας, της πλήρους θεραπείας. Αυτή η θεραπευτική μέθοδος, η θεραπευτική
αγωγή, που προσφέρει η Ορθόδοξος παράδοσις,
παραδίδεται
(εξ ου και παράδοσις) από γενεά σε γενεά με φορείς ανθρώπους, οι
οποίοι έφτασαν στον φωτισμό και στην θέωσι και έγιναν θεραπευτές για τους άλλους. Δεν είναι δηλαδή απλή μεταβίβασις
γνώσεων από τα βιβλία, αλλά μεταβίβασις και διαδοχή
εμπειρίας
, της εμπειρίας του φωτισμού και της εμπειρίας της θεώσεως.
Παρατηρείται όμως στην Παλαιά Διαθήκη ότι κατάστασι φωτισμού και θεώσεως είχαν μόνο οι Πατριάρχες και οι
Προφήτες των Ισραηλιτών. Αυτό είναι ιστορικό φαινόμενο. Πριν από τους Προφήτες έχομε τους Πατριάρχες. Προ του Μωϋσέως
έχομε τον Αβραάμ. Διαβάζομε όμως στην Παλαιά Διαθήκη ότι μέχρι τον Αβραάμ υπάρχει συνείδησις της καταστάσεως του
φωτισμού και της θεώσεως. Ο ίδιος ο Αβραάμ ήταν θεόπτης, δηλαδή έφθασε σε θέωσι. Αυτό φαίνεται σαφώς. Για την εποχή προ
του Αβραάμ πάλι έχομε στοιχεία από την Εβραϊκή Παράδοσι ότι φωτισμός και θέωσις υπήρχαν και στους προπάτορες του
Αβραάμ, παραδείγματος χάριν στον Νώε. Η παράδοσις αυτή, του φωτισμού δηλαδή και της θεώσεως, μεταβιβάζεται. Δεν
εμφανίζεται έτσι εκ του μηδενός. Δεν εμφανίζεται ξαφνικά τον 11
ο
ή 12
ο
π.Χ. αιώνα.
Υπάρχει Καινή Διαθήκη, υπάρχει και Παλαιά Διαθήκη. Στην Καινή Διαθήκη είναι πιο εύκολος ο έλεγχος, διότι είναι
περιωρισμένος ο χρόνος διαρκείας της. Η Παλαιά Διαθήκη όμως περιλαμβάνει 1500 χρόνια ιστορίας. Μέσα τώρα σ’ αυτήν την
περίοδο έχομε μία σπονδυλική στήλη. Αυτή η σπονδυλική στήλη, που είναι η παράδοσις του φωτισμού και της θεώσεως που
9
μεταβιβάσθηκε από Προφήτη σε Προφήτη, είναι και η ουσία της Ορθοδόξου παραδόσεως: Η μεταβίβασις της εμπειρίας του
φωτισμού και της θεώσεως από γενεά σε γενεά. Αυτή εκτείνεται στην Παλαιά Διαθήκη χρονικά από τον Αβραάμ μέχρι τον
Ιωάννη τον Πρόδρομο. Αυτή είναι η
Προφητική παράδοσις
, η παράδοσις των Πατριαρχών και των Προφητών.
Αλλά και πριν από αυτήν την περίοδο έχομε την πρώτη περίοδο, που εκτείνεται από τον Αδάμ, μέσω του Νώε, μέχρι τον
Αβραάμ. Σήμερα έχει διαπιστωθή αρχαιολογικά η αλήθεια των αναφερομένων ιστορικών γεγονότων στην Παλαιά Διαθήκη
τουλάχιστον μέχρι την εποχή του Μωϋσέως. Και σήμερα δεν υπάρχει κανείς, που να αμφισβητή την Παλαιά Διαθήκη ως κείμενο
μεγάλης ιστορικής αξίας. Αλλά και πριν από τον Μωϋσέα μέχρι την εποχή του Αβραάμ έχουν βρη οι αρχαιολόγοι στοιχεία, που
επαληθεύουν τα αναφερόμενα στην Παλαιά Διαθήκη γύρω από το πρόσωπο του Αβραάμ.
Βλέπομε λοιπόν ότι η ουσία της Ορθοδόξου παραδόσεως δεν είναι το βιβλίο της Αγίας Γραφής, αλλά είναι η μεταβίβασις
αυτής της εμπειρίας, του φωτισμού και της θεώσεως διαδοχικά από τον Αδάμ μέχρι των ημερών μας.
10. Η Ορθοδοξία δεν είναι θρησκεία.
Σε πολλούς επικρατεί η αντίληψις ότι η Ορθοδοξία είναι μία από τις πολλές θρησκείες, που έχει σαν κύρια μέριμνά Της την
προετοιμασία των μελών της Εκκλησίας για την ζωή μετά θάνατον, να εξασφάλιση δηλαδή μία θέση στον Παράδεισο για κάθε
Ορθόδοξο Χριστιανό. Έτσι θεωρείται ότι το Ορθόδοξο δόγμα προσφέρει μία επί πλέον εξασφάλισι, επειδή είναι Ορθόδοξο, και
ότι, αν κανείς δεν πιστεύη στο Ορθόδοξο δόγμα, αυτό είναι ένας επί πλέον λόγος για να πάη στην Κόλασι ο άνθρωπος αυτός,
εκτός δηλαδή από το ότι ενδεχομένως θα τον στείλουν εκεί τα προσωπικά του αμαρτήματα.
Όσοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί πιστεύουν ότι αυτό το πράγμα είναι η Ορθοδοξία, αυτοί έχουν συσχετίσει την Ορθοδοξία
αποκλειστικά με την μέλλουσα ζωή. Και αυτοί δεν κάνουν και πολλά πράγματα σ’ αυτήν την ζωή, αλλά περιμένουν να πεθάνουν,
για να πάνε στον Παράδεισο, επειδή, όταν ζούσαν, ήταν Ορθόδοξοι Χριστιανοί!
Μια άλλη μερίδα Ορθοδόξων δραστηριοποιείται μέσα στον χώρο της Εκκλησίας ενδιαφερομένη όχι για την άλλη ζωή,
αλλά κυρίως γι’ αυτήν εδώ την ζωή. Δηλαδή για το πως θα τους βοηθήση η Ορθοδοξία να ζήσουν καλά σ’ αυτήν την ζωή. Τέτοιοι
Ορθόδοξοι Χριστιανοί προσεύχονται στον Θεό, βάζουν τους παπάδες
14
να κάνουν προσευχές, κάνουν αγιασμούς, παρακλήσεις
ευχέλαια κλπ., για να τους βοηθάη ο Θεός να περνάνε καλά σ’ αυτήν την ζωή, να μην αρρωσταίνουν, να αποκαθίστανται τα
παιδιά τους, να εξασφαλίσουν στα κορίτσια τους μία καλή προίκα και έναν καλό γαμπρό, τα αγόρια τους να βρουν καλές
κοπέλλες με καλή προίκα για να παντρευτούν, οι δουλειές τους να πηγαίνουν καλά, το εμπόριο, με το οποίο ασχολούνται, να
πηγαίνει καλά, ακόμη και το χρηματιστήριο ή η βιομηχανία τους, κλπ. Οπότε βλέπομε ότι αυτοί οι Χριστιανοί δεν διαφέρουν
κατά πολύ από τους πιστούς των άλλων θρησκειών, που κάνουν και εκείνοι τα ίδια περίπου πράγματα
15
.
Δηλαδή βλέπει κανείς από τα παραπάνω την Ορθοδοξία να έχη αυτά τα δύο κοινά σημεία με όλα τα άλλα θρησκεύματα:
Πρώτον, το να προπαρασκευάζη τους πιστούς για την ζωή μετά θάνατον, ώστε να πάνε στον Παράδεισο, όπως ο καθένας τον
φαντάζεται, και δεύτερον, το να φροντίζη, ώστε οι Χριστιανοί να μην περνούν θλίψεις, στενοχώριες, καταστροφές, αρρώστιες,
πολέμους κλπ. σ’ αυτήν εδώ τη ζωή, δηλαδή ο Θεός να τα τακτοποιή όλα κατά τις ανάγκες ή τις επιθυμίες τους. Έτσι γι’ αυτούς
τους δεύτερους, η θρησκεία παίζει μεγάλο ρόλο σ’ αυτήν την ζωή και μάλιστα σ’ αυτήν την καθημερινή τους ζωή.
Κατά βάθος όμως απ’ όλους τους παραπάνω Χριστιανούς ποιος ενδιαφέρεται αν υπάρχη ή δεν υπάρχη Θεός; Ποιος Τον
αναζητά; Γι’ αυτούς δεν τίθεται θέμα αν υπάρχη Θεός ή όχι, εφ’ όσον καλύτερα θα ήταν να υπήρχε Θεός για να μπορούμε να τον
επικαλούμεθα και να του ζητούμε να ικανοποιή τις ανάγκες μας, ώστε να πηγαίνουν καλά οι δουλειές μας και να έχωμε κάποια
ευτυχία σ’ αυτή την ζωή.
Οπότε βλέπομε ότι ο άνθρωπος έχει μια ισχυρότατη τάσι να θέλη να υπάρχη Θεός, να πιστεύη ότι υπάρχει Θεός, διότι είναι
μία ανάγκη για τον άνθρωπο να υπάρχη Θεός, για να εξασφαλίζη τα όσα είπαμε. Ε, και εφ’ όσον είναι λοιπόν μία ανάγκη για τον
άνθρωπο το να υπάρχη Θεός, άρα Θεός υπάρχει!
Αν ο άνθρωπος δεν είχε την ανάγκη ενός Θεού και αν μπορούσε να εξασφαλίση αυτάρκεια των προς το ζην σ’ αυτήν την
ζωή με κάποιον άλλο τρόπο, τότε δεν ξέρει κανείς πόσοι άνθρωποι θα πίστευαν στον Θεό. Αυτό, γίνεται, εν πολλοίς στην Ελλάδα.
Έτσι βλέπομε, πολλοί άνθρωποι, ενώ πριν ήταν αδιάφοροι ως προς την θρησκεία, προς το τέλος της ζωής τους να
θρησκεύουν, μετά ίσως από κάποιο γεγονός που τους φόβισε. Διότι πλέον δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς να επικαλούνται να τους
βοηθήση κάποιος Θεός, από δεισιδαιμονική δηλαδή πρόληψη. Γι’ αυτούς τους λόγους η φύσις του ανθρώπου βοηθά στο να
θρησκεύη ο άνθρωπος. Αυτό δεν ισχύει μόνο για τους Ορθοδόξους Χριστιανούς, ισχύει για τους πιστούς όλων των θρησκειών.
Παντού η φύσις του ανθρώπου είναι η ίδια. Έτσι ο άνθρωπος μετά την πτώση του - εσκοτισμένος όπως είναι κατά φύσιν –
μάλλον, παρά φύσιν - ρέπει προς την δεισιδαιμονία.
Τώρα το ερώτημα που ακολουθεί είναι: Που σταματάει η δεισιδαιμονία και που αρχίζει η αληθινή πίστις;
Σ’ αυτά τα θέματα οι Πατέρες έχουν σαφείς θέσεις και διδασκαλία. Ένας άνθρωπος, ο οποίος ακολουθεί ή μάλλον νομίζει
ότι ακολουθεί την διδασκαλία του Χριστού και απλώς πηγαίνει στην Εκκλησία κάθε Κυριακή, που κοινωνεί κατά τακτά
διαστήματα, που χρησιμοποιεί τους παπάδες για να του κάνουν αγιασμούς , ευχέλαια κλπ
16
., χωρίς να εμβαθύνη σ’ αυτά,
παραμένοντας στο γράμμα του νόμου και όχι στο πνεύμα του νόμου, αυτός ωφελείται ιδιαίτερα από την Ορθοδοξία; Μετά ένας
άλλος, ο οποίος προσεύχεται αποκλειστικά για την μέλλουσα ζωή για τον εαυτό του και για τους άλλους και αδιαφορεί τελείως γι’
αυτήν την ζωή, αυτός πάλι ωφελείται ιδιαίτερα από την Ορθοδοξία; Η μία τάσις εκπροσωπείται από τον παπά της ενορίας και
όσους μαζεύονται γύρω του με το παραπάνω πνεύμα και η άλλη εκπροσωπείται από έναν Γέροντα σε μοναστήρι, συνήθως
κάποιον αρχιμανδρίτη, που βρίσκεται σε σύνταξι και περιμένει να πεθάνη, με μερικούς μοναχούς γύρω του
17
.
Εφ’ όσον οι δύο αυτές τάσεις δεν είναι επικεντρωμένες γύρω από την κάθαρσι και τον φωτισμό, από πατερικής απόψεως,
είναι λανθασμένες ως προς εκείνο που επιδιώκουν. Όσο όμως είναι επικεντρωμένες γύρω από την κάθαρσι και τον φωτισμό και
εφαρμόζουν την Ορθόδοξη Πατερική ασκητική αγωγή για την απόκτησι της νοεράς προσευχής, τότε μόνον τα πράγματα τίθενται
πάνω σε ορθή βάσι. Αυτές οι δύο τάσεις είναι υπερβολές προς τα δύο άκρα. Δεν έχουν αυτές οι τάσεις κοινόν άξονα. Ο κοινός
άξονας που διακρατεί την Ορθοδοξία και διατηρεί την συνοχή της, ο ένας και μοναδικός της άξονας επάνω σε όλα τα θέματα που
10
την απασχολούν και ο οποίος τοποθετεί τα πράγματα πάνω σε ορθή βάσι, όταν λαμβάνεται υπ’ όψιν, είναι ο άξονας:
Κάθαρσις –
φωτισμός - θέωσις
.
Οι Πατέρες δεν ενδιαφέρονται για το τι θα συμβή στον άνθρωπο μετά θάνατον αποκλειστικά, αλλά εκείνο κυρίως που τους
ενδιαφέρει είναι το τι θα γίνη ο άνθρωπος
σ’ αυτήν τη ζωή
. Μετά θάνατον δεν υπάρχει θεραπεία του νοός, οπότε πρέπει σ’ αυτήν
τη ζωή να αρχίση η θεραπεία, διότι «εν τω Άδη ουκ εστι μετάνοια». Γι’ αυτό η Ορθόδοξη Θεολογία δεν είναι υπερκοσμική ούτε
μελλοντολογική ούτε εσχατολογική, αλλ’ είναι καθαρά
ενδοκοσμική
. Διότι το ενδιαφέρον της Ορθοδοξίας είναι για τον άνθρωπο
σ’ αυτόν τον κόσμο, σ’ αυτήν την ζωή, όχι μετά θάνατον.
Τώρα η κάθαρσις και ο φωτισμός για ποιον λόγο χρειάζονται; Για να πάη ο άνθρωπος στον Παράδεισο και να αποφύγη την
Κόλασι; Γι’ αυτό χρειάζονται; Εις τι συνίσταται η κάθαρσις και ο φωτισμός και για ποιον λόγο επιδιώκονται από τους
Ορθοδόξους; Για να βρη κανείς τον λόγο και να δώση απάντησι στην ερώτησι αυτή, πρέπει να κατέχη το βασικό κλειδί, το οποίο
είναι τούτο: Όλοι οι άνθρωποι επάνω στην γη έχουν το ίδιο τέλος από Ορθόδοξη θεολογική άποψη. Είτε είναι κανείς Ορθόδοξος
είτε είναι Βουδδιστής είτε Ινδουϊστής είτε αγνωστικιστής είτε άθεος, ο,τιδήποτε και αν είναι, δηλαδή κάθε άνθρωπος επάνω στην
γη, είναι προωρισμένος να δη την δόξα του Θεού. Θα δη την δόξα του Θεού κατά το κοινό τέλος της ανθρωπότητος κατά την
Δευτέρα Παρουσία του Χριστού.
Όλοι
οι άνθρωποι θα δουν την δόξα του Θεού, και από αυτής της απόψεως έχουν το ίδιο τέλος.
Όλοι βέβαια θα δουν τη δόξα του Θεού, αλλά με μία διαφορά: Οι μεν σεσωσμένοι θα δουν την δόξα του Θεού ως Φως
γλυκύτατον και ανέσπερον, οι δε κολασμένοι, θα δουν την ίδια δόξα του Θεού ως
πυρ καταναλίσκον
, σαν φωτιά που θα τους καίη.
Αυτό, το ότι όλοι θα δούμε την δόξα του Θεού, είναι ένα αληθινό και αναμενόμενο γεγονός. Το να δη κανείς τον Θεό, δηλαδή την
δόξα Του, το Φως Του, αυτό είναι κάτι που θα γίνη είτε το θέλομε είτε όχι. Η βίωσις όμως αυτού του Φωτός θα είναι διαφορετική
στους μεν από τους δε.
Οπότε το έργο της Εκκλησίας και των παπάδων δεν είναι να μας βοηθήσουν να δούμε αυτήν την δόξα, διότι αυτό θα γίνη
οπωσδήποτε. Το έργο της Εκκλησίας εστιάζεται στο
πως
θα δη ο κάθε άνθρωπος τον Θεόν. Όχι στο αν θα δη τον Θεόν. Δηλαδή
το έργο της Εκκλησίας είναι να κηρύττη στους ανθρώπους ότι υπάρχει Θεός αληθινός, ότι ο Θεός αποκαλύπτεται είτε ως Φως είτε
ως πυρ καταναλίσκον, ότι όλοι οι άνθρωποι κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού θα δούμε τον Θεόν
18
, και να προετοιμάζη
τα μέλη της, ώστε να δουν τον Θεόν όχι σαν φωτιά, αλλά σαν Φως
19
.
Αυτή η προετοιμασία των μελών της Εκκλησίας, καθώς και όλων των ανθρώπων, που θέλουν να δουν τον Θεόν ως Φως,
είναι στην ουσία της μία
θεραπευτική αγωγή
, η οποία πρέπει να αρχίση και να τελειώση
σ’ αυτήν τη ζωή
. Πρέπει σ’ αυτήν τη ζωή
να γίνη η θεραπεία και να περατωθή. Διότι μετά θάνατον ουκ εστι μετάνοια. Αυτή η θεραπευτική αγωγή είναι η ουσία και το
κύριο περιεχόμενο της Ορθοδόξου Παραδόσεως ως και η κύρια μέριμνα της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Συνίσταται δε και
αποτελείται από τα ακόλουθα τρία στάδια πνευματικής αναβάσεως: Την κάθαρσι από τα πάθη, τον φωτισμό από την Χάρι του
Αγίου Πνεύματος, και την θέωσι, πάλι από την Χάρι του Αγίου Πνεύματος. Συμβαίνει δε και τούτο: Αν δεν φθάση κανείς
τουλάχιστον σε κατάστασι μερικού φωτισμού, σ’ αυτήν την ζωή, δεν μπορεί να δη τον Θεόν σαν Φως ούτε σ’ αυτήν την ζωή,
αλλά ούτε και στην άλλη ζωή
20
.
Έτσι είναι φανερό ότι οι Πατέρες της Εκκλησίας ενδιαφέρονται για τον άνθρωπο όπως είναι σήμερα, αυτήν την στιγμή.
Και εκείνος, που χρειάζεται θεραπεία, είναι
ο κάθε άνθρωπος
, ο οποίος έχει και την ευθύνη ενώπιον του Θεού να αρχίση αυτό το
έργο σήμερα, σ’ αυτήν την ζωή, διότι σ’ αυτήν την ζωή μπορεί. Όχι μετά θάνατον. Και αυτός ο ίδιος ο άνθρωπος είναι εκείνος,
που θα αποφασίση για το αν θα ακολουθήση αυτόν τον δρόμο της θεραπείας ή όχι.
Ο Χριστός είπε: « Εγώ ειμί η οδός»
21
. Η οδός προς τι; Όχι μόνον προς την άλλη ζωή. Ο Χριστός είναι πρώτα η οδός σ’
αυτήν την ζωή. Ο Χριστός είναι η οδός προς τον Πατέρα Του και Πατέρα μας. Ο Χριστός αποκαλύπτεται στον άνθρωπο πρώτα σ’
αυτήν την ζωή και του δείχνει τον δρόμο προς τον Πατέρα. Αυτός ο δρόμος είναι ο ίδιος ο Χριστός. Αν ο άνθρωπος δεν δη τον
Χριστόν σ’ αυτήν την ζωή τουλάχιστον με την νοερά αίσθηση, δεν θα δη τον Πατέρα, δηλαδή το Φως του Θεού ούτε στην άλλη
ζωή
22
.
11. Ποιοι είναι οι θεολόγοι της Εκκλησίας.
Ποιοι είναι τώρα οι θεολόγοι της Εκκλησίας; Είναι μόνο εκείνοι που έφθασαν στην θεωρία. Η
θεωρία
συνίσταται στην
φώτισι και στην θέωσι. Η φώτισις είναι μία κατάστασις αδιάλειπτος, που υπάρχει εν ενεργεία όλο το ημερονύκτιο, ακόμη και
κατά τον ύπνο
23
. Ενώ η θέωσις είναι μία κατάστασις κατά την οποίαν βλέπει κάποιος την δόξαν του Θεού, και η οποία διαρκεί
όσο θέλει ο Θεός.
Ένας φωτισμένος μπορεί να μη φθάση ποτέ σε θέωσι. Ο Θεός, που την χαρίζει, κρίνει αν είναι απαραίτητο να οδηγήση
έναν φωτισμένο σε θέωσι. Και το ότι δεν οδηγεί κάποιον σε θέωση μπορεί να σημαίνη ότι έτσι χωρίς αυτήν δηλαδή , θα είναι
καλύτερα για την ψυχή του, διότι σε εναντία περίπτωσι η θέωσις μπορούσε να τον έβλαπτε, π.χ. να τον οδηγούσε σε υπερηφάνεια.
Δηλαδή ο Θεός οδηγεί κάποιον σε θέωσι, όταν δεν κινδυνεύη πνευματικά και όταν του είναι απαραίτητο είτε για να τον στηρίξη
είτε για να τον δυναμώση είτε για να τον προετοιμάση για κάποια αποστολή.
Έτσι η εμπειρία της θεώσεως δεν είναι αυτόματη. Δεν μπορεί δηλαδή ένας φωτισμένος να την αποκτήση. Ένας φωτισμένος
μάλλον αποφεύγει να την ζητήση από τον Θεό. Όταν όμως την έχει ανάγκη, ο Θεός συγκαταβαίνει και την δίνει, του δείχνει
δηλαδή την δόξα Του, το άκτιστο Φως Του. Π.χ. ένας ασκητής ζη στην έρημο, σε απομόνωσι από τους ανθρώπους και με πολλές
στερήσεις· και τούτο για την αγάπη του Θεού. Τότε, εφ’ όσον έχη καθαρθή, έρχεται το Πνεύμα το Άγιο και τον παρηγορεί και του
χαρίζει εμπειρίες θεώσεως.
Ένας αληθινός ασκητής δεν είναι ποτέ μόνος του, αλλά τουλάχιστον έχει μέσα στην καρδιά του το Πνεύμα το Άγιο, που
προσεύχεται αδιαλείπτως μέσα του και του κάνει παρέα στην φαινομενική μοναξιά του. Αυτή είναι η κατάστασις φωτισμού. Όταν
όμως το ίδιο το Άγιο Πνεύμα κρίνη ότι πρέπει, τότε του χαρίζει κατά διαστήματα και την εμπειρία της θεώσεως, όταν χρειάζεται
και εφ’ όσον είναι για το καλό του, π.χ. για να τον δυναμώση μετά από μία δαιμονική επίθεσι. Αυτά φαίνονται καθαρά στους
βίους των αγίων. Σ’ αυτά λοιπόν τα δύο στάδια θεωρίας, στον φωτισμό και στην θέωσι, η γνώσις του Θεού είναι καθαρά
εμπειρική
. Δεν είναι γνώσις μεταφυσική, δηλαδή αποτέλεσμα φιλοσοφικού στοχασμού.
11
12. Περί νοεράς προσευχής
Το θέμα τώρα της νοεράς προσευχής είναι πολύ ενδιαφέρον. Η
νοερά προσευχή
είναι μία καθαρά εμπειρική κατάστασις.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται περί εμπειρίας. Ούτε ένας ψυχίατρος μπορεί να αρνηθή ότι η νοερά προσευχή είναι καθαρή
εμπειρία. Η διαφορά μας με τους ψυχιάτρους θα ήταν όχι στο γεγονός αυτό καθ’ εαυτό, αλλά στην αιτία που προκαλεί την νοερά
προσευχή. Δηλαδή, αν το θέμα αυτό τεθή υπ’ όψιν των επιστημόνων των θετικών επιστημών, π.χ. ψυχολόγων, ψυχιάτρων,
παθολόγων, βιολόγων κ.λ.π. σαν ένα φαινόμενο άξιο παρατηρήσεως και μελέτης, θα είναι υποχρεωμένοι οι άνθρωποι αυτοί,
εφαρμόζοντες την επιστημονική μέθοδο ερεύνης, να προβάλουν υποθέσεις.
Βέβαια η Εκκλησία έχει την δική της κατατεθειμένη εμπειρία του φαινομένου. Ένας, που έχει νοερά προσευχή μέσα του,
«ακούει» ο ίδιος την προσευχή αυτή να λέγεται μέσα στην καρδιά του. Και υπάρχει εκατοντάδων ετών παράδοσις αυτής της
πνευματικής καταστάσεως. Από τους αγίους έχει δοθή μία συγκεκριμένη ερμηνεία σ’ αυτήν την πάραδοσι της νοεράς προσευχής
και βάσει αυτής της ερμηνείας η Εκκλησία γνωρίζει ότι η νοερά προσευχή είναι μία πνευματική εμπειρία και ότι είναι αποτέλεσμα
της επενεργείας του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Αυτή είναι μια μακραίωνη παράδοσις, που κανείς δεν
μπορεί να αρνηθή την ύπαρξί της, διότι υπάρχουν πάρα πολλά συγγράμματα των Πατέρων επάνω στο θέμα αυτό, εκτός από όσα
αναφέρονται γι’ αυτήν στην Αγία Γραφή. Και υπάρχουν σήμερα άνθρωποι, που ζουν αναμεταξύ μας, οι οποίοι γνωρίζουν από
προσωπική τους εμπειρία, επειδή την ζουν, ενεργουμένη μέσα τους, την νοερά προσευχή.
Οπότε, εφ’ όσον αυτοί οι επιστήμονες αποδεχθούν αυτήν την πραγματικότητα, μετά θα πρέπη να προβάλουν τις δικές τους
υποθέσεις για να εξηγήσουν το φαινόμενο αυτό της νοεράς προσευχής. Βέβαια μεταξύ τους θα υπάρχουν και μερικοί, που θα πουν
ότι αυτό είναι ένα εφεύρημα των παπάδων, ιδίως εδώ στην Ελλάδα! Θα πουν ότι αυτά τα λένε οι παπάδες, ότι είναι προϊόν της
φαντασίας τους. Μακάρι όμως οι παπάδες να ησχολούντο με τέτοια πράγματα εδώ στην Ελλάδα.
Άλλοι τώρα από αυτούς τους επιστήμονες ίσως πουν ότι αυτό είναι ένα είδος υπνωτισμού. Είχα μία σχετική συζήτησι με
γιατρούς, μάλιστα με καθηγητές Πανεπιστημίου, οι οποίοι έλεγαν ότι αυτό είναι ένα είδος υπνωτισμού! Όμως, έστω, ας είναι έτσι
γι’ αυτούς. Αλλά ένας ψυχίατρος είναι υποχρεωμένος να ασχοληθή συστηματικά με το θέμα αυτό.
Σχετικά με τον υπνωτισμό τώρα, ο οποίος πράγματι είναι μία εμπειρία. Ο ψυχίατρος όμως θα πρέπη να μπορή να
εξακριβώση, αν η νοερά προσευχή είναι ένα είδος υπνωτισμού ή όχι. Ο υπνωτισμός μπορεί να οδηγήση σε παραίσθησι, που
σημαίνει σε ασυνταξία ως προς την σωστή σύνθεσι των εμπειρικών εντυπώσεων, που έχει ο άνθρωπος μέσα στην μνήμη του.
Όμως όλα τα στοιχεία, που συνθέτουν μία παραίσθηση, είναι παρμένα από τις αισθήσεις. Διότι ο άνθρωπος που φθάνει σε
παραίσθησι, φθάνει σ’ αυτήν, όχι διότι έχει χάσει την επαφή του με τα αισθητά, αλλά επειδή η μνήμη του έχει εκτροχιασθή και η
σύνθεσις των εντυπώσεων, που γίνεται μέσα στο μυαλό του, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία αταξία στην ταξινόμησι των
εντυπώσεων. Έτσι έχομε τους ανισόρροπους, καθώς και αυτούς που ονειρεύονται στον ξύπνιο τους. Τα στοιχεία δηλαδή των
αισθήσεων, που συνθέτουν μία παραίσθησι, είναι υπαρκτά. Εκείνος, που βρίσκεται σε παραίσθησι μπορεί να βλέπη κάτι, που δεν
υπάρχει εκείνην την στιγμή μπροστά του, που είναι όμως υπαρκτό
24
.
Όσον αφορά στον υπνωτισμό, εκείνος που υπνωτίζεται μπαίνει σε μία κατάστασι κώματος, σαν δηλαδή να βρίσκεται σε
κώμα και, αφού βρίσκεται σε κωματώδη κατάστασι, ενθυμείται πράγματα από το παρελθόν και απαντά στα ερωτήματα εκείνου
που τον υπνώτισε. Οπότε, σαν υπνωτισμένος που είναι, δεν έχει επαφή με την πραγματικότητα.
Όσον αφορά τώρα στην νοερά προσευχή, δεν έχομε να κάνωμε με κάτι υπαρκτό, που έχει ήδη κατατεθή στην μνήμη και το
οποίο ανακαλείται από την μνήμη και έτσι ονειρεύεται ο άνθρωπος. Δεν συμβαίνει το ίδιο, όπως σε μία παραίσθησι, που βλέπει
κανείς κάτι, χωρίς όμως να υπάρχει πράγματι γύρω του εκείνο που βλέπει εκείνην την στιγμή ούτε να υποπίπτη στις αισθήσεις του
εκείνην την στιγμή. Στην περίπτωσι της νοεράς προσευχής ό,τι συμβαίνει στην καρδιά του ανθρώπου και ό,τι αισθάνεται ο
άνθρωπος, λαμβάνει χώραν εκείνην την στιγμή που το αισθάνεται. Δεν είναι κάτι του παρελθόντος. Είναι μία εμπειρία του
παρόντος
. Το να είναι επίσης κανείς σε εγρήγορσι πνεύματος, πράγμα που συμβαίνει κατά την νοερά προσευχή , δηλαδή ούτε
υπνωτισμένος να είναι ούτε να βρίσκεται σε παραίσθησι, και ταυτόχρονα να βιώνη κάτι το πολύ ξεκάθαρο μέσα του, μέσα στην
καρδιά του, κάποιον άλλον, που προσεύχεται μέσα του για λογαριασμό του «στεναγμοίς αλαλήτοις»
25
, τέτοιο πράγμα δεν
συμβαίνει στον υπνωτισμό. Κατά την νοερά προσευχή ο άνθρωπος έχει πλήρη συνείδησι ότι κάτι οικείο προς την φύσι του και
ενεργούμενο έσωθεν, όχι όμως από τον ίδιο λαμβάνει χώρα μέσα του, το οποίο όχι μόνο βιώνει ξεκάθαρα αλλά ταυτόχρονα το
παρατηρεί, και το οποίο μπορεί εκούσια να συμμετέχη.
Το βάρος την αποδείξεως την αληθείας αυτής της εμπειρίας δεν ανήκει στους Ορθοδόξους, οι οποίοι την κατέχουν, αλλά
στους επιστήμονες, οι οποίοι την αμφισβητούν ή θέλουν να την ερευνήσουν. Αν πάλι οι επιστήμονες δώσουν ιδική τους ερμηνεία
σ’ αυτό το φαινόμενο της νοεράς προσευχής, αυτοί οι ίδιοι θα πρέπη να αποδείξουν ότι η ιδική τους ερμηνεία είναι η σωστή
ερμηνεία. Διότι οι Ορθόδοξοι έχουν παράδοσι αιώνων της ερμηνείας της νοεράς προσευχής, της οποίας η αλήθεια είναι
αδιαφιλονείκητος για τους Ορθοδόξους. Και είναι αυτή η ερμηνεία αδιαφιλονείκητος, διότι δεν είναι ερμηνεία παρελθούσης
εμπειρίας, η οπ
o
ία δεν μπορεί να εξακριβωθή ή να επαναληφθή, αλλά είναι ερμηνεία μιας ζώσης, αληθινής, σημερινής εμπειρίας
και πραγματικότητος, που συνεχώς επαναλαμβάνεται και συνεχίζεται και παραδίδεται από γενεά σε γενεά μέσα στην Ορθόδοξο
Εκκλησία.
Η Εκκλησία στην γλώσσα της, που είναι η εκκλησιαστική γλώσσα, λέγει διά στόματος του αποστόλου Παύλου: «Δεν
μιλούμε με την ανθρώπινη σοφία, αλλά με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος»
26
. Τι εννοεί μ’ αυτό; Γιατί ο Απόστολος
αντιπαρατάσσει την δύναμι του Αγίου Πνεύματος με την σοφία του κόσμου τούτου; Διότι ο άνθρωπος, που έχει γίνει ναός του
Αγίου Πνεύματος, που έχει δηλαδή έλθει μέσα του το Άγιο Πνεύμα και έχει κατοικήσει μέσα στην καρδιά του, αυτός ο άνθρωπος
αισθάνεται ζωντανά μέσα στην καρδιά του την δύναμι, δηλαδή την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, και έτσι δεν πείθεται ότι έχει
γίνει ναός του Αγίου Πνεύματος από λόγια άλλων ούτε από φιλοσοφικά ή θεολογικά επιχειρήματα άλλων, αλλά γνωρίζει ότι είναι
ναός του Αγίου Πνεύματος από άμεση και προσωπική του εμπειρία· διότι νιώθει, ακούει μέσα του το Άγιο Πνεύμα, που κάνει τον
παπά και τον ψάλτη μέσα στην καρδιά του. Δηλαδή είναι η συμμαρτυρία του Αγίου Πνεύματος στο πνεύμα του ανθρώπου εκείνο
το πράγμα, που δίνει στον άνθρωπο αυτόν την απόλυτη βεβαιότητα ότι έχει γίνει το σώμα του ναός του Θεού, αφού το Πνεύμα το
12
Άγιο ήλθε και σκήνωσε στην καρδιά του. Αυτήν την κατάστασι περιγράφει ο απόστολος Παύλος, όταν λέγη: «Το Πνεύμα του
Θεού κράζει μέσα στις καρδιές μας το αββά ο Πατήρ»
27
. Φωνάζει δηλαδή μέσα μας το Άγιο Πνεύμα απευθυνόμενο προς τον
Πατέρα και λέγει: «Πατέρα μου»!
Αυτό λοιπόν, που περιγράφει ο απόστολος Παύλος, είναι μία πραγματικότητα ή μία φαντασιοπληξία; Πετούσε στα
σύννεφα ο απόστολος Παύλος, όταν το έλεγε αυτό; Αν προσέξετε καλά σε όσα λέει ο απόστολος Παύλος στο κεφ. 8 της προς
Ρωμαίους επιστολής του, θα δήτε ότι μιλάει για πραγματική προσευχή στην καρδιά του ανθρώπου. Αλλά δεν είναι μόνο ο
απόστολος Παύλος που μιλάει έτσι. Και ο Δαυΐδ στους Ψαλμούς του μιλάει έτσι και η Παλαιά Διαθήκη μιλάει έτσι. Γι’ αυτό
βλέπομε εδώ ποιος ήταν ο λόγος που οι αρχαίοι Χριστιανοί, που προητοιμάζοντο για την νοερά προσευχή, πρώτα αποστηθίζανε
όλο το Ψαλτήρι. Αυτήν τη μεγάλη σημασία είχε το Ψαλτήρι γι’ αυτούς· στο να τους βοηθήσει να εργασθούν την νοερά προσευχή.
Δεν ξέρω πόσοι Χριστιανοί σήμερα έχουν διαβάσει ολόκληρο το Ψαλτήρι. Τα παληά χρόνια το διάβαζαν επάνω στους
πεθαμένους πριν την κηδεία. Ίσως τότε να ήταν η μόνη φορά που διάβαζαν ολόκληρο το Ψαλτήρι. Το διάβαζε ο παπάς και, αν
είχε κοντά του κανένα ψάλτη, έβαζε και τον ψάλτη και το διάβαζε. Τα παληά χρόνια, για να χειροτονηθή κανείς επίσκοπος,
έπρεπε να αποδείξη ότι ήξερε το Ψαλτήρι
28
. Γιατί; Γιατί το Ψαλτήρι είχε τόσο μεγάλη σημασία μέσα στην Εκκλησία; Διότι το
Ψαλτήρι έχει προσευχές σχετικές με την νοερά προσευχή. Διότι η νοερά προσευχή στην Εβραϊκή παράδοσι, στην Προφητική
παράδοσι, αλλά και στην αρχαία Χριστιανική παράδοσι, γινόταν και με τους Ψαλμούς. Γι’ αυτόν τον λόγο λέει ο απόστολος
Παύλος «προσεύξομαι τω πνεύματι, προσεύξομαι και τω νοΐ. Ψαλώ τω πνεύματι, ψαλώ και τω νοΐ»
29
. Οπότε η νοερά προσευχή
δεν είναι μόνο προσευχή με λόγια, αλλά είναι και ψαλμωδία, ψαλμός δηλαδή. Γι’ αυτό έχομε και δείγματα από την Παράδοσι ότι
η νοερά ευχή γινόταν και με τους Ψαλμούς. Ένα από αυτά τα παραδείγματα είναι εκείνο του Αγίου Ιωάννου του Κασσιανού, ο
οποίος διδάσκει νοερά προσευχή με Ψαλμούς. Υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες γι’ αυτό το πράγμα
30
.
Οπότε χρειάζεται καμμία φιλοσοφική απόδειξις γι’ αυτά τα θέματα, εφ’ όσον εκείνοι, που πιστεύουν και έχουν φθάσει σ’
αυτήν την κατάσταση της νοεράς προσευχής, έχουν μέσα τους αυτήν την εμπειρία; Και, εφ’ όσον υπάρχη αυτή η εμπειρία, σε τι
χρειάζεται η μεταφυσική; Σε τι χρειάζεται η φιλοσοφία; Σε τι βοηθάει η φιλοσοφία; Βοηθήθηκε ποτέ κανείς ουσιαστικά στην ζωή
του από καμμία φιλοσοφία στο να αποκτήση αυτήν την κατάστασι της νοεράς προσευχής, που ενεργεί αδιάλειπτα μέσα στην
καρδιά, ώστε να γίνη ναός του Αγίου Πνεύματος;
Όταν κανείς δεν έχη τέτοια εμπειρία, αλλά θέλη να την αποκτήση, τότε πηγαίνει και διδάσκεται από τους έχοντας την
εμπειρία αυτή. Η εμπειρία αυτή της νοεράς προσευχής είναι συνήθως - αν και υπάρχουν εξαιρέσεις - απαραίτητη προϋπόθεσις για
να φθάση κάποιος στην εμπειρία της θεώσεως, κατά την οποία αποκτά εμπειρία της ακτίστου δόξης του Θεού. Αυτή η εμπειρία
της θεώσεως είναι αποκλειστικά δώρο Θεού, το οποίο ο Θεός χαρίζει σε όποιους θέλει, όταν θέλη και για όσο θέλει και δεν
εξαρτάται από την ανθρώπινη προσπάθεια. Προϋπόθεσις όμως υπό συνήθεις συνθήκες είναι το να έχη κανείς την νοερά
προσευχή.
13. Η επιστημονική μέθοδος Θεολογίας και ποιος είναι ο θεόπνευστος
Τώρα, όπως ο μαθητής που ενδιαφέρεται για την αστρονομία, διαβάζει από τα βιβλία του για τα άστρα και μετά παρατηρεί
τα άστρα στον ουρανό και αργότερα, όταν μεγαλώση και επιθυμήση να τα μελετήση καλύτερα και να τα γνωρίση από πιο κοντά,
πηγαίνει στο Πανεπιστήμιο, οπότε τα μελετά μέσα από τα τηλεσκόπια, και βλέπει όσα δεν έβλεπε με γυμνό μάτι, έτσι γίνεται και
στην πνευματική ζωή. Ο Χριστιανός, που θέλει να δη την δόξα του Θεού, πρέπει να περάση μέσα από ωρισμένα στάδια εμπειριών
και πνευματικών αναβάσεων. Τα στάδια αυτά, όπως έχομε πη, διακρίνονται στην κάθαρσι, στον φωτισμό και στην θέωσι. Η
πλήρης κατάστασις φωτισμού επέρχεται, όταν ο άνθρωπος αποκτήση την αδιάλειπτη νοερά προσευχή, που ενεργεί μέσα στην
καρδιά του, και γίνη, στην κυριολεξία ναός του Αγίου Πνεύματος.
Στην επιστήμη στην οποιαδήποτε θετική επιστήμη, δεν υπάρχει κάποια αντίστοιχη κατάστασις φωτισμού, δηλαδή σαν
ιδιαίτερη καθοριστική εμπειρία. Μόνο η αντίστοιχη κατάστασις της θεώσεως υπάρχει στις θετικές επιστήμες, τηρουμένων βέβαια
των αναλογιών. Όπως δηλαδή ο θεούμενος, δηλαδή εκείνος που βρίσκεται σε κατάστασι θεώσεως, βλέπει την δόξα του Θεού,
έτσι και ο επιστήμονας βλέπει το ποθούμενο αντικείμενο, το προς παρατήρησι και μελέτη μέσα από τα κατάλληλα όργανα της
επιστήμης του (π.χ. τηλεσκόπιο, μικροσκόπιο κ.λ.π.). Δηλαδή, μόλις καταπιαστή κανείς με μία φυσική επιστήμη, φθάνει αμέσως
στην όραση του αντικειμένου της γνώσεώς του και έρχεται μ’ αυτό σε άμεση επαφή.
Οι επιστήμονες εμπνέονται από αυτά που παρατηρούν. Ο βιολόγος από τα ζώα και φυτά που παρατηρεί, ο μικροβιολόγος
από τα μικρόβια που βλέπει στο μικροσκόπιο κ.λ.π.. Οπότε ο μικροβιολόγος είναι, ας πούμε, μικροβιόπνευστος, ο αστρονόμος
αστρόπνευστος κ.λ.π.. Εμπνέονται δηλαδή ο καθένας από το αντικείμενο της μελέτης του.
Οπότε ο θεολόγος - όχι εκείνος που παίρνει ένα πτυχίο θεολογίας, αλλά εκείνος που αξιώνεται να δη τον Θεόν - τι πρέπει
να είναι κατά αντιστοιχίαν; Βέβαια
θεόπνευστος
. Και ποιος είναι ο θεόπνευστος; Είναι εκείνος, ο οποίος είδε τον Θεόν.
Μετά εκείνος που φθάνει στην φώτιση γιατί λέγεται φωτισμένος; Διότι έχει το Πνεύμα το Άγιο μέσα του, που τον διδάσκει.
Και πως τον διδάσκει; Με την νοερά προσευχή. Προσεύχεται δηλαδή το Πνεύμα το Άγιο μέσα στην καρδιά του και έτσι τον
διδάσκει, τον πληροφορεί δηλαδή σε ό,τι χρειάζεται να κάνη ή να πη. Ένας τέτοιος άνθρωπος πληροφορείται κάθε στιγμή, ποιο
είναι το θέλημα του Θεού για ο,τιδήποτε. Οπότε ο δάσκαλός του της προσευχής, είναι το ίδιο το Πνεύμα το Άγιο. Δηλαδή στην
Θεολογία ο ίδιος ο Θεός είναι και το αντικείμενο της γνωστικής προσπαθείας του ανθρώπου, αλλά και ο δάσκαλος του ανθρώπου,
που τον οδηγεί προς αυτήν την γνώσι, την γνώσι δηλαδή του Θεού, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η θέα του ακτίστου Φωτός.
Επίσης στις θετικές επιστήμες για να φθάση ένας φοιτητής εκεί που θα φθάση, δεν θα πρέπει να διδαχθή από κάποιον την
επιστήμη του; Μόνο από τα βιβλία θα διδαχθή ή και από ζωντανούς και σωστούς επιστήμονες; Θα πρέπη βέβαια να διδαχθή και
από σωστούς επιστήμονες. Θα πρέπη να πάει σε Πανεπιστήμιο και να προσκολληθή σε έναν καθηγητή, που γνωρίζει το
αντικείμενο της γνώσεως που ενδιαφέρει τον φοιτητή, όπως και να αποκτήση μία πεποίθησι ότι πράγματι ο καθηγητής του ξέρει
αρκετά πράγματα γι’ αυτό που θέλει ο ίδιος να μάθη. Βέβαια ο φοιτητής γνωρίζει ότι ο καθηγητής του δεν τα ξέρει όλα. Αυτό το
μαθαίνει από τον ίδιο τον καθηγητή του, ο οποίος, αν είναι συνεπής και έντιμος, θα πρέπει να αποκαλύψη στον φοιτητή του με
σαφήνεια τι γνωρίζει και τι δεν γνωρίζει επάνω στην επιστήμη του. Οπότε ο φοιτητής μαθαίνει από τον καθηγητή του, τι δεν είναι
13

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου