Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2016

Ἡ συκοφαντία εἶναι λάσπη, μὰ λάσπη ἰαματική




Σᾶς συκοφάντησαν. Δὲν εἶστε ἔνοχος. Ὀφείλετε, ὡστόσο, νὰ ὑπομείνετε τὴ συκοφαντία μεγαλόψυχα. Καὶ ἡ ὑπομονὴ σας αὐτὴ θὰ εἶναι ὁ κανόνας, τὸ θεραπευτικὸ ἐπιτίμιο, γιὰ παράπτωμα ποὺ διαπράξατε καὶ γιὰ τὸ ὁποῖο εἶστε ἔνοχος. Μέσα στὴ συκοφαντία, ἑπομένως, εἶναι κρυμμένο τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ… 
Μολονότι δὲν εἶναι εὔκολο, πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ συμφιλιωθεῖτε μὲ τοὺς συκοφάντες σας. Μὲ μίσος στὴν καρδιά, δὲν μπορεῖ νὰ σωθεῖ κανείς. Γὶ΄αὐτὸ ὀφείλουμε νὰ ἀντιδροῦμε μὲ αὐταπάρνηση στὰ ἐμπαθῆ αἰσθήματά μας. Ἔτσι ἐξαφανίζονται καὶ οἱ θλίψεις. Ἡ ἐμπάθεια, βλέπετε, εἶναι ποὺ γεννάει τὴ θλίψη. Γνωρίζω πόσο δύσκολα ὑποφέρεται ἡ συκοφαντία. Εἶναι λάσπη -μὰ λάσπη ἰαματική. Ὑπομονή! Ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ λήξει ἡ δοκιμασία. 
Ὁ Γιατρὸς τῶν ψυχῶν θὰ ἀφαιρέσει τὸ τσουχτερὸ κατάπλασμα 
Συκοφαντοῦσαν καὶ τὸν Κύριο: «Ἰδοὺ ἄνθρωπος φάγος καὶ οἰνοπότης, τελωνῶν φίλος καὶ ἁμαρτωλῶν» (Μάτθ. 11,19). «Δαιμόνιον ἔχει καὶ μαίνεται» (Ἰω. 10,20). Τί μεγάλη δόξα, νὰ μετέχουμε στὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ! Σηκῶστε ταπεινὰ κι ἀγόγγυστα τὸ σταυρό σας. Μὴ λιποψυχεῖτε. Ἂν ἡ συνείδησή σας δὲν σᾶς κατακρίνει, μπορεῖτε νὰ ὑψώνετε πάντα μὲ θάρρος τὸ βλέμμα σας στὸ Θεὸ καὶ νὰ στέκεστε μὲ παρρησία μπροστά Του. Τί πιὸ σπουδαῖο ἀπ’ αὐτό; Νὰ ζεῖτε καὶ νὰ φέρεστε φυσιολογικά. Τὸ πὼς σᾶς βλέπουν οἱ ἄλλοι νὰ μὴν τὸ λογαριάζετε. Μόνο τοῦ Θεοῦ ἡ κρίση ἔχει βαρύτητα, ὡς ἀλάθητη. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι δὲν γνωρίζουμε καλὰ-καλὰ οὔτε τὸν ἴδιο μας τὸν ἑαυτό, πολὺ περισσότερο τὸν πλησίον.

Ὁσίου Θεοφάνους το Ἐγκλείστου

Κατάκριση, λοιδορία, καταλαλιά, συκοφαντία. Αγίου Νεκταρίου


ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ
ΤΟ ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ

ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΚΡΙΣΕΩΣ, ΛΟΙΔΟΡΙΑΣ, ΚΑΤΑΛΑΛΙΑΣ, ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑΣ

Περί κατακρίσεως.
Κατάκριση σημαίνει να κρίνεις και να καταδικάζεις κάποιον για ένα αμάρτημα.

Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος λέει ότι « τίποτα δεν είναι τόσο ευχάριστο για τους ανθρώπους, όσο το να κατακρίνουν τις πράξεις των άλλων». Και ο Χρυσόστομος λέει ότι «με την κατάκριση ανατράπηκαν και βυθίστηκαν ψυχές».
Ο Απόστολος Παύλος διδάσκει σε όλους ότι αυτός που κατακρίνει δεν μπορεί να απολογηθεί. Διότι για το κρίμα που κατακρίνει τον άλλον, κατακρίνει τον εαυτό του. Γιατί τα ίδια κάνει και αυτός που κρίνει.
Και συ άνθρωπε που κρίνεις αυτούς που κάνουν τέτοιες πράξεις και κάνεις αυτά, νομίζεις ότι θα γλυτώσεις την κρίση του Θεού; Ο καθένας κουβαλάει το δικό του φορτίο. Για αυτό και ο Χρυσόστομος παραινεί λέγοντας: «ας μη γινόμαστε λοιπόν πικροί δικαστές των άλλων, για να μη ζητηθούν και από μας ευθύνες. Γιατί έχουμε αμαρτήματα μεγαλύτερα από κάθε συγγνώμη. Επομένως, καλύτερα να ελεούμε εκείνους που έκαναν ασυγχώρητα αμαρτήματα, για να εξασφαλίσουμε κι εμείς οι ίδιοι από πριν για τον εαυτό μας τέτοιο έλεος.
Κι όμως, όσο κι αν φιλοτιμηθούμε, ποτέ δεν θα μπορέσουμε να προσφέρουμε τέτοια φιλανθρωπία, την οποία χρειαζόμαστε εμείς από τον φιλάνθρωπο Θεό…γιατί όποιος μιλάει με φροντίδα και ακρίβεια για τον συνάνθρωπό του, πολύ περισσότερο θα έχει τον Θεό να κάνει το ίδιο για αυτόν. Ας μη μιλάμε λοιπόν ο ένας εναντίον του άλλου.


Και ο Κύριος μας δίνει εντολές λέγοντας: «Μην κρίνετε για να μην κριθείτε. Για το κρίμα που κρίνετε θα κριθείτε και με το μέτρο που μετράτε θα μετρηθείτε. Τι βλέπεις το ξυλαράκι στο μάτι του αδελφού σου, ενώ το δοκάρι στο δικό σου μάτι δεν την καταλαβαίνεις;»

Περί λοιδορίας.

Λοιδορία είναι η κακολογία, η ύβρη, η καταλαλιά.

Ο λοίδορος είναι μοχθηρός, επιρρεπής στο να κατηγορεί και στις ύβρεις. Έχει ακάθαρτη καρδιά. Το πνεύμα του είναι διεστραμμένο και η ψυχή του μοχθηρή. Το στόμα του είναι διεστραμμένο, η γλώσσα του πονηρή, τα χείλη του βέβηλα, οι λόγοι του άδικοι. Γίνεται πικρός δικαστής του αδελφού του, τον κατακρίνει χωρίς απολογία, ανηλεής και αδυσώπητος του επιτίθεται και του απαγγέλει την καταδίκη του. Ο λοίδορος καθόλου δεν διαφέρει από τον δολοφόνο, διότι ο μεν αφαιρεί την ζωή, ενώ ο δε την τιμή, δηλαδή το βάθρο πάνω στο οποίο στηρίζεται η ζωή.

Περί καταλαλιάς και καταλάλου.
Καταλαλιά είναι η κατηγόρια, η κακολογία. Κατάλαλος είναι αυτός που κακολογεί και κατηγορεί τον πλησίον του. Ο Μέγας Βασίλειος λέει «καταλαλιά είναι να μιλάς  εναντίον ενός αδελφού που δεν είναι παρών, με σκοπό να τον συκοφαντήσεις, ακόμα και αν είναι αλήθεια αυτό που λες».

Ο Ιάκωβος ο αδελφόθεος συμβουλεύει λέγοντας: «Αδελφοί, μην καταλαλείτε ο ένας εναντίον του άλλου. Αυτός που καταλαλεί εναντίον του αδελφού του, ή κρίνει τον αδελφό του, καταλαλεί ενάντια στον νόμο, κρίνει τον νόμο.
Αν όμως κρίνεις τον νόμο, δεν τηρείς τον νόμο, αλλά είσαι κριτής του. Ένα είναι ο νομοθέτης που μπορεί να σώσει και να καταστρέψει. Εσύ ποιος είσαι, που κρίνεις τον άλλον»; Ο κατάλαλος με την καταλαλιά τρώει τις σάρκες των αδελφών του (Πατερικόν).
Ο Μέγας Βασίλειος θεωρεί άξιους αφορισμού τον κατάλαλο και αυτόν που τον ακούει, λέγοντας «αν κάποιος βρεθεί να καταλαλεί εναντίον κάποιου ή να ακούει κάποιον να καταλαλεί και να μην τον επιτιμά, να αφορίζεται μαζί του».

Ο κατάλαλος αφαιρεί την τιμή του ανθρώπου, όπως ο φονιάς την ζωή. Και οι δυο είναι εξίσου ανθρωποκτόνοι.

Περί συκοφαντίας και συκοφάντη.

Συκοφαντία είναι η ψεύτικη κατηγορία. Συκοφάντης είναι ο ψεύτης. Και κάποιος σοφός λέει «κανέναν άλλον να μη θεωρείς ψεύτη, παρά τον συκοφάντη. Γιατί μεταξύ ψεύδους και συκοφαντίας δεν υπάρχει καμία διαφορά». Συκοφάντη οι παλιότεροι και οι τωρινοί ονομάζουν τον διαβολέα και τον προσαγωγέα.

Είναι βέβαιο ότι ο διάβολος έχει εφεύρει την συκοφαντία. Δηλητήριο σκορπιού η γλώσσα του συκοφάντη. Δεν παρατάει το έργο του ο συκοφάντης, όταν επιπλέον αντιληφθεί ότι και οι άρχοντες επιθυμούν τη συκοφαντία. Μηχανεύεται ψέματα και διαβάλλει με κάθε τρόπο. Ο Κύριος θα εξολοθρεύσει όλα τα πονηρά χείλη. Η γλώσσα του συκοφάντη μισεί την αλήθεια. Η συκοφαντία γκρέμισε νέους και γέροντες, άρχοντες και δυνάστες. Ο συκοφάντης χαίρεται πολύ περισσότερο, όσο με τις πράξεις του γίνεται δημοφιλής.

Απόδοση στα νέα Ελληνικά
Γεώργιος Τέζας - Φιλόλογος



ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ
ΤΟ ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ

Το πάθος τής συκοφαντίας


Η συκοφαντία είναι ψευδής κατηγορία. Είναι, διαβολή. Και είναι βέβαιο ότι ο διάβολος είναι εφευρέτης της συκοφαντίας, ως πατέρας του ψεύδους, εφόσον ο συκοφάντης είναι εκείνος που κατεξοχήν ψεύδεται. Το να σηκώσει ο άνθρωπος τη συκοφαντία είναι μεγάλος άθλος. Και τον σηκώνει μόνο εκείνος που προσβλέπει προς τον Κύριο Ιησού, ο οποίος όταν «ενηνθρώπησε» και ήλθε στη γη, σήκωσε τον Σταυρό της συκοφαντίας και οδηγήθηκε ως τον ατιμωτικό θάνατο.
Η συκοφαντία είναι μέγα άλγος για τον συκοφαντούμενο και φοβερή δοκιμασία για την πνευματική του υπόσταση. «Ουκ έστιν», μας λέει ο Ιερός Χρυσόστομος, «ουδέν αφορητότερον τοις οδυνωμένοις λόγον δυνάμενον δακείν ψυχήν»(1). Δεν υπάρχει δηλαδή τίποτε πιο αφόρητο για όσους υφίστανται την οδύνη της συκοφαντίας, γιατί η συκοφαντία είναι πραγματικά δάγκωμα για την ψυχή. Γι' αυτό και ο προφήτης Δαβίδ έλεγε προς τον Κύριο: «Λύτρωσέ με από τις συκοφαντίες των ανθρώπων και θα φυλάξω τις εντολές σου»(2).
Τί είναι όμως εκείνο που κινεί τον άνθρωπο στο να συκοφαντεί τον συνάνθρωπό του και να λέει ψέματα εναντίον του;
Η ασκητική εμπειρία μας έχει υποδείξει ότι τα κίνητρα του συκοφάντη συνήθως είναι η ζήλεια, ο φθόνος, η μνησικακία, η υπερηφάνεια και τα σαρκικά πάθη. Γι' αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κατάκριση, η κακολογία, και πολύ περισσότερο η συκοφαντία, είναι επισφράγισμα και ενεργοποίηση άλλων παθών, τα οποία λερώνουν την ψυχή και της προκαλούν ανεπανόρθωτη βλάβη.
Μας λέει ο όσιος Θαλάσσιος: «Η ψυχή του κακόγλωσσου και του συκοφάντη έχει πολύ κακή γλώσσα. Ένας τέτοιος άνθρωπος βλάπτει τον εαυτό του, αυτόν που τον ακούει και καμιά φορά και αυτόν που συκοφαντεί»(3).
Επίσης αυτός που εξευτελίζει και συκοφαντεί τον πλησίον του εξοργίζει τον Θεό και οι συνέπειες για τη στάση του αυτή είναι πολύ βαριές, διότι έχει ως αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί από τη Χάρη του Θεού. Ο αββάς Ησαΐας λέει ότι «αυτός που κατηγορεί και εξουθενώνει τον αδελφό του, αποξενώνει τον εαυτό του από το έλεος που απολαμβάνουν οι Άγιοι»(4). Και ο Νικήτας Στηθάτος μας υπογραμμίζει ότι η εγκατάλειψη της Χάρης έχει σαν αποτέλεσμα την πτώση ή σε παράπτωμα σαρκικό ή σε παράπτωμα γλώσσας ή λογισμού . Και η πτώση αυτή, αν δεν επέλθει η μετάνοια, ώστε να αποκατασταθεί η σχέση με τον Θεό και τον αδελφό, «είναι θάνατος της ψυχής», δηλαδή βίωμα κόλασης πριν από την επικείμενη κόλαση.
Οι Άγιοι σκέπαζαν τα αμαρτήματα του πλησίον, για να μας υποδείξουν την αγάπη και τη συγχωρητικότητα και το ότι πρέπει να ασκήσουμε τον εαυτό μας στο να μην κακολογούμε και να μη λέμε ψέματα εναντίον του αδελφού μας.

Αναφέρει το Γεροντικό ότι κάποιος από τους Πατέρες είδε έναν αδελφό να αμαρτάνει Έκλαψε τότε πικρά και είπε: «Αυτός σήμερα, εγώ αύριο!», θέλοντας να δείξει πόσο τρεπτή είναι η ανθρώπινη φύση και πόσο όλοι είμαστε επιρρεπείς προς την αμαρτία.

Συνήθως βέβαια οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν την εντύπωση ότι δεν κακολογούν και δεν συκοφαντούν κανέναν, αλλά ότι εκείνοι υφίστανται κατηγορίες και συκοφαντίες από το περιβάλλον τους. Όμως και οι ανακρίβειες, οι υπερβολές, οι εύκολες κρίσεις και κατακρίσεις, που τόσο πολύ ασύστολα σήμερα διατυπώνονται από μερικούς από μας για οποιονδήποτε ήθελε πέσει στην κριτική μας, είναι συχνά δυσφημιστικές και συκοφαντικές για το πρόσωπο του πλησίον.

Όλοι έχουμε δοκιμάσει την πικρότητα και το φαρμάκι της συκοφαντίας. Κι αυτό γιατί άλλα κίνητρα είχαμε εμείς σε κάποια κίνηση μας και άλλα κίνητρα μας απέδωσαν οι άνθρωποι του περιβάλλοντός μας. Και συχνά μπορεί αυτοί να είναι και φίλοι μας ή συγγενείς μας ή και πνευματικοί αδελφοί μας, οπότε ο πόνος μας γίνεται μεγαλύτερος και περισσότερο απαράκλητος.

Ας προσέχουμε λοιπόν να μην έχουμε στο στόμα μας δολιότητα για τον αδελφό μας. Γιατί η συκοφαντία είναι εξουθενωτική για τον κάθε άνθρωπο, «ακόμη και τον πιο συνετό τον κάνει να παραφέρεται και να χάσει την ευγένειά του»(5).

Εκτός όμως απ' αυτά η πείρα έχει δείξει ότι ο Κύριος «ταπεινώνει τον συκοφάντη»(6), ο οποίος με τη μοχθηρία του αυξάνει πάρα πολύ τις συμφορές του και πέφτει τελικά στο λάκκο που ανοίγει για τον πλησίον του.

Η κακολογία και η συκοφαντία δείχνουν ότι ο άνθρωπος που τις έχει εγκολπωθεί νοσεί και χρειάζεται θεραπεία η ψυχή του. Και η θεραπεία επέρχεται με το να «έλθουμε στον εαυτό μας», να δούμε τα δικά μας πάθη και να θεωρήσουμε ότι όλοι είμαστε συνυπεύθυνοι για τις αμαρτίες και τα λάθη που γίνονται στο χώρο μας και ανάμεσά μας. Θα πρέπει να αρχίσουμε να αμφιβάλλουμε για την κρίση μας, διότι αυτή δεν είναι πάντα ασφαλής. Τα αισθητήριά μας συχνά κάνουν λάθος. Δεν γνωρίζουμε την πρόθεση του άλλου, γι' αυτό ερμηνεύουμε λανθασμένα τη συμπεριφορά του. Άλλωστε δεν έχουμε τη δυνατότητα να κρίνουμε τον άλλο, γιατί δεν μπορούμε να μπούμε στην ψυχή του. Η κρίση είναι έργο μόνο του Θεού.

Και σε τελευταία ανάλυση, τί ωφελεί το να συκοφαντήσουμε τον συνάνθρωπό μας ή το να παρουσιάσουμε το τυχόν σφάλμα του, έστω κι αν ακόμη είναι αληθινό; Αν το σκεφθούμε ώριμα, θα δούμε ότι αυτή η ενέργειά μας εξυπηρετεί μόνο την εμπάθειά μας.

Πώς όμως θα αντιμετωπίσουμε τους άλλους όταν εμείς οι ίδιοι είμαστε θύματα της συκοφαντίας τους;

Ο άνθρωπος ο οποίος θέλει να διατηρήσει αλώβητη τη σχέση του με τον Κύριο Ιησού και τον αδελφό, που είναι απαραίτητα στοιχεία για να μη χάσει το πρόσωπό του, αφενός μεν φροντίζει να υπομείνει την αδικία της συκοφαντίας με σιωπή, ταπείνωση και προσευχή, χωρίς να καλλιεργεί πάθος και εκδικητικότητα για τον συκοφάντη, και αφετέρου φροντίζει με τη στάση του να βοηθήσει και τον άνθρωπο που τον αδικεί, να καταλάβει το σφάλμα του και να διορθωθεί. Εκείνο δε που τον παρηγορεί και τον κάνει να πάρει δύναμη είναι το ότι έχει ως στόχο του την Κρίση του Πανάγιου και Δικαιοκρίτη Θεού, καθώς το λέει και ο Μ. Βασίλειος προς τη Σιμπλικία, μια αιρετική γυναίκα που τον κατηγόρησε και τον συκοφάντησε πολύ προκλητικά: «Προτιμώ», της λέει, «από τους γήινους διχαστές, να περιμένω τον Ουράνιο Δικαστή, ο Οποίος ξέρει να υπερασπίζεται κάθε είδους αδικία καλύτερα από τον καθένα»(7).

Άλλωστε αυτός που μας συκοφαντεί γίνεται αίτιος να λάβουμε μεγάλη Χάρη. Μας το παραγγέλλει κι ο Κύριός μας, όταν λέει: «Μακάριοι είσθε όταν σας μισήσουν οι άνθρωποι... και σας χλευάσουν και δυσφημήσουν το όνομά σας εξαιτίας του Υιού του ανθρώπου. Να χαίρεσθε και να αγάλλεσθε όταν συμβεί αυτό, γιατί θα είναι μεγάλος ο μισθός σας, μεγάλη δη λαδή η Χάρη, που θα λάβετε στον Ουρανό»(8).

Στον μεγάλο αυτό άθλο της υπέρβασης της συκοφαντίας, που πολύ λίγοι βέβαια μπορούν να τον σηκώσουν με χρηστότητα, αναφέρεται το μικρό τούτο τευχίδιο με τον τίτλο: «Το πάθος της συκοφαντίας».

Για να γνωρίσουμε το φοβερό αυτό πάθος της συκοφαντίας, διαλέξαμε και μεταφράσαμε ένα λόγο του Αντιόχου του μοναχού που αναφέρεται στη συκοφαντία και ένα λόγο του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου από το βιβλίο του «Χρηστοήθεια». Επίσης προσθέσαμε και μερικές ωφέλιμες ιστορίες από την Αγία Γραφή και τη ζωή των ασκητών της ερήμου, οι οποίες μας μαλακώνουν την ψυχή και μας βοηθούν να είμαστε πιο ευαίσθητοι στο θέμα της κακολογίας και της συκοφαντίας προς τους αδελφούς μας. Ή, αν είμαστε στη δυσμενή θέση του συκοφαντημένου, να σηκώσουμε τον πόνο της συκοφαντίας με καρτερικότητα και, όσο γίνεται, με ειρήνη ψυχής, για να επιδοθούμε με περισσότερη θέρμη στο έργο της εν Χριστώ τελειώσεως και οικοδομής μας.

Αυτή είναι και η ευχή μας για όλους τους αδελφούς αναγνώστες και αυτής της Εκδόσεώς μας.

Περί συκοφαντίας και συκοφάντη.


Συκοφαντία είναι η ψεύτικη κατηγορία. Συκοφάντης είναι ο ψεύτης. Και κάποιος σοφός λέει «κανέναν άλλον να μη θεωρείς ψεύτη, παρά τον συκοφάντη. Γιατί μεταξύ ψεύδους και συκοφαντίας δεν υπάρχει καμία διαφορά». Συκοφάντη οι παλιότεροι και οι τωρινοί ονομάζουν τον διαβολέα και τον προσαγωγέα. Είναι βέβαιο ότι ο διάβολος έχει εφεύρει την συκοφαντία. Δηλητήριο σκορπιού η γλώσσα του συκοφάντη. Δεν παρατάει το έργο του ο συκοφάντης, όταν επιπλέον αντιληφθεί ότι και οι άρχοντες επιθυμούν τη συκοφαντία. Μηχανεύεται ψέματα και διαβάλλει με κάθε τρόπο. Ο Κύριος θα εξολοθρεύσει όλα τα πονηρά χείλη. Η γλώσσα του συκοφάντη μισεί την αλήθεια. Η συκοφαντία γκρέμισε νέους και γέροντες, άρχοντες και δυνάστες. Ο συκοφάντης χαίρεται πολύ περισσότερο, όσο με τις πράξεις του γίνεται δημοφιλής. Αγίου Νεκταρίου «ΤΟ ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ»

Η αντιμετώπιση της συκοφαντίας(Αγ.Μαξίμου του Ομολογητού)


Μικρή γεύση από την ασκητική εμπειρία του αγίου Μάξιμου του Ομολογητή, σχετικά με την αντιμετώπιση της συκοφαντίας και του συκοφάντη, με την καθαρότητα της ψυχής που έγκειται στην εφαρμογή των λόγων του Κυρίου, σχετικά με την αληθινή φιλία και την περίθαλψη. Όλα αυτά περιστρέφονται, κατά τον άγιο, γύρω από την αληθινή αγάπη του Θεού. 
Όλα τα κάνει για να μην εκπέσει από το σκοπό της αγάπης.

«Όταν μας δουν οι δαίμονες να περιφρονούμε τα πράγματα του κόσμου, ώστε να μη μισούμε εξ αιτίας αυτών τους ανθρώπους και εκπέσουμε από την αγάπη, τότε παρακινούν άλλους να μας συκοφαντήσουν, ώστε, μη υποφέροντας την λύπη, να μισήσουμε εκείνους που μας συκοφάντησαν.

Δεν υπάρχει βαρύτερος πόνος της ψυχής από την συκοφαντία, είτε συκοφαντείτε κανείς για θέματα πίστεως, είτε για θέματα ηθικής, και κανένας δεν μπορεί να αδιαφορήσει γι’ αυτήν, παρά μόνο εκείνος που είναι προσηλωμένος στον Θεό, όπως η Σωσάννα, ο οποίος Θεός είναι ο μόνος που μπορεί να μας ελευθερώσει από τις δυσκολίες, όπως ακριβώς ελευθέρωσε και εκείνη, και να φανερώσει στους ανθρώπους την αλήθεια, όπως έκανε και στην περίπτωση εκείνης, και να παρηγορήσει την ψυχή με την ελπίδα.

Όσο περισσότερο προσεύχεσαι με όλη τη δύναμη της ψυχής σου για εκείνον που σε συκοφάντησε, τόσο περισσότερο και ο Θεός γνωρίζει την αλήθεια σε εκείνους που σκανδαλίσθηκαν.

Εκ φύσεως αγαθός είναι μόνο ο Θεός, και αγαθός με τη θέλησή του είναι μόνο εκείνος που μιμείται τον Θεό. Διότι ο σκοπός αυτού είναι να συνενώσει τους κακούς με τον εκ φύσεως αγαθό Θεό, για να γίνουν αγαθοί. Γι’ αυτό, ενώ κατηγορείται απ’ αυτούς, επαινεί αυτούς, ενώ διώκεται, δείχνει ανοχή, ενώ συκοφαντείται, μιλάει με καλοσύνη, και ενώ οδηγείται στο θάνατο, προσεύχεται γι’ αυτούς. Όλα τα κάνει για να μην εκπέσει από το σκοπό της αγάπης.

Οι εντολές του Κυρίου μας διδάσκουν να χρησιμοποιούμε σωστά τα κοινά πράγματα του κόσμου, η σωστή χρήση των πραγμάτων αυτών καθαρίζει την ψυχή από την κατάσταση στην οποία βρίσκεται, η καθαρή αυτή κατάσταση της ψυχής γεννάει την ορθή γνώση των πνευματικών εννοιών, η επίγνωση αυτή γεννάει την απάθεια, από την οποία γεννιέται η τέλεια αγάπη.

Δεν έχει ακόμη την απάθεια εκείνος που εξ αιτίας κάποιου πειρασμού δεν μπορεί να παραβλέψει το ελάττωμα του φίλου του, είτε αυτό είναι πραγματικά ελάττωμα, είτε θεωρείται σαν ελάττωμα. Διότι ταρασσόμενα τα πάθη που υπάρχουν μέσα στην ψυχή τυφλώνουν τον νου και δεν τον αφήνουν να δει το φως της αλήθειας, ούτε να ξεχωρίσει το καλό από το κακό. Επομένως ο άνθρωπος αυτός δεν απέκτησε ούτε την τέλεια αγάπη, που απομακρύνει το φόβο της κρίσεως.

Φίλου πιστού δεν υπάρχει αντάλλαγμα. Επειδή θεωρεί δικές του τις συμφορές του φίλου και υποφέρει μαζί με αυτόν κακοπαθώντας μέχρι θανάτου.

Υπάρχουν πολλοί φίλοι, αλλά κατά τον καιρό της ευτυχίας, κατά τον καιρό όμως των δοκιμασιών μόλις και μετά δυσκολίας θα μπορέσεις να βρεις ένα.

Τον κάθε άνθρωπο πρέπει να τον αγαπάμε μέσα από την ψυχή μας, αλλά πρέπει να αναθέτουμε την ελπίδα μόνο στο Θεό και να τον υπηρετούμε με όλη τη δύναμή μας. Διότι, εφόσον αυτός μας συντηρεί, και οι φίλοι τότε θα μας φροντίζουν, και όλοι οι εχθροί θα είναι ανίσχυροι απέναντί μας».

(Απόσπασμα από τα ‘’Κεφάλαια περί αγάπης’’, του αγίου Μάξιμου του Ομολογητή, Φ. ΕΠΕ 14, σελ. 345- 347).ΠΗΓΗ

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΩΥΣΗΣ: «Η ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ»



Του Γέροντος Μωυσέως, του Αγιορείτου
Ο συκοφάντης είναι δεινός ψεύτης, κακός άνθρωπος, δόλιος και ζηλόφθονος. Πρόκειται για πρόσωπο δειλό, διαστροφικό και ακαλλιέργητο. Έχει επιπολαιότητα, ρηχότητα, μετριότητα και περιέργεια.
Η εμπάθεια, η ιδιοτέλεια, η έπαρση και η υστεροβουλία τον χαρακτηρίζουν. Δεν πτοείται να σπιλώσει, να ατιμάσει, να καταρρακώσει τον υποτιθέμενο εχθρό του. Ικανοποιείται με τον διασυρμό του άλλου και τη διαπόμπευσή του. Διακατέχεται από απάνθρωπα και θηριώδη ένστικτα. Το πάθος τον μεθά, τον θολώνει, τον ευχαριστεί, τον μαγεύει.
Οι συκοφάντες χαίρονται ιδιαίτερα όταν βρίσκουν ακροατές και αναγνώστες των ψευδών τους και μεταφορείς των φαντασιών τους. Παγιδεύουν απρόσεκτους και αδαείς φίλους, τους οποίους δεν είναι καθόλου δύσκολο αύριο να διασύρουν κι αυτούς για να διαδώσουν ανυπόστατες κατηγορίες. Η συκοφαντία είναι χειρότερη της κατηγορίας, γιατί εσκεμμένα χρησιμοποιεί το ψεύδος εναντίον άλλου. Η εμπάθεια του συκοφάντη είναι φοβερή. Συνεργάζονται το μίσος και η κακία, η ζήλια και ο φθόνος, η εχθρότητα και η απάτη.
Φυσικά δεν παραδέχεται το αμάρτημά του.
Υποκρίνεται χυδαία, κάνει μάλιστα και τον φίλο στον συκοφαντούμενο για να μην υποψιαστεί από κανέναν. Μπορεί μία απλή συκοφαντία να ξεκινήσει από έναν αστεϊσμό, αλλά να καταλήξει σε φοβερή περιπέτεια. Ο αθώος αδικείται, περιπαίζεται, ταλαιπωρείται, δεν γνωρίζει τι να κάνει.
Οι συκοφάντες είναι άδικοι, αδίστακτοι, απεχθείς, θηρία ανήμερα, δηλητηριώδη φίδια, επικίνδυνοι σκορπιοί.