Τετάρτη 24 Αυγούστου 2016

Άγιος νέος ιερομάρτυς Ονούφριος,Αρχιεπίσκοπος Κούρσκ(+1938)


Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ονούφριος κατά κόσμον Αντώνιος Μαξίμοβιτς, γεννήθηκε στις 2 Απριλίου 1889 . στην επαρχία του Χόλμ. το 1915 τελείωσε την εκκλησιαστική ακαδημία της Αγίας Πετρουπόλεως και το 1915 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και τοποθετήθηκε ως εφημέριος σε μία ενορία. 
Στις 8 Ιανουαρίου 1923 εξελέγη Επίσκοπος της Οδησσού και ωφέλησε πνευματικά το λαό της πόλεως και ιδιαίτερα τους νέους. Συνελήφθη από το καθεστώς των Μπολσεβίκων το 1924 , αλλά αφέθηκε ελεύθερος, για να περάσει και πάλι την δοκιμασία της συλλήψεως το 1927. 
Το 1934 εκλέγεται Επίσκοπος της πόλεως Κούρσκ. Το 1935 μετατίθεται στα Ουράλια και το 1938 δολοφονείται για τη δράση του από ανθρώπους του καθεστώτος.Η αγιοκατάταξή του έγινε το 2000.Η μνήμη του τιμάται στις 19 Μαίου.

Όσιος Αλέξιος (Σουσάνια)ο Γεωργιανός +18 Ιανουαρίου 1923



Ο Άγιος Αλέξιος Σουσάνια γεννήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 1852 στην πόλη Noqalaqevi,της Γεωργίας.Ο πατέρας του πέθανε το 1868,όταν ο Αλέξιος ήταν 16 ετών-και τον ευλόγησε όπως να προσέχει την οικογένεια.

Την ίδια χρονιά ταξίδεξε στα Ιεροσόλυμα και έπειτα στην Κωνσταντινούπολη όπου επισκέφτηκε τον θείο του Ισλάμ Σουσάνια ο οποίος ήταν έναςγνωστός πανέξυπνος και ευλαβής έμπορος.Μέσα του γεννήθηκε η επιθυμία να γίνει και αυτός έμπορος.όμως σύντομα κατάλαβε πως άλλο ήταν το θέλημα του Θεού.
   Μία ημέρα δανείστηκε από το θείο του μία μικρή εικόνα του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου.Τοποθετώντας την στο δωμάτιό του άρχισε μέσα του μια μάχη.Από τη μια μεριά η αγάπη του για τη μητέρα του,τ'αδέλφια του και τους φίλους του και από την άλλη μία δυνατή  κλήση  προς την πνευματική ζωή.Μετά από πολλές ώρες σκέψεως αναρωτήθηκε:«Πώς θα εκπληρώσω την επιθυμία του πατέρα μου.Μου εμπιστεύθηκε την οικογένεια.Πώς θα το συμβιβάσω αυτό με την κλίση του Κυρίου»;
 Τότε άκουσε μέσα του μία φωνή που έλεγε:Εαν θα πεθάνεις τώρα ποιός θα εκπληρώσει την επιθυμία του πατέρα σου»;Ο Αλέξιος κατάλαβε ότι ο Θεός θα τους προστατέψει.Τότε άκουσε μία εσωτερική φωνή να του λέει:«Τότε να πεθάνεις για τον κόσμο και εμπιστεύσου τα πάντα στο Θεό».
  Τα αδέλφια του δέχθηκαν με λύπη την αποφασή του, η μητέρα του όμως ευχαρίστησε τον Κύριο και του έδωσε την ευλογία της.
Με τη μητέρα του και τις αδελφές του.

 Ο Αλεξιος άρχισε μία σκληρή ασκητική ζωή.Πηγαίνοντας από χωριό σε χωριό περιποιούνταν και βοηθούσε όσους έπασχαν από φυματίωση,χολέρα και άλλες βαριές ασθένειες,ενώ έθαβε τα σώματα των άστεγων.
 όλοι άρχισαν να πιστεύουν πως είναι ένας δια Χριστόν σαλός.Δίδασκε τον λόγο του Θεού παντού.Με τα κυρηγματά του κατάφερε να πείσει την μητέρα του Έλενα,την μικρή του αδελφή Σαλομέα και τον αδελφό του Βησαρίωνα,να γίνουν μοναχοί.Ο Βησαρίωνας μάλιστα έμεινε στα Ιεροσόλυμα για πολλά χρόνια.
Εκάρη μοναχός και έλαβε το μεγάλο αγγελικό σχήμα στην μονή Μαρτβίλι.Για κάποιο χρονικό διάστημα πήγε στο Άγιον Όρος και στην Λαύρα των Σπηλαίων.Έπειτα επέστρεψe στην Γεωργία.
 Το 1886 χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος στην μονή Κόμπι και το 1888 χειροτονήθηκε ιερομόναχος από τον επίσκοπο Γκριγκόλ.
Φρόντιζε εν συνεχεία τους φτωχούς και τους αρρώστους.Στο κελί του είχε ένα σταυρό στο μέγεθος του Τιμίου Σταυρού για να θυμάται πως ο Σίμωνας ο Κυρηναίος κουβάλησε τον Σταυρό του Κυρίου.
 Τα τελευτάια χρόνια της ζωής του τα πέρασε κοντά στα ξαδέλφια του τους ιερομονάxους Ακεψιμά και Παχώμιο.
Εκοιμήθη στις 18 Ιανουαρίου 1923.Τα ξαδέλφια του έμειναν κλεισμένοι μέσα στο ταπεινό κελάκι τους 40 ημέρες,φοβούμενοι μήπως τους το γκρεμίσουν οι κομμουνιστές.Έπειτα κήδεψαν τον Αλέξιο στο Τεκλάτι και οι ίδιοι έφυγαν για την μονή των Αγίων Αρχαγγέλων.Με την ευλογία του μητροπολίτου Εφραίμ τα ξαδέλφια του Ακεψιμάς και Παχώμιος μετέφεραν το άφθαρτο σώμα του από το Τεκλάτι στο μοναστήρι των Αγίων Αρχαγγέλων,στις 8 Ιανουαρίου 1960.
   Η αγιοκατάταξη του αγίου πατρός Αλεξίου έγινε στις 18 Σεπτεμβρίου 1995

Όσιος Θεοφάνης ο Γραπτός, ο Ομολογητής & Υμνογράφος επίσκοπος Νικαίας (778-845)




ΒΙΟΣ
Οἱ Ὅσιοι Πατέρες ἠμῶν Θεόδωρος καί Θεοφάνης, οἱ ἐπικαλούμενοι Γραπτοί, ἐγεννήθησαν εἰς τήν Μωαβίτιδα γῆν ἀνατολικά τῆς Νεκρᾶς Θαλάσσης, κατά τά ἔτη 775 καί 778 ἀντιστοίχως. Ἐξ ἀρχῆς οἱ μακάριοι ἔλαβαν τήν μεγίστην εὐλογίαν παρά Θεοῦ νά ἔχωσι γονεῖς ἐνάρετους καί εὐλαβεῖς σφόδρα, ἐπιμελουμένους μετά σπουδῆς πάσας τᾶς ἀρετᾶς, ἐξαιρέτως δέ αὐτήν τῆς φιλοξενίας. Ὁ πατήρ τῶν Ἰωάννης, ἀπαρνησάμενος τά τοῦ κόσμου ἐκάρη Μοναχός εἰς τήν τοῦ Ἁγίου Σάββα Λαύραν μετονομασθεῖς Ἰωνάς.
Οὗτος ὁ τρισόλβιος διά συντόνου ἐγκρατείας, ὑπακοῆς καί ταπεινοφροσύνης ἔφθασεν εἰς ὕψος ἀρετῆς καί ἠξιώθη τῆς τῶν Ὁσίων καί θεοφόρων Πατέρων χορείας ἐν τοίς οὐρανοίς.(Ἡ ἐτήσιος μνήμη τοῦ ἑορτάζεται τήν 21ην τοῦ μηνός Σεπτεμβρίου μετά τοῦ ὁμωνύμου Προφήτου Ἰωνά).
Οἱ δυό νεαροί ἀδελφοί, ὄντες εἰς ἀκμάζουσαν νεότητα καί δίχως νά ὑπολείπονται εἰς τήν πλήρην γνῶσιν τῆς ἱερᾶς καί θύραθεν σοφίας, ἐφλέχθησαν ὑπό τοῦ Θείου ἔρωτος καί τοῦ πόθου τῆς ἀγγελικῆς πολιτείας. Ὅθεν σπεύσαντες κατέφθασαν εἰς τήν περιώνυμον Λαύραν τοῦ Ἁγίου Σάββα περί τό ἔτος 800 παρέμειναν δέ πλησίον τῆς Μονῆς εἰς τί κελλίον, εἰς τό ὁποῖον ἠγωνίζετο ὁ Θεῖος Μιχαήλ ὁ Σύγκελλος, ἀνήρ ἔμπλεος τῶν χαρίτων τοῦ Πνεύματος. Ἕνδεκα χρόνους ἔκαμαν οἱ Ἅγιοι εἰς τήν ὑπακοήν τῆς Μονῆς, καί ὑπερέβησαν ἅπαντας κατά τήν ἔνθεον πολιτείαν. Ὅθεν μέ θείαν νεύσιν ἐκλήθησαν εἰς τήν Ἁγίαν Πόλιν καί ἠξιώθησαν τοῦ ὑπέρτατου λειτουργήματος τῆς Ἱερωσύνης. Δύο χρόνους ἀργότερον (813) οἱ θεόπνευστοι ἄνδρες μετά καί τοῦ σοφωτάτου διδασκάλου τῶν Μιχαήλ, ἀναλαμβάνουσι κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Πατριάρχου τήν ἐκπλήρωσιν ἱερωτάτης καί ὑπευθύνου ἀποστολῆς διά θέματα πίστεως (ἀντίκρουσιν τῆς αἱρετικῆς προσθήκης τοῦ filioque ὑπό Λατίνων Μοναχῶν) καί διά τήν οἰκονομικήν ἐνίσχυσιν τοῦ χειμαζόμενου Πατριαρχείου ὑπό τῶν Ἀράβων.
Τό ταξίδιον πρός τήν Ρώμην σταματᾶ εἰς τήν Βασιλεύουσαν. Ἡ παραμονή τῶν Ἁγίων στήν Κωνσταντινούπολιν συμπίπτει μέ τήν ἀναζωπύρωσιν τῆς εἰκονομαχικῆς ἔριδος (815) ἐπί Λέοντος Ἐ' τοῦ Ἀρμενίου. Οἱ ὁμολογηταί ἀδελφοί ξεκινοῦν πλέον τήν μαρτυρικήν ὁδόν, ἡ ὁποία θά τούς ἀναδείξει μεγίστους φωστήρας καί Μάρτυρας τῆς Ἀληθείας. Κατά τό διάστημα εἴκοσι ὁλοκλήρων ἐτῶν οἱ Ἅγιοι ὑφίστανται δεινότατα βασανιστήρια καί φυλακίσεις. Ἐξορίζονται δυό φορᾶς, σύρονται εἰς δημοσίους δίκας, μαστιγώνονται ἀπηνῶς... Τίς δύναται νά περιγράψη τᾶς ταλαιπωρίας καί τά μαρτύρια, πού ὑπέμειναν οἱ ὅσιοι, τᾶς φυλακάς, τά ναυάγια, τούς λιμούς, τᾶς ἠλιακᾶς ἐκκαύσεις, τό ψύχος, τούς ραβδισμούς, τᾶς πληγᾶς, τά ραπίσματα, τούς καθ' ἡμέραν θανάτους. Ἰδιαιτέρως κατά τήν τελευταίαν ἐξορίαν ἐπί τοῦ ἀσεβέστατου καί θεομάχου Θεοφίλου (834-836), οἱ μακάριοι ἐκόσμησαν ἔτι περισσότερον τά πολύαθλα σώματα τῶν διά τῶν στιγμάτων τοῦ μαρτυρίου καί ἐκάλλυναν τᾶς ἁγίας τῶν ψυχᾶς μέ τήν ὑπομονήν καί καρτερίαν.
Τόν Ἰούλιον τοῦ 836 διατάσσονται νά παρουσιασθώσι ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορος Θεοφίλου εἰς τό Χρυσοτρίκλινον. Οἱ Ἅγιοι ἵστανται σιωπηλῶς καί ἐξοργίζουσι τόν αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος προστάζει τήν κακοποίησιν καί τόν στιγματισμόν τῶν. Κατόπιν τετραημέρου καί ἄσπλαχνου βασανισμοῦ εἰς τήν δημοσίαν φυλακήν τοῦ Πραιτωρίου ὑποβάλλονται εἰς ἐν πρωτοφανές καί ἀπάνθρωπον κολαστήριον: ἐπί πολλᾶς ὥρας ἐκκεντοῦνται εἰς τά μέτωπα μέ πυρακτωμένας βελόνας καί πολλήν βαρβαρότητα.
Τό χάραγμα αὐτό τῶν Ἁγίων ὅπως μας παραδίδεται ἀπό τά Συναξάρια καί τούς Χρονογράφους ἔγινε σέ δώδεκα ἰαμβικούς στίχους. Καί καθώς ἐστάλαζεν ἀκόμη τό μαρτυρικόν αἷμα ἀπό τά τίμια πρόσωπα τῶν ἀπήντησαν περιχαρεῖς πρός τόν ἔπαρχον:

«Γίνωσκε, ὅτι ὅταν ὑπάγωμεν εἰς τόν Παράδεισον καί μᾶς ἴδωσι τά Χερουβίμ, θέλουσιν εὐλαβηθεῖ τᾶς ὄψεις ἠμῶν, καί θά μᾶς κάμουσιν τόπον νά εἰσέλθωμεν εὐφραινόμενοι, ἐπειδή ἄλλος τίς ποτέ δέν ἠξιώθη ὡς ἠμεῖς νά χαράξωσι διά τόν Δεσπότην Χριστόν τήν ὄψιν αὐτοῦ».
Ὁ ἀνήμερος Βασιλεύς εὐθύς μετά τήν κακοποίησιν τῶν ὁμολογητῶν ἀδελφῶν τούς ἐξώρισεν διά τρίτην φορᾶν εἰς τήν Ἀμάσειαν τῆς Βιθυνίας προστάσσων νά μή τούς θάψωσι μετά θάνατον, ἀλλά νά μείνωσιν οὕτως εἰς καταφρόνησιν. Ἐβασανίσθησαν οἱ μακάριοι πολύν καιρόν εἰς τήν δεινήν ἐκείνην ἐξορίαν πολιτευόμενοι ἐναρέτως καί ὀρθοδόξως καί τόσην ἀρετήν καί ἐγκράτειαν εἶχον, ὥστε διῆγον ὡς ἀσώματοι Ἄγγελοι.
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ἀπό τήν μεγάλην κακοπάθειαν καί τό γῆρας ἠσθένησεν καί τήν ἡμέραν τῆς τελειώσεως τοῦ Πρωτομάρτυρος καί Ἀρχιδιακόνου Στεφάνου, ὁ τούτου ζηλωτής καί τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ ἐπώνυμος, παρέδωκε τήν ἁγίαν αὐτοῦ ψυχήν εἰς τᾶς ἀχράντους χείρας τοῦ Θεοῦ, ὅν ἐπόθησεν, ἐν ἔτει 841. Ὁ δέ μακάριος αὐτάδελφος καί ὁμόζηλος αὐτοῦ Θεοφάνης ἐτίμησε μέ ἐγκώμια καί Ἱερά ἄσματα τό σεπτόν αὐτοῦ λείψανον, συνέθεσε δέ καί τόν γνωστόν Κανόνα, πού μέχρι σήμερον ψάλλεται εἰς τᾶς Ἐκκλησίας, κατά τήν 27ην τοῦ Δεκεμβρίου. Δέν ἐτόλμησε δέ νά ἐνταφίαση τό ἅγιον λείψανον, κατά τό βασιλικόν πρόσταγμα, ἀλλά τό ἐτοποθέτησεν εἰς ξυλίνην λάρνακα προσφέρων εἰς τόν θανόντα ἀντί θρηνωδίας τήν ὑμνωδίαν.
Λέγεται ὅτι τό σῶμα τοῦ μακαρίου Θεοδώρου παρέμεινεν ἄφθορον, εὐωδιάζον καί θεραπεῦον πάσαν ἀσθένειαν καί δαιμονικήν προσβολήν. Συνέβη μάλιστα, εἰς Γέρων κατά πολύ ἐνάρετος καί εὐλαβής τήν ὥραν τῆς ἐκδημίας τοῦ ὁσίου νά ἀκούση ἄνωθεν ψαλμωδίαν γλυκυτάτην καί θαυμάσιον, τήν ὁποίαν ἀνέμελπον χοροί Ἁγίων Ἀγγέλων μακαρίζοντας καί ὑμνώντας τόν αὔλως καί ἀγγελικῶς πολιτευσάμενον Ἅγιον Θεόδωρον. Μετά δέ τήν τελευτήν τοῦ αὐτοκράτορος Θεοφίλου (842) ἱερά λάρναξ μετεφέρθῃ ὑπό τίνος φιλόθεου ἀνδρός εἰς τήν Χαλκηδόνα μετά θυμιαμάτων καί ἀσμάτων ἱερῶν καί κατετέθῃ εἰς νεόδμητον ναόν πρός ἁγιασμόν πάντων τῶν μετ' εὐλάβειας καί πίστεως προσερχόμενων.
Μέ τήν ὁριστικήν καθαίρεσιν τῶν εἰκονομάχων καί τήν ἄνοδον εἰς τόν θρόνον τῆς Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Ἁγιωτάτου Πατριάρχου Μεθοδίου (842), ὁ μέγας Θεοφάνης ἀνακαλεῖται ἀπό τήν ἐξορίαν καί μετά ἐν ἔτος χειροτονεῖται Μητροπολίτης Νικαίας εἰς ἡλικίαν ἑξήκοντα πέντε (65) ἐτῶν. Οὕτως ἐναρέτως πολιτευσάμενος καί πλείστους Κανόνας συνθέσας, προσέτι δέ θεοφιλῶς κυβερνήσας τό λογικόν αὐτοῦ ποίμνιον, ἀπῆλθεν ἐκ τῆς παρούσης ἐπικήρου ζωῆς εἰς τήν αἴδιον καί ἀτελεύτητον.
Ἡ κοίμησις τοῦ μακαρίου Θεοφάνους ἔγινεν εἰς τήν Μονήν τῆς Χώρας ἐν Κωνοταντινουπόλει τήν 11ην Ὀκτωβρίου τοῦ 845, κατόπιν βαρύτατης ἀσθενείας. Ἡ ταφή τοῦ πανσόφου Ἱεράρχου, Ὁμολογητοῦ καί Μάρτυρος τοῦ Χριστοῦ ἐτελέσθῃ παρουσία τῆς εὐσεβέστατης καί Ἁγίας Βασιλίσσης Θεοδώρας, τῆς Συγκλήτου, πλήθους Ἀρχιερέων καί παντός του πιστοῦ λαοῦ.
Ταίς τῶν Ἁγίων αὐταδέλφων καί Ὁμολογητῶν Θεοδώρου καί Θεοφάνους τῶν Γραπτῶν πρεσβείαις. Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον ἠμᾶς.
Ἀμήν.

Άγιος Αλέξιος(Μετσώφ+1923).Ο στάρετς της ρωσικής επανάστασης



ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
Ο στάρετς της Ρώσικης επανάστασης
(Μόσχα Ρωσίας 17 Μαρτίου 1859 - Μόσχα 9 Ιουνίου 1923)
Στις 16 Σεπτεμβρίου εορτάζουμε την ανακομιδή του τιμίου λειψάνου του στον Ι.Ν Αγ.Νικολάου Κλενίκι-Μόσχα που έγινε το 2001

Αυτοί που κατεστάθησαν από τον Θεό σκεύη της Χάριτος, υπήρξαν σε κάθε εποχή αποκούμπι της δυστυχισμένης ανθρωπότητας, σε κάθε περιοχή και δυσκολία. Ακόμα και στην καρδιά της Αθεϊστικής Ρωσίας, κράτησαν ψηλά τον Σταυρό του Χριστού, ώσπου να ελευθερωθεί και πάλι η Εκκλησία από την αθεϊστική μισαλλόδοξη επιβολή του Αθεϊσμού.
Α. Γέννηση – ανατροφή
Ο ξακουστός στάρετς της Μόσχας, Αλέξιος Μετσώφ, γεννήθηκε σ’ αυτήν την πόλη στις 17 Μαρτίου του 1859. Όταν ήταν επτά ετών η εκκλησιαστική του ζωή ήταν τόσο έκδηλη, που τον φώναζαν «όσιο Αλιόσενκα», δηλ. όσιο Αλεξάκη!!! Η μητέρα του ιδιαίτερα τον γαλούχησε, κυρίως με το υπόδειγμά της, γι’ αυτό της είχε εμπιστοσύνη. 
Μεγαλώνοντας φοίτησε στο Θεολογικό Σεμινάριο της Μόσχας, αλλά ήδη είχε εισχωρήσει στην Ορθόδοξη Θεολογία από τις επαφές του με τον άγιο Ιωάννη της Κρονστάνδης και τον άγιο Θεοφάνη τον έγκλειστο… Την εποχή αυτή ήταν άσημος, πολλοί μάλιστα της… Εκκλησίας τον περιφρονούσαν! 
Β. Έγγαμος, πολύτεκνος και χήρος Ιερέας

Το 1884 (25 ετών) νυμφεύτηκε την Άννα και έκαναν μαζί πέντε παιδιά. Το 1892 (33 ετών) μετά και από παρότρυνση και της μητέρας του χειροτονήθηκε. Τοποθετήθηκε Ιερέας στον Ι.Ν. του αγίου Νικολάου της οδού Μιροσέικα, στην καρδιά της Μόσχας. Η ζωή της οικογένειας συνοδευόταν από ανέχεια, αφού η κοινωνική προσφορά του π. Αλέξιου όλο και αναπτυσσόταν.

Σε λίγα όμως χρόνια η πρεσβυτέρα Άννα με βαρύ καρδιακό νόσημα, εξαιτίας των αντίξοων συνθηκών διαβίωσης αρρώστησε βαριά. Κάθε βράδυ που επέστρεφε στο σπίτι ρωτούσε: «ζει η πρεσβυτέρα μου;». Οι προσευχές του την κρατούσαν στη ζωή, αλλά επειδή αυτή υπέφερε, τον παρακάλεσε να σταματήσει να το ζητά! Έτσι τον Αύγουστο του 1902 την κάλεσε κοντά του ο Κύριος της ζωής και του θανάτου. Ήταν τότε 43 ετών…

Κλείστηκε στο δωμάτιό του για αρκετό καιρό, γιατί ένοιωθε γύρω του σκοτάδι, αλλά ξαφνικά φωτίστηκε να επισκεφθεί τον άγιο Ιωάννη της Κρονστάνδης. Βλέποντάς τον, του είπε: «Ήλθα να μοιραστείτε τον πόνο μου». Ο άγιος του απάντησε: «Δεν θα μοιραστώ τον πόνο σου, πάτερ, αλλά τη χαρά σου! Άφησε το κελί σου και βγες και πάλι στους ανθρώπους. Τώρα αρχίζεις να ζεις. Νομίζεις ότι σ’ όλο τον κόσμο δεν υπάρχει μεγαλύτερος πόνος απ’ τον δικό σου; Χμ! Στάσου, π. Αλέξιε, δίπλα στον συνάνθρωπο. Μπες μέσα στον πόνο του. Πάρε στους ώμους σου το βάρος του. Τότε θα δεις ότι η δική σου δυστυχία, είναι ελάχιστη απέναντι των άλλων. Έτσι θα νοιώθεις πιο καλά».

Του έδειξε λοιπόν τον δρόμο της καρτερίας και συμπλήρωσε προφητικά: «Η προσευχή σου, πάτερ, θα ελαφρώσει το φορτίο της ζωής σου, δίνοντας μεγάλη παρηγοριά στους συνανθρώπους σου…». Ο πόνος του και η ευλογημένη στάση του αγίου ώθησαν τον π. Αλέξιο και πάλι στην νέα φάση της ποιμαντικής του αυταπάρνησης…
Γ. Ποιμένας σε προεπαναστατική περίοδο 

Στον στάρετς πολλοί απόκληροι της ζωής κατέφευγαν. Ο λόγος ήταν, πως έμπαινε στο πρόβλημα του άλλου. Όταν δεν είχε κάτι να πει, αγκάλιαζε τον άλλον ή με το σώμα ή με την καρδιά του…

Στην πρώτη εργατική επανάσταση του 1905 στη Μόσχα, την ώρα που λειτουργούσε, μπήκαν με άγριες διαθέσεις εναντίον του πολλοί φοιτητές! Βλέπετε, εκείνη την εποχή ο κλήρος ήταν συμβιβασμένος και επαγγελματοποιημένος, ενώ γύρω τα κοινωνικά προβλήματα έφερναν τα σύννεφα της εξέγερσης… Ο γέροντας, που δεν ήταν απ’ αυτούς, φέρθηκε ανθρώπινα και έξυπνα στους νέους και αυτοί κάθισαν να…λειτουργηθούν!

Στην περίοδο αυτή των εργατικών εξεγέρσεων, ο στάρετς ήταν ο ποιμένας που ξεχώριζε, αντάξιος των πατέρων της ερήμου. Ατέλειωτες ουρές σχηματίζονταν για εξομολόγηση και συμβουλές. Αυτός ήρεμος και καρτερικός, έδειχνε το μήνυμα της Ανάστασης…

Κατά την αστική επανάσταση της Πετρούπολης του 1917, καταμεσής της μεγάλης Τεσσαρακοστής, οι άνθρωποι που ζούσαν στο λήθαργο της καλοπέρασης, άρχισαν να αφυπνίζονται! Τότε διακόπηκε η «κανονική ζωή» και η πείνα και οι αρρώστιες έπεσαν σε όλα τα κοινωνικά στρώματα και τάξεις. Η Μόσχα δεν αποτέλεσε εξαίρεση.

Ο στάρετς Αλέξιος ήταν για τους πιστούς ο «απεσταλμένος του Θεού». Ανήκε στο ζωντανό ρεύμα της Ορθόδοξης παράδοσης που ξεκίναγε από τον άγιο Σεραφείμ του Σαρώφ, τους Ομολογητές της Όπτινα και έφτανε στον εκφραστή της Ορθοδοξίας και Ορθοπραξίας, άγιο Ιωάννη της Κρονστάνδης. Έκανε τα χρόνια αυτά της θλίψης, χρόνια πνευματικής χαράς. Στα χρόνια της εξέγερσης των καταπιεσμένων και απελπισμένων εργατών και αγροτών, απέναντι στην χλιδάτη τσαρική Ρωσία και κρατικοποιημένη θεσμική Εκκλησία (κάτι μας θυμίζει…), το μίσος το ζέσταινε σε αγάπη και την «δικαιολογημένη» αθεΐα,μετασχημάτιζε σε ζώσα πίστη!
Δ΄. Μετά την Οκτωβριανή επανάσταση
Ο στάρετς είχε και πνευματικά παιδιά στην εργατικο-αγροτική επανάσταση, αλλά και πολλούς κοινωνικούς αγωνιστές και φιλοσόφους που προέβλεπαν από τότε τη… μισή της αλήθεια, όπως ο γνωστός διανοητής Νικόλάϊ Μπερδιάγεφ. Την νύκτα πήγαιναν λοιπόν και τον εύρισκαν, για εξομολόγηση, πολλοί στρατιώτες του «κόκκινου στρατού»… Ο ρόλος του όμως παρέμενε αυστηρά πνευματικός, εσχατολογικός και Χριστοκεντρικός. Στον Μπερδιάγεφ έλεγε μάλιστα: «Δεν πρέπει να υπολογίζουμε σε καμιά στρατιωτική επέμβαση για να ρίξουμε τον μπολσεβικισμό, αλλά μόνο στην πνευματική μεταμόρφωση του ίδιου του Ρώσικου λαού». 

Τον χειμώνα του 1918 μαζί με την ιστορική αλλαγή, είχαν οι Μοσχοβίτες να αντιμετωπίσουν και την παγωνιά των 25 βαθμών κάτω από το μηδέν, από το φθινόπωρο… Πολλοί ζητούσαν από τον π. Αλέξιο την ευλογία να φύγουν στο νότο ή στο εξωτερικό. Κι αυτός ευλογώντας τους, έλεγε: «Μη προσπαθήσετε να σώσετε από κει την Ρωσία. Εμείς εδώ οι αμαρτωλοί έχουμε τεράστιες ευθύνες. Εμείς φταίμε για τα δεινά, με τις αμαρτίες μας και τις παραλείψεις μας. Γι’ αυτό δεν έχουμε το δικαίωμα να μη πιούμε το πικρό ποτήρι της δοκιμασίας, πού επέτρεψε για το λαό μας ο Κύριος. Είη το Όνομά Του ευλογημένο»!!!

Το 1919 ολόκληρα χωριά λόγω ξηρασίας αποδεκατίζονταν από την πείνα. Οι στρατιώτες έπαιρναν τα λίγα τρόφιμα. Οι ευλογημένοι όμως από τον π. Αλέξιο είχαν άλλη μεταχείριση… Γύρω του άρχισαν να συγκεντρώνονται πολλοί, ιδίως νέοι, που έφταναν από μακριά, περπατώντας. Τους λογάριαζαν φανατικούς και υποκριτές, αφού είχαν διαφωνίες με τις οικογένειές τους. Μελετούσαν πολλούς βίους αγίων και έπαιρναν το μήνυμα της εσωτερικής ζωής και της κοινωνικής ανιδιοτελούς προσφοράς. Ένοιωθαν μαζί του ανάλαφρα σαν μια αληθινή οικογένεια….
Вернуться к житию
Ε΄. Η Εκκλησιολογική του στάση  
Πολλοί κληρικοί σ’ αυτήν την φάση τον είχαν πνευματικό. Όμως τα πρώτα χρόνια της επανάστασης εμφανίστηκε η πονηρή… ανανέωση της εκκλησίας ώστε τώρα οι επαγγελματίες κληρικοί να τα έχουν καλά με το… νέο καθεστώς. Ο Πατριάρχης Τύχων συχνά συμβουλευόταν τον π. Αλέξιο για το θέμα αυτό, αφού και την προηγούμενη εποχή ήταν της θεολογικής γραμμής: «τα Καίσαρος Καίσαρι και τα Του Θεού τω Θεώ». Μάλιστα του ανέθεσε και την ευθύνη ειδικού σεμιναρίου για την ομόνοια του κλήρου. Δυστυχώς το σχίσμα αργότερα δεν σταμάτησε… 

Όταν το 1922 θέριζε πάλι η πείνα και η Κυβέρνηση με νόμο ζήτησε όλα τα ιερά σκεύη των ναών, ο ίδιος πρόθυμα του τα έδωσε, παρά την θερμόαιμη αντίδραση του γιου του Σέργιου. Αυτός συνέχιζε στην στρατηγική, να εμψυχώνει τους πιστούς.

Κάποιος άπιστος, που άκουγε πολλά για τον στάρετς, είπε μια στιγμή: «Θα πάω να δω τον παπά σας! Μπήκε στην εκκλησία, την ώρα που τελείωνε η λειτουργία. Ο γέροντας ευλογούσε τους πιστούς. Αυτός συλλογιζόταν: «Ηλίθιοι, δεν ξέρουν τι τους γίνεται και προσκυνούν…». Εκείνη τη στιγμή ο διορατικός γέροντας σταμάτησε την ευλογία και τον κοίταξε στα μάτια. Στην συνέχεια, κατέβηκε από τον σολέα, πήγε κοντά στον άπιστο, του χαμογέλασε εγκάρδια και τον ευλόγησε. Εκείνος αισθάνθηκε ρίγος στην καρδιά του. Αργότερα, είπε στους δικούς του: «Ναι, πράγματι, ο παπάς αυτός κάτι έχει μέσα του, κάποια μεγάλη δύναμη. Δεν μπορώ να το εξηγήσω επιστημονικά, αλλά είναι γεγονός»!

9. Cuv Alexie Meciov, protopop in Rusia (1923) (foto 2)

ΣΤ΄. Η ποιμαντική του θεολογία
Στην ποιμαντική του δράση διέφερε, ανάλογα με την κάθε περίπτωση. Σε άλλους ήταν αυστηρός και σε άλλους επιεικής και τρυφερός. Με άλλους συζητούσε απλά και έδινε συνεχώς την συγχώρηση, σε άλλους απαιτούσε μετάνοια και μάλιστα δημόσια. Είχε μεγάλη σοφία! Έλεγε: «Όλες οι σκέψεις, τα αισθήματα και οι επιθυμίες μας πρέπει να υπηρετούν τον Θεό, ν’ αποσκοπούν στο να εφαρμόζουμε το Θέλημά του κάθε φορά. Χαίρεται ο Κύριος όταν εμείς τηρούμε τις εντολές Του. Πρέπει να ζούμε με αυταπάρνηση, για τον άλλο που είναι δίπλα μας. Αυτό που έχει σημασία είναι η πνευματική κατάσταση όλων μας. Στο όνομα της αγάπης πρέπει να αλλάζει ολόκληρη η ζωή του ανθρώπου, για να γίνει η ζωή του πλησίον καλύτερη και ευκολότερη…». Γι’ αυτό είχε προικισθεί με το χάρισμα της διορατικότητας. 

1). Όταν μία γυναίκα του είπε: « Πάτερ, ο άνδρας μου με χτυπάει», ο π. Αλέξιος συνοφρυώθηκε και της απάντησε: «Εσένα δέρνει ο άνδρας σου; Έ όχι! Δεν είσαι απ’ αυτές που μπορεί να τις κτυπήσει ο άνδρας τους. Εσύ μπορείς να κτυπήσεις οποιονδήποτε…». 

2). Μια όμορφη κοπέλα, η Τατιάνα, του ζήτησε : «Προσευχηθείτε για μένα πάτερ μου. Δεν ξέρω που να πάω, που να σταθώ». Τότε τον άκουσε να της λέει: «Δεν προσεύχεσαι, δεν ζητάς το έλεος του Θεού, γι’ αυτό έχεις αυτό τον εκνευρισμό». Έτσι πλέον, αμαρτάνεις συνεχώς και δυσκολεύεις τη σχέση σου με τον Θεό». Πέφτει στα πόδια του η Τατιάνα και δικαιολογείται: «Συγχωρήστε με πάτερ, δεν το ξανακάνω. Φύγατε εσείς από την περιοχή μας, κι έτσι αισθάνομαι ανίσχυρη». Με ύφος αυστηρό της απάντησε ο στάρετς: «Μα δεν είμαι εγώ η κουβερνάντα σου, Τατιάνα!!! Δεν μπορώ να είμαι συνεχώς δίπλα σου…».

3). Ο Μιχαήλ Ντανίλοβιτς έψαχνε στην Μόσχα για πνευματικό. Έμαθε για τον στάρετς Αλέξιο. Τον επισκέφθηκε. Ο γέροντας βρισκόταν δίπλα στο σπιτάκι του, που το χειμώνα γινόταν λίμνη… Ο Μιχαήλ πρόσεξε πάνω σ’ ένα τραπέζι ένα βάζο με γλυκά και ένα χαρτί που έγραφε: «στον αγαπημένο μας παππούλη». Αμέσως συλλογίστηκε: «καλά περνάει ο παππούλης! Κι η Μόσχα πεινάει… Οι άνθρωποι δεν έχουν ψωμί κι αυτός τρώει γλυκά. Όλοι τους ίδιοι είναι!…». Όταν σε λίγο εμφανίστηκε ο στάρετς, τον πλησίασε και του είπε: «Έ, νεαρέ, σ’ εμένα το γεροντάκι τι να εμπιστευτείς; Αφού καλοπερνάω, τρώγοντας γλυκά, έ!». Τότε ο εγκεφαλικός Μιχαήλ ανακουφίστηκε και του έφυγε όλη η απογοήτευση…

4). Μια από τις πνευματικές του θυγατέρες αφηγείται: «Ήταν χειμώνας του 1918-19. Σε τρεις φυλακές της Μόσχας ήσαν φυλακισμένοι δεκαπέντε αρχιερείς. Εμείς τους βοηθούσαμε, πηγαίνοντας την αλληλογραφία τους κρυφά. Επικίνδυνο έργο. Κάποια μέρα πήγα στον άγιο Νικόλαο της οδού Μιροσέϊκα να γνωρίσω τον στάρετς. Εκεί ήταν πολλοί συγκεντρωμένοι, χωρίς να είναι κάποια γιορτή. Ο στάρετς όμως πάντα λειτουργούσε και υπήρχε πάντα αδιαχώρητο. Όταν έφυγε ο κόσμος και τον πλησίασα, μου είπε, πως έχεις μεγάλη ευλογία να υπηρετείς τους κληρικούς. Να μην πικραίνεσαι για τίποτα. Σε ζηλεύω. Όμως τα αδύναμα πόδια μου δεν μου επιτρέπουν να πηγαίνω στις φυλακές και να βοηθώ»…
Ζ). Το τέλος του

Το 1922, οι μυστικές υπηρεσίες κάλεσαν τον γέροντα (63 ετών) στην ασφάλεια και του απαγόρευσαν να λειτουργεί και να δέχεται κόσμο. Οι άνθρωποι όμως πήγαιναν κρυφά. Για λόγους ασφαλείας έκαψε τα ημερολόγια και τις σημειώσεις του. Την Μ. Σαρακοστή, διαβάζοντας τον κανόνα του αγίου Ανδρέα Κρήτης έλεγε: «εγώ θα φύγω, εσείς να συνεχίσετε. Ξέρετε τον δρόμο…».

Την άνοιξη του 1923, επιδεινώθηκε η κατάσταση της υγείας του και δεχόταν επισκέψεις μόνο στο κρεβάτι. Στις 9 Ιουνίου το βράδυ βρισκόταν σ’ αυτό, ανήμπορος. Η αδελφή του Νίνα θυμάται τις τελευταίες στιγμές του: «Ο στάρετς προσευχόταν έντονα, με κλειστά τα μάτια. Ξάφνου μου φάνηκε σαν κάτι να έσπασε. Γύρισα και κοίταξα. Είχε κοιμηθεί!».

Στην εξόδιο ακολουθία τον συνόδευσε ο Πατριάρχης Τύχων, που είχε αποφυλακισθεί πριν λίγο καιρό. Μαζί του συμπροσευχήθηκαν 80 κληρικοί. Η κηδεία του άρχισε το πρωί και τέλειωσε το βράδυ. Χιλιάδες λαού τον συνόδευσαν και σήμερα περισσότεροι δεν τον ξεχνούν…

Βιβλιογραφία: 


1). Μανώλη Μελινού, ΑΝΘΗ ΑΓΙΑΣ ΡΩΣΙΑΣ, (σελ. 10-45), ΑΘΗΝΑ 1995. 

2). Ν. Μπερδιάγεφ (μετάφρ. Χρ. Μαλεβίτση), ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ, (σελ.38-39), εκδόσεις ΔΩΔΩΝΗ ( β΄ έκδ. ), ΑΘΗΝΑ 1967. 

3). Αρχ. Νεκτάριου Αντωνόπουλου, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΛΟΥΚΑΣ, (σελ. 57-79), εκδόσεις ΑΚΡΙΤΑΣ 1999. 

4) Ο ΑΓΙΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ, Ειρήνης Γκοραϊνωφ, ΠΑΡΙΣΙ 1969, (μεταφρ. Ειρ. Σκουτέρη), εκδ. ΤΗΝΟΣ, ΑΘΗΝΑ. 

5). ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΡΟΝΣΤΑΝΔΗΣ, Επισκ. ΑΛΕΞ. ΣΕΜΕΝΩΦ, μεταφρ. Αρχ. Τιμοθέου, εκδ. Ι.Μ. ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 1980. 

Διάλογος με τον στάρετς Συμεών(1898-1979)



- Στάρετς Σαμψών: Όταν πρόκειται να πας κάπου, κόρη μου, να προσεύχεσαι πολύ, πριν. Πριν το φαγητό, επίσης, πρέπει να προσευχόμαστε. Να ευχαριστούμε αδιάκοπα το Θεό που έχουμε την υγεία μας. Δώρο δικό Του είναι. Πρέπει να είμαστε ταπεινόφρονες. Να ξεριζώνουμε την υπερηφάνεια από την καρδιά μας. Πολλές φορές έρχεται μια αρρώστια και μας ταπεινώνει. Γι’ αυτό την επιτρέπει ο Θεός. Πρώτα ο Θεός, μετά ο συνάνθρωπος και μετά ο εαυτός μας. Ποτέ μην υπόσχεσαι ασυλλόγιστα. Ο υπερήφανος υπόσχεται αβασάνιστα, από εγωισμό. Ο ταπεινός λέει «θα προσπαθήσω».
- Αγρότισσα: Στάρετς, μπορώ να βάφω τα χείλη;
- σ. Σαμψών: Όχι. Βλέπεις και οι ιερείς δεν επιτρέπουν να πλησιάζουν γυναίκες στη Θεία Κοινωνία με βαμμένα χείλη.
- Αγρότισσα: Μα, πάτερ, στην εργασία μας λένε ότι είναι χλωμά τα χείλη μας και γι’ αυτό πρέπει να τα βάφουμε.
- σ. Σαμψών: Είναι ένας τρόπος για να προσελκύετε την προσοχή. Ένα στοιχείο του φλερτ, ας πούμε. Εγώ θα το έλεγα είδος πνευματικής πορνείας, διότι μ’ αυτόν τον τρόπο προκαλούνται οι άνδρες. Δεν υπάρχουν άσχημες κοπέλες. Ακόμα και αν έχει πρόσωπο αλόγου μια κοπέλα που σκέπτεται τον Θεό, είναι όμορφη! Κάποια κοπέλα ήλθε σ’ εμένα και παραπονιόταν γιατί ο Θεός την έπλασε άσχημη. Έλεγε πως ήταν απαίσια. Εγώ της είπα ότι ο Θεός της έδωσε με αγάπη την εμφάνιση αυτή κι ότι αν ήταν διαφορετική, ίσως ν’ αμάρτανε από τους ποικίλους πειρασμούς. Πολλές φορές, η ομορφιά είναι δυστυχία και για τις γυναίκες και για τους άνδρες. Συχνά, δίχως να το θέλει η γυναίκα γίνεται πειρασμός για τους άλλους. Είναι άθλος για τον όμορφο άνδρα και την όμορφη γυναίκα να διατηρήσουν την καθαρότητα της ψυχής και του σώματος. Την αθωότητα. Όντως, είναι Θεού δώρο η ομορφιά. Όταν όμως δεν υπάρχει, δεν πρέπει να παρεμβαίνουμε στο δημιούργημα του Θεού με τεχνικά μέσα, για να το διορθώσουμε.

Επίσης, δεν πρέπει να κάνουμε το δάσκαλο σε κανένα. Με τη θέλησή σου, κόρη μου, να φαίνεσαι κουτή από ταπείνωση. Ο ταπεινός δεν διδάσκει κανένα. Παριστάνει τον ανόητο κι ας έχει δύο πτυχία κι ας ομιλεί ένδεκα γλώσσες! Φοβάται μήπως μάθουν οι άλλοι ότι είναι τόσο έξυπνος και ικανός. Θέλει, το δώρο που του έδωσε ο Θεός, να το χρησιμοποιεί για να Τον δοξάζει κι όχι για την χαρά των δαιμόνων! Όλα για τη δόξα του Θεού. Πολλοί λένε ότι επειδή μια φορά μόνο ζούμε, πρέπει να εκμεταλλευόμαστε τις γνώσεις, τα ταλέντα, την πείρα και να τα επιδεικνύουμε στους άλλους. Αυτοί δεν είναι άνθρωποι της πίστεως. Οι σκέψεις αυτές είναι αμαρτωλές. Πρέπει παντού και πάντα να υποτασσόμεθα στη θέληση του Θεού. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι αδιάκοπα μας βλέπει ο Θεός. Αν το σκεφτόμαστε συνέχεια, θα αμαρτάνουμε λιγότερο.
- Αγρότισσα: Αν τις μέρες της νηστείας βρισκόμαστε στο τραπέζι μαζί με ανθρώπους που δεν νηστεύουν λόγω πεποιθήσεως, τι θα κάνουμε; Θα φάμε για να μη τους φέρουμε σε δύσκολή θέση ή θα τηρήσουμε τη νηστεία;
- σ. Σαμψών: Βεβαίως και θα νηστέψουμε. Δεν στέκει η δικαιολογία ότι δεν πρέπει να τους φέρουμε σε δύσκολη θέση. Αυτά τα λόγια είναι, μπορώ να πω, τραγούδι των δαιμόνων. Πρέπει να τηρούμε αυστηρά τη νηστεία. Μα, φοβόμαστε, να μην κάνουμε κάτι που είναι αντίθετο στη θέληση του Θεού; Όταν βρεθούμε σε ένα τραπέζι με άθεους, θα τους πούμε: «Δεν μπορώ να φάω, γιατί απλούστατα δεν θέλω να προσβάλω τον Θεό»!
Οι μοναχοί την Τετάρτη και την Παρασκευή κάνουν ιδιαίτερη προσευχή, διότι αυτές τις ημέρες νηστεύουν πιο πολύ και συλλογίζονται τα Πάθη του Κυρίου. Ο Θεός βλέπει και ευλογεί. Όλοι πρέπει να τηρούμε τη νηστεία της Τετάρτης και της Παρασκευής, δείχνοντας έτσι την ευγνωμοσύνη μας στο Θεό.


- Αγρότισσα: Πάτερ, δεν μπορώ να πείσω τον πατέρα μου να πηγαίνει στην εκκλησία. Αν πεθάνει, δίχως να κοινωνήσει, τι γίνεται;
- σ. Σαμψών: Καλό είναι να του δίνεις πνευματικά βιβλία να διαβάζει και να προσεύχεσαι γι’ αυτόν…
- Αγρότισσα: Ο πατέρας μου αισθάνεται πολύ αμαρτωλός κι ότι γι’ αυτό δεν έχει το δικαίωμα να πηγαίνει στην εκκλησία.
- σ. Σαμψών: Οι δαίμονες του βάζουν αυτή τη σκέψη, για να τον κρατούν μακριά από τη σωτηρία. Αυτό είναι υπερηφάνεια.

- Αγρότισσα: Πάτερ, ο πατέρας μου είναι ανάπηρος. Έχει το ένα του χέρι. Αυτό, όπως είναι φυσικό, τον γεμίζει με θλίψη.
- σ. Σαμψών: Με την υπομονή, μπορεί να καλύψει πολλές αμαρτίες. Ο Θεός και βλέπει και ακούει… Κάθε πρωί που λες καλημέρα στους γύρω σου, πρέπει να πεις και στον Θεό. Να προσευχηθείς δηλαδή. Το βράδυ επίσης. Αυτά πες και στον πατέρα σου. Πάντα υπάρχει η παρουσία του Θεού στη ζωή μας. Μη μαλώνεις τον πατέρα σου, αν σε κουράζει. Χρειάζεται λεπτότητα και ευαισθησία για να τον βοηθήσεις. Εμείς που γνωρίζουμε, δεν πρέπει να κάνουμε τους δικαστές στους άλλους και να τους κατηγορούμε. Με αγάπη και υπομονή να τους βοηθούμε να πλησιάσουν τον Θεό. Ο Θεός ζητά ευθύνες περισσότερες απ’ αυτούς που γνωρίζουν…
- Αγρότισσα: Δηλαδή στάρετς, είναι σε καλύτερη θέση αυτοί που δεν γνωρίζουν και δεν πιστεύουν;
- σ. Σαμψών: Δεν είναι έτσι, γιατί απλούστατα όλοι γνωρίζουμε τι θέλει ο Θεός. Κάνουμε όμως ότι δεν ακούμε. Είμαστε ηδονοθήρες. Σκεπτόμαστε μόνο την απόλαυση, γι’ αυτό δεν μπορούμε να δικαιωθούμε. Ο σατανάς καραδοκεί δίπλα μας. Ο άνθρωπος που αγωνίζεται πνευματικά, έχει μεγαλύτερο πόλεμο από τον διάβολο. Ο φύλακας άγγελος είναι ένας. Τα δαιμόνια γύρω μας πολλά. Συνεχώς. Φοβούνται το σταυρό. Κι όμως δεν χρησιμοποιούμε αυτό το όπλο. Να ‘χετε πάντοτε μαζί σας ένα μικρό σταυρό. Είναι δύναμη μεγάλη. Οι δαίμονες δεν τολμούν να πλησιάσουν τους ανθρώπους και τα σπίτια που προστατεύονται από το σταυρό.
- Αγρότισσα: Πάτερ, κάποιες φορές δυσκολεύομαι να δείξω καλοσύνη στους γύρω μου. Δεν ξέρω γιατί.
- σ. Σαμψών: Πρέπει ν’ αγαπάμε τον Θεό και τους ανθρώπους. Αυτή είναι η βάση της ζωής. Με καθαρή, όμως, καρδιά. Έτσι μπορούμε εύκολα να δεχθούμε και να εφαρμόσουμε τους νόμους του Θεού: Ταπείνωση, καθαρότητα, αυταπάρνηση. Η ταπείνωση γεννάει την αγάπη του Θεού. Η κοσμική αγάπη είναι απλά συναισθήματα. Η αγάπη του Θεού είναι βαθιά, ουσιαστική, πνευματική. Έχει άμεση σχέση με την πίστη. Στην πίστη και στην ταπείνωση βασίζεται η σωτηρία μας. Ο άθεος που συνειδητά δεν αναγνωρίζει τη σημασία της πίστεως και της ταπεινοφροσύνης, είναι υπηρέτης του σατανά. Γι’ αυτό κλαίμε για τη Ρωσία. Επειδή απομακρύνθηκε από το Θεό και στη θέση του έβαλε το διάβολο με την υπερηφάνειά του. Ο διάβολος είναι πρόσωπο. Ο νόμος του είναι η υπερηφάνεια, σε όλες τις εκφράσεις της. Ο κόσμος, δυστυχώς, φοβάται και μισεί την ταπεινοφροσύνη και την πίστη!
Πρέπει να έχουμε ως πρότυπα τους αγίους πατέρας. Έζησαν με την ευλογία του αγίου Πνεύματος. Γι αυτό η καρδιά τους είχε μέσα της μόνο αγάπη. Ο Θεός έχει φτιάξει χριστιανική την καρδιά μας. Το χαρακτηριστικό του χριστιανού, είναι να αγαπά και να προσεύχεται για τον άλλο. Όποιος κι αν είναι. Μερικοί λένε την Κυριακή Προσευχή συχνά. Αλλά μολονότι επαναλαμβάνουν το «αφες ημίν τα αφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών...», τελειώνοντας την προσευχή κάνουν τα ίδια σφάλματα, εξαιτίας της κακής καρδιάς τους. Αυτοί τηρούν μόνο τα της επιφανείας. Η ουσία, η πεμπτουσία του Χριστιανισμού είναι να συγχωρείς, να δικαιολογείς, να μη κατακρίνεις, να βοηθάς το συνάνθρωπο. Ο πόρνος, ο αλκοολικός, ο μοιχός, αν μετανιώσουν θα σωθούν. Αυτός όμως που έχει κακή καρδιά και δεν συγχωρεί, δεν θα απολαύσει τη ζεστασιά του Θεού. Οι χριστιανικές αρετές εμπνέονται στον άνθρωπο, από το άγιο Πνεύμα.

Ιδιαίτερα οι μητρικές προσευχές εξοπλίζουν το παιδί με ενάρετη διάθεση. Πηγαίνοντάς το από μικρό στην εκκλησία και κοινωνώντας το, σταυρώνοντάς το και μιλώντας του συνεχώς για το Θεό και τους αγίους, το θωρακίζουμε. Όταν θηλάζει η μητέρα, πρέπει συγχρόνως να προσεύχεται. Έτσι το μωρό μαζί με το γάλα παίρνει και τους ευλογημένους καρπούς της μητρικής προσευχής.
Οι αλλόδοξοι δυτικοί, έχουν μπερδεμένες θέσεις. Συγχέουν την ψυχή με το πνεύμα.
Η Ορθοδοξία, κόρη μου, είναι η κιβωτός της σωτηρίας, την οποία σου εύχομαι!

Ο στάρετς Σαμψών, κοιμήθηκε στη Μόσχα στις 24 Αυγούστου 1979.

Από το βιβλίο του Μ. Mελινού «Άνθη αγίας Ρωσίας»

Όσιος Παϊσιος ο Μέγας ΡΟΥΜΑΝΙΚΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΥΨΕΛΗ

ΕΤΟΣ 1984


Μεγάλος στάρετς του μοναστηρίου Νεάμτς (1722-1794)


Ό όσιος Παΐσιος από το Νεάμτς ήταν ένας από τους μεγαλύτερους στάρετς πού γνώρισε ποτέ ο Ρουμανικός μοναχισμός.

Κατά πασά πιθανότητα ήταν στην καταγωγή Μολδαβός, ίσως να καταγόταν από το γένος των Καντεμίρ. Λόγω των συχνών επιθέσεων των Οθωμανών και Τατάρων, οί προγονοί του μετοίκησαν και εγκατεστάθησαν στην πόλη Πολτάβα της Μικρορωσίας. ο όσιος στάρετς Παΐσιος γεννήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1722 στην Πολτάβα από γονείς ευλαβείς. ο πατήρ του ήταν ιερεύς στον καθεδρικό ναό της Πολταβας. Σ' αυτό το σπίτι υπήρχε ή ευλογία του Θεού. ο Πέτρος (αυτό ήταν το κατά κόσμον όνομα του στάρετς) ήταν το ενδέκατο παιδί από τα δώδεκα αδέλφια. Ορφάνεψε μικρός από πατέρα και δόθηκε από την μητέρα του για να σπουδάσει στην Ακαδημία Μοβιλεάνα του Κιέβου το 1735. Μετά από τέσσερα χρόνια σπουδών, ή ψυχή του δεν εύρισκε ανάπαυση σ' αυτά. Αισθανόταν το κάλεσμα για την μοναχική πολιτεία. Το φθινόπωρο του έτους 1739, όταν ήταν μόλις 17 ετών, αναχώρησε αναζητώντας ένα μοναστήρι και έναν καλό Πνευματικό πού θα ήταν τόσο αναγκαιος για την ψυχή του. Επί επτά χρόνια περιπλανιόταν στις περισσότερες σκήτες και μοναστήρια, μεταξύ των οποίων και στην λαύρα Πετσέρσκα. Στο μοναστήρι Μεντβεντέσκι έγινε ρασοφόρος με το όνομα Πλάτων. Μα επειδή δε ν βρήκε ανάπαυση και πνευματική ησυχία στα μοναστήρια της Ουκρανίας, παρακινήθηκε από το Άγιο Πνεύμα και πέρασε στην Μολδαβία το 1745. Εδώ αγωνίζονταν πολλοί μοναχοί από την Μικρορωσία. ο Πλάτων εγκαταστάθηκε στην σκήτη Τρεστιένι. Ύστερα επήγε στην σκήτη Κίρνουλ, κοντά στον ποταμό Μπουζάου, όπου ευρισκόταν τότε εκεί και ο ερημίτης Ονούφριος. Το καλοκαίρι του 1746 αναχώρησε για τον Άθωνα και έζησε λίγο καιρό στην έρημο, κοντά στην Μονή του Παντοκράτορας. Το 1750 ο στάρετς Βασίλειος έκειρε μοναχό τον ερημίτη Πλάτωνα, δίνοντας του το όνομα Παΐσιος. Άπ' αυτό το έτος ο ταπεινός Παΐσιος άρχισε να δέχεται μαθητάς στην σκήτη του αγίου Προφήτου Ήλιου (Ρωσική), όπου και διέμενε. Έλαβε κατόπιν την ιεροσύνη και έζησε στο Άγιο Όρος συνολικά 17 χρόνια. Το καλοκαίρι του 1763 ήλθε στην Μολδαβία με τους μαθητάς του και κατοίκησε στο μοναστήρι Ντραγκομίρνα. Εδώ έμεινε 12 χρόνια —μέχρι τίς 14 Οκτωβρίου 1775— αφού δημιούργησε μιαν αδελφότητα από 350 μοναχούς. Το φθινόπωρο του 1775 ήλθε στο μοναστήρι του Σέκου, συνοδευόμενος από 200 μαθητάς. Πάλι το καλοκαίρι του 1779 μετώκησε για τελευταία φορά στην μεγάλη Λαύρα της Μολδαβίας, στο μοναστήρι Νεάμτς.

Στο μοναστήρι Νεάμτς ο όσιος πέρασε τα τελευταία 15 χρόνια, πού ήταν τα πλέον καρποφόρα πνευματικά άπ' όλη την ζωή του. Εδώ κατάρτισε ικανό αριθμό από μεταφραστές των έργων των αγίων Πατέρων, οργάνωσε την αδελφότητα κατά το αγιορείτικο τυπικό, δημιούργησε μια μεγάλη σε αριθμό συνοδεία, ή οποία πλησίαζε τους χίλιους μοναχούς, δίδαξε πολλούς μαθητάς του στην εξάσκηση της νοεράς προσευχής και είχε πνευματικές σχέσεις με πολλά μοναστήρια, στάρετς, Πνευματικούς, ερημίτες, επισκόπους και άρχοντας. στις 15 Νοεμβρίου 1794 ο μεγάλος στάρετς του μοναστηρίου Νεάμτς, ο επονομασθείς μέγας Βελιτσικόβσκυ, εξεδήμησε προς την μακαριά ανάπαυση, σε ηλικία 72 ετών. Ενταφιάσθηκε δίπλα στην εκκλησία, όπως φαίνεται μέχρι σημέρα.

Β) Έργα και λόγοι διδασκαλίας

Αν ὁ Γέροντας εἶναι ἔτσι, φαντάσου πώς εἶναι ὁ Χριστός!..." Στάρετς ᾿Ιάκωβος



Στάρετς: ορθόδοξος πνευματικός διδάσκαλος στα ρωσικά, αυτό που λέμε στα ελληνικά "γέροντας".
Οι στάρετς είναι πραγματικοί ιατροί. Δεν προφέρουν ποτέ μάταια λόγια στοργικά, δίνουν ένα φάρμακο, συχνά πικρό, αλλά πάντοτε αποτελεσματικό. Κανένας δεν φεύγει από έναν στάρετς, με απελπισία, ούτε με θλίψη. Φεύγει από κοντά του παρηγορημένος, μ' ένα ακτινοβόλο και ξανανοιωμένο πρόσωπο. Δεν είναι μόνον η πνευματική σοφία που επιδρά, αλλά και η δύναμη της προσευχής τους, η δύναμη της θετικής και άμεσης αγάπης που γίνεται αισθητή αμέσως από τον καθένα, όπως επίσης και η απεριόριστη εμπιστοσύνη που τους δίνει ο λαός. Χιλιάδες άνθρωποι στην Ρωσία ζουν με την ανάμνηση της συνομιλίας τους μ' έναν στάρετς και με τις συμβουλές που τους έδωσε. 
Ο στάρετς είναι μια εικόνα του Θεού. Ακόμα και μια φορά να τον δη κανείς, καταλαβαίνει ότι δεν είναι πια δυνατόν να ζήσει όπως πριν, ότι εις το εξής ολόκληρη η ύπαρξη θα εκτιμάται σε σχέση μ' αυτή την ομορφιά, μ' αυτό το φως της χάριτος. Η αγιότητα στους στάρετς γίνεται μια απαίτηση κι ένα κάλεσμα.
Η φίλη μου είπε μια φορά: «Εάν ο στάρετς Ιάκωβος είναι έτσι, τότε πως πρέπει να είναι ο Χριστός!». Ένα τεράστιο πλήθος, ανθρώπων ακολουθούσε τον παπα-Ιάκωβο που λουζόταν από το φως της αγάπης όπου κι αν εμφανιζόταν. Το κύριο χαρακτηριστικό τους είναι η ταπείνωση; Ο στάρετς Ιάκωβος λέει συχνά για τον εαυτό του: «Είμαι ένα χαλάκι όπου οι άνθρωποι σκουπίζουν τα πόδια τους». Κι ακόμα: «Προσπαθώ συνέχεια να σκαρφαλώσω στον πάγκο και ξαναβρίσκομαι από κάτω. Αλλά ξαναπροσπαθώ, δεν κουράζομαι»
 Ο παπα-Ιάκωβος είχε πολύ ευρύ πνεύμα. Εγώ κι άλλοι πιστοί διανοούμενοι, συνηθισμένοι να είμαστε ανεκτικοί και να μην εκπλησσόμεθα ποτέ με τίποτα, ξαφνιαστήκαμε από αυτήν την ευρύτητα των κρίσεων των στάρετς, που δεν έχει κανένα κοινό σημείο με το φιλελευθερισμό ούτε με την αδιαφορία. Μια τέτοια ευρύτητα απόψεων κι ένα τέλειο θάρρος ήταν φανερά το αποτέλεσμα της εσωτερικής ηρεμίας, της δυνάμεως και της εμπιστοσύνης στο Θεό.
Ο στάρετς ήταν πολύ οικτίρμων. Θυμάμαι πως μια φορά μετά την ακολουθία στην εκκλησία της κοιμήσεως, είχαμε σχηματίσει μια μεγάλη ουρά περιμένοντας να δεχτούμε την αγία του ευλογία και να του φιλήσουμε το χέρι. Εκείνη τη στιγμή μπήκε ένας άνδρας στην εκκλησία. Ήταν ένας γνωστός μου, που μόλις είχε έρθει στο Πετσόρι με το λεωφορείο. Εγώ ήξερα καλά τη δύσκολη ζωή του. Μόλις είχε τραβηχτεί από έναν κόσμο όπου άφηνε άλυτα δράματα στην οικογένεια του και στη δουλειά του.

ΑΓΙΟΣ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ ΤΗΣ ΤΣΕΡΝΙΚΑΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ



Ὁ ἅγ. Καλλίνικος τῆς Τσερνίκας.
Εἰκόνα τοῦ Ἁγίου πού βρίσκεται πάνω ἀπό τήν λάρνακα τῶν Λειψάνων του, στό Καθολικό τῆς Μονῆς Τσερνίκας, στό Βουκουρέστι.

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ
Ὁ ἅγ. Καλλίνικος τῆς Τσερνίκας εἶναι μία τῶν σπουδαιοτέρων μορφῶν τῆς Ρουμανικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Μέ τήν πολύπλευρη προσωπικότητά του — στήν ὁποία συνυπάρχουν ἡ ὁσιακή ζωή τοῦ κοινοβιάτη Μοναχοῦ, ἡ ἐμπνευσμένη ἐκκλησιαστική διακονία τοῦ Καθηγουμένου καί τοῦ Ἐπισκόπου, ὁ ἔνθεος ζῆλος γενικῶς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἐργάτου καί τά Ἁγιοπνευματικά χαρίσματα τῆς προοράσεως καί τῶν ἱαμάτων — κατέχει ἰδιαίτερη θέση στήν σεπτή χορεία τῶν Ρουμάνων Ἁγίων.
Ὁ εὐλογημένος αὐτός ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐξαιρετικά κοντινός πρός τήν ἐποχή μας. Ἔζησε τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 στίς Παραδουνάβιες Ἡγεμονίες — τῆς ὁποίας, μάλιστα, ἔγραψε καί Χρονικό — καί ὅταν κοιμήθηκε (τό 1868), ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος διήνυε τίς πρώτες δεκαετίες τοῦ Αὐτοκεφάλου της.
Ὁ ἅγ. Καλλίνικος — ὅπως, ἄλλωστε, τό σύνολο σχεδόν τῶν Ἁγίων τῶν ἐκτός Ἑλληνικῆς Ὀρθοδοξίας ὁμοδόξων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν — εἶναι ἄγνωστος «ἐν πολλοῖς» στούς ἑλληνόφωνους Ὀρθοδόξους. Κι ὅμως ὁ κουρασμένος ὁδοιπόρος τῆς ἐποχῆς μας — τῆς ἐποχῆς τοῦ ἄγχους καί τῆς διαβολικῆς ταραχῆς, τῆς ἀνησυχίας καί τῆς ἀνασφάλειας, τῆς ἀποστασίας ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Πίστη καί τίς ἠθικές ἀρχές τοῦ Εὐαγγελίου — μπορεῖ νά διδαχθεῖ πολλά ἀπό τήν «ἐν Χριστῷ» ζωή τοῦ ἁγ. Καλλινίκου, γιά τό πῶς ἐκεῖνος βρῆκε τόν δρόμο τῆς προσωπικῆς του σωτηρίας καί γιά τό πῶς ἐργάσθηκε γιά τήν σωτηρία του καί τήν μητέρα του Ἐκκλησία, σέ μία ἐποχή ταραγμένη καί ρευστή, ὅπως ἐκείνη τοῦ 19ου αἰ. στήν Τουρκοκρατούμενη Ρουμανία.
Ἡ πρώτη ἐπαφή τοῦ γράφοντος μέ τόν ἅγ. Καλλίνικο ἔγινε μέσῳ τοῦ σχετικοῦ δημοσιεύματος στό ἔργο Ρουμάνου Ἱερομονάχου Ἰωαννικίου Μπάλαν «Ρουμανικό Γεροντικό» (μετάφρασις Ἱ. Μ. Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, ἔκδοσις ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΥΨΕΛΗΣ, Θεσσαλονίκη 1985, σελ. 255 — 279) καί τοῦ ἀντιστοίχου τοῦ μ. Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτη στό «Ὁδοιπορικό τῆς Ὀρθοδόξου Ρουμανικῆς Ἐκκλησίας» (ἔκδοσις ΑΘΩΣ, σελ. 135 — 141).
Τόν Ἰανουάριο τοῦ 1990, ὁ Βίος τοῦ ἁγ. Καλλινίκου παρουσιάσθηκε ἀπό τόν γράφοντα σέ ἑσπερινή ἐκδήλωση στό Πνευματικό Κέντρο ἁγ. Γεωργίου Περιστερίου, παρουσίᾳ Ἀρχιερέων, Κληρικῶν καί δεκάδων εὐσεβῶν ἁγιοφίλων. Ἡ παρουσίαση ἐκείνη συνοδεύθηκε ἀπό προβολή διαφανειῶν, σχετικῶν μέ τόν παρουσιαζόμενο Ἅγιο καί τήν Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας.
Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1992 ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἀξίωσε τόν γράφοντα νά ἐπισκεφθεῖ γιά πρώτη φορά τήν Ρουμανία. Κύριος τόπος προσκυνήματος τότε ὑπῆρξε ἡ Μητρόπολις τοῦ Ρουμανικοῦ Μοναχισμοῦ, ἡ ἱστορική Μονή Νεάμτς στήν Μολδαβία, ὅπου τά χαριτόβρυτα Λείψανα τοῦ «Πατρός τῆς Σλαβωνικῆς Φιλοκαλίας» ὅσ. Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ. (Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή ἔγινε ἐπίσκεψη καί στίς Μονές Μεταμ. Σωτῆρος Σλατιοάρας, Ζωοδόχου Πηγῆς Μπρατατσέλ καί Ἁγίας Τριάδος Κούκουβα).
Μία δεύτερη ἐπίσκεψις στήν Ρουμανία πραγματοποιήθηκε τόν Νοέμβριο τοῦ 2000, στά πλαίσια ἐκκλησιαστικῆς ἀποστολῆς. Τήν φορά αὐτή πέραν τῶν ἐπισκέψεων στόν Πατριαρχικό Ναό τῶν ἁγ. Κωνσταντίνου καί Ἑλένης Βουκουρεστίου (ὅπου τό ἀδιάφθορο Λείψανο τοῦ ὁσ. Δημητρίου Μπασαράμπη), τοῦ Ναοῦ τοῦ ἁγ. Γεωργίου τοῦ Νέου (ὅπου ἡ τιμία δεξιά τοῦ ἁγ. Νικολάου ἀρχιεπ. Μύρων) καί τῶν Μονῶν ἁγ. Ἀνθίμου τοῦ Ἴβηρος καί Πασάρεα, ἀξιωθήκαμε τῆς ἐπισκέψεως καί τῆς Μονῆς Τσερνίκας, ὅπου προσκυνήσαμε τά θαυματουργά Λείψανα τοῦ ἁγ. Καλλινίκου καί διαπιστώσαμε τήν τιμή καί τήν εὐλάβεια πού ἀπολαμβάνει ὁ Ἅγιος ἀπό τόν «κατά παράδοσιν» Ὀρθόδοξο Ρουμανικό λαό.

Σύγχρονοι ασκητές μέ προορατικό χάρισμα...


RUSS-optina

Τό Μοναστήρι τής Όπτινα στήν Ρωσία



Στήν συνείδησι τοῦ λαοῦ τά λόγια τοῦ στάρετς Ἀμβροσίου εἶχαν κῦρος προφητικό. Δέν ἦταν λόγια πού προέρχονταν ἀπό τήν σκέψι καί τήν κρίσι ἑνός κατά κόσμον σοφοῦ, ἀλλά ἑνός ἀνθρώπου φωτισμένου ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα.
Στήν Παλαιά Διαθήκη εἶναι γραμμένο: «Ἔγνωσαν πᾶςἸσραήλ ἀπό Δάν καί ἕως Βηρσαβεέ ὅτι πιστός Σαμουήλ εἰς προφήτην τῷ Κυρίῳ» (Α΄ Βασ. γ΄: 20).
Θά μπορούσαμε ἀντίστοιχα νά λέγαμε, ὅτι ὅλος ὁ εὐσεβής Ρωσικός λαός ἀπό τήν μία ἄκρη τῆς χώρας ἕως τήν ἄλλη ἀντελήφθη ὅτι ὁ π. Ἀμβρόσιος ἐμφορεῖτο ἀπό γνήσιο προφητικό πνεῦμα.
Οἱ λόγοι του δέν ἔμοιαζαν μέ ἄχυρα, ἀλλά ἦταν γνήσιο σιτάρι μέ τό ὁποῖο οἱ Χριστιανοί μποροῦσαν νά παρασκευάσουν ἐκλεκτόν ἄρτο. Ἡ συνέχεια τοῦ λόγου θά πιστοποιήση κατά τόν καλύτερο τρόπο τά λεγόμενά μας.
Ὑπῆρχαν λοιπόν Χριστιανοί πού πρίν ἀρχίσουν κάποιο σοβαρό ἔργο ζητοῦσαν ἀπαραιτήτως τήν εὐλογία τοῦ στάρετς.
Ἀνάμεσα σ᾿ αὐτούς ἦταν καί ὁ Καπίτων ἀπό τήν πόλι Κοζέλσκ, πατέρας ἑνός ἀρκετά προικισμένου παιδιοῦ. Ὅταν ἦρθε ἡὥρα νά προχωρήση ὁ γυιός του σέ ἀνώτερες σπουδές ἀπεφάσισθη μία ἐπίσκεψις στήν Ὄπτινα...
Ὁ στάρετς δέν εἶχε καμμία ἀντίρρησι γιά τίς σπουδές. Γι᾿ αὐτές ἔδινε ἀνεπιφύλακτα τήν εὐλογία του. Δέν συμφωνοῦσε ὅμως μέ τήν πόλι καί συνιστοῦσε ἀντί τῆς Μόσχας τήν Κούρσκ (ὡς γνωστόν ἡ πόλις αὐτή ὑπῆρξε πατρίς τοῦ Ὁσίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ).
«Μά, πάτερ», ἔλεγε ὁ Καπίτων, «στήν Κούρσκ δέν ἔχουμε κανέναν γνωστό. Πῶς νά τό στείλουμε ἐκεῖ τό παιδί; Δῶστε λοιπόν, σᾶς παρακαλοῦμε τήν εὐλογία σας γιά τήν Μόσχα». Τότε ὁ στάρετς σέ τόνο κάπως ἀστεῖο τοῦ ἀπαντᾶ:
«Ἡ Μόσχα, ἀγαπητέ μου, σέ πιάνει ἀπό τήν μύτη καί σέ κτυπᾶ μέ τίς σανίδες».
Τελικά ὁ στάρετς δέν εἰσακούσθηκε, καί ὁ νεαρός σπουδαστής ἐγκατεστάθη στήν Μόσχα, σ᾿ἕνα σπίτι πού τότε κατασκευαζόταν -- Κατά τό ἥμισυ ἦταν κτισμένο. Οἱ σπουδές του προχωροῦσαν ἀρκετά καλά καί ὅλα γενικῶς ἐπήγαιναν κατ᾿ εὐχήν.

Ὁ πατέρας αἰσθανόταν εὐχαριστημένος, μέχρι πού ἔλαβε ἕνα ἀνησυχητικό τηλεγράφημα. Ἔπρεπε ἐπειγόντως νά ξεκινήση γιά τήν Μόσχα. Καί τί νά ιδῆἐκεῖ;

Καί τά δυό πόδια τοῦ γυιοῦ του σπασμένα! Εἶχαν πέσει ἐπάνω των βαρειά σανίδια ἀπό τίς σκαλωσιές τοῦ σπιτιοῦ, τά πλάκωσαν μέ δύναμι καί τά συνέτριψαν. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν νά μείνη γιά πάντα ἀνάπηρος.

Ὅταν ὁ Καπίτων ἐπισκέφθηκε πάλι τόν στάρετς, τά μάτια του ἔτρεχαν συνεχῶς δάκρυα. «Ἄχ, πάτερ»,  ἔλεγε, «γιατί νά μή σᾶς ἀκούσω; Γιατί νά μή σᾶς ἀκούσω;»

Τί θαυμασμό πού προκαλοῦσαν οἱ γνώσεις τοῦ στάρετς! Πήγαινες νά συζητήσης μαζί του τά προβλήματά σου καί ἀνεκάλυπτες ὅτι γνώριζε λεπτομέρειες τῆς περασμένης σου ζωῆς πού ἐσύ οὔτε κἄν τίς ἐνθυμεῖσο.
-- Σέ μία ἀπό τίς πολλές μου ἐπισκέψεις στόν στάρετς Ἀμβρόσιο, διηγεῖτο κάποιο πνευματικό του τέκνο, μοῦ ἔδωσε σάν εὐλογία τό βιβλίο «Ἡ βασιλική ὁδός τοῦ σταυροῦ τοῦ Κυρίου». Συγχρόνως μοῦ εἶπε: Νά τό διαβάζης συχνά».
«Μπάτουσκα -- τοῦ ἀνέφερα -- μοῦ τό ἔχετε καί ἄλλη φορά δώσει αὐτό τό βιβλίο».
«Σοῦ τό ἔδωσα. Τό διάβασες ὅμως;»
«Μοῦ φαίνεται πώς τό διάβασα».
«Ὄχι, ὄχι. Ὅπως ἦταν τυλιγμένο τό ἔκανες δῶρο».
Σκέφθηκα λίγο καί ἐνθυμήθηκα ὅτι ἔτσι εἶχε γίνει. Ὁ στάρετς εἶχε δίκιο. Ἀκοῦς ἐκεῖ!  Ἐγώ νά τό ἔχω λησμονήσει ἐντελῶς κι᾿ἐκεῖνος νά τό γνωρίζη ἐπακριβῶς! Καί δέν ἦταν μόνο αὐτό. Θά μποροῦσα νά διηγηθῶ πολλές παρόμοιες περιπτώσεις πού ἀφοροῦσαν θέματα τῆς οἰκογενείας μας.
Κάτι σχετικό εἶχε νά διηγηθῆ καί ὁ π. Μισαήλ, μοναχός τῆς Ὄπτινα.
Ὅταν ἀκόμη εὑρισκόμουν στόν κόσμο ἔτυχε νά ἀρρωστήσω σοβαρά. Ἔγραψα λοιπόν στήν Πετσέρσκαγια Λαύρα, στό Κίεβο, νά μοῦ στείλουν ἕναν κατάλογο πνευματικῶν βιβλίων. Σκεπτόμουν, μόλις ἀναρρώσω, νά ἐπιδοθῶ στήν μελέτη τους. Ὅταν ὅμως ἔγινα καλά λησμόνησα νά πραγματοποιήσω τίς σκέψεις μου, καί τά βιβλία ἔμειναν ἀδιάβαστα. Σέ δεκαπέντε χρόνια κοινοβίασα ἐδῶ καί ὁ ζῆλος μου γιά ἱερές ἀναγνώσεις ζωντάνεψε.
Ἀπεφάσισα λοιπόν νά παραγγείλω πάλι βιβλία στό Κίεβο καί ζήτησα γι᾿ αὐτό τήν εὐλογία τοῦ στάρετς. Τά λόγια του μοῦ δημιούργησαν κατάπληξι. «Γιατί νά παραγγείλης νέο κατάλογο; Μπορεῖς νά χρησιμοποιήσης τόν παλαιό».
Καί δέν μποροῦσα παρά νά ἐκπλαγῶ, ἐφ᾿ὅσον ὁ στάρετς ἀνθρωπίνως ἦταν ἐντελῶς ἀδύνατον νά γνωρίζη τήν παραγγελία πού εἶχα κάνει ἐγώ πρίν ἀπό δεκαπέντε χρόνια.
Πολλοί ἄνθρωποι ἀναφερόμενοι σέ μελλοντικά γεγονότα μπορεῖ νά ἀληθεύσουν στίς προβλέψεις τους. Κάνοντας διαφόρους ὑπολογισμούς προσδιορίζουν κάπως τήν πιθανή ἐξέλιξι τῶν πραγμάτων.
Ἀλλά τό μέλλον κρύβει καί ἀπροσδόκητες ἐκπλήξεις. Τό μάτι ὅμως τοῦ θεοφόρου στάρετς μποροῦσε νά διακρίνη καί ὅσα ξέφευγαν ἀπό κάθε δυνατή πιθανότητα.
Δύο ἀδελφές ἀπό τήν Πετρούπολι πῆραν τήν ἀπόφασι νά ταξιδεύσουν μέχρι τήν Ὄπτινα. Ἡ μεγαλύτερη ἦταν ἄνθρωπος κλειστός, σοβαρός καί θεοφοβούμενος -- ὅτι ἔπρεπε γιά μοναχή.
Ἡ μικρότερη, τύπος χαρούμενος καί ἐξωστρεφής, τό ἐντελῶς ἀντίθετο ἀπό τήν ἀδελφή της. Ἡ πρώτη θά ζητοῦσε ἀπό τόν στάρετς εὐλογία γιά νά γίνη μοναχή.
Ἡ δεύτερη, η χαρούμενη, γιά νά κάνη ἕναν εὐτυχισμένο γάμο -- ἦταν ἤδη μνηστευμένη. Ἔφθασαν στό κελλί του καί συζήτησαν τά θέμετά τους.
Καθώς τίς ἀποχαιρετοῦσε ὁ π. Ἀμβρόσιος δίνει σάν εὐλογία στήν μικρότερη, στήν χαρούμενη, ἕνα κομποσχοίνι! Κομποσχοίνι σ᾿ αὐτή πού ἑτοιμαζόταν γιά γάμο! Πρᾶγμα παράδοξο!
Καί στήν ἄλλη λέει: «Ἐσύ νά μή μιλᾶς γιά Μοναστήρι. Πρόκειται νά παντρευθῆς καί μάλιστα ἐδῶ κοντά».
Οἱ προβλέψεις τοῦ στάρετς φάνηκαν καί στίς δύο ἀδελφές περίεργες. Τελικά ὅμως δέν ἀστόχησαν. Ἐπιστρέφοντας ἡ μικρότερη στήν Πετρούπολι ἔμαθε κάτι τό θλιβερό εἰς βάρος τοῦ ἀρραββωνιαστικοῦ της.
Καταπικραμένη τότε ἐγκατέλειψε τόν κόσμο καί πῆγε σ᾿ἕνα Μοναστήρι ν᾿ἀφιερώση τήν ζωή της στόν οὐράνιο Νυμφίο. Στήν μεγαλύτερη ἐστάλη μία ἐπιστολή.
«Ἀφοῦἐνδιαφέρεσαι γιά τήν μοναχική ζωή -- τῆς ἔγραφε κάποια θεία της -- ἔλα στό Σαμορτῖνο νά τήν γνωρίσης. Ὑπάρχει ἐδῶ καλό γυναικεῖο Μοναστήρι».
Ἀλλά μία γνωριμία πού ἔκανε στό σπίτι τῆς θείας της εἶχε ὡς συνέπεια τόν γάμο. Τά πράγματα δηλαδή ἐξελίχθηκαν ὅπως ἀκριβῶς τά προεῖπε ὁ στάρετς.
Οἱ εὐσεβεῖς Χριστιανοί γονεῖς πάντοτε πρίν ἀπό κάθε σοβαρή ὑπόθεσι ζητοῦσαν τήν εὐλογία τοῦ π. Ἀμβροσίου.
Σέ θέματα ἀποκαταστάσεως τῶν παιδιῶν τους δέν προχωροῦσαν ποτέ χωρίς τήν ἔγκρισί του.
Τήν ἐνάρετη κόρη μιᾶς εὐγενοῦς χήρας, σέ κάποια πόλι τῆς ἐπαρχίας Σμολένσκ, πολλοί τήν ζητοῦσαν ὡς σύζυγο. Κάθε φορά πού ἡ μητέρα ἀνέφερε στόν στάρετς τήν περίπτωσι, ἐκεῖνος ἀπαντοῦσε:
«Μή βιάζεσθε. Νά περιμένετε». Κάποτε πού βρέθηκε ἕνα ἐκλεκτό καί σοβαρό πρόσωπο ἡ μητέρα παρακαλοῦσε εἰδικά τόν στάρετς νά δώση τήν εὐλογία του.
«Νά μή προχωρήσετε, ἀπήντησε ἐκεῖνος, γιατί τήν κόρη σου τήν περιμένει ἄλλος νυμφίος. Θά εἶναι τόσο ὑπέροχος, ὥστε ὅλοι θά ζηλέψουν τήν τύχη της. Ἄς περιμένουμε λίγο. Ἄς ἑορτάσουμε πρῶτα τό Πάσχα. Ὤ! τί ὡραῖα πού ἀνατέλλει ὁἤλιος τήν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως! Ἄς ἀπολαύσουν τά μάτια μας τό ἐξαίσιο θέαμα. (Ὀ στάρετς ἐστράφη τότε στήν κόρη -- ἦταν καί αὐτή παροῦσα). Πρόσεξε! Μή τό ξεχάσης!»
Τί ἐσήμαιναν ἆραγε τά αἰνιγματικά λόγια τοῦ στάρετς; Ὁ Κύριος εἶχε ἀποφασίσει νά καλέση κοντά Του τήν κόρη, ὅσο ἀκόμη φοροῦσε τόν παρθενικό χιτῶνα. Γι᾿ αὐτές τίς ἐξαιρετικές περιπτώσεις ἡ Γραφή σημειώνει: «Ἀρεστή ἦν Κυρίῳἡ ψυχή αὐτῆς» καί «Ἡρπάγη, μή κακία ἀλλάξῃ σύνεσιν αὐτῆς» (Σ. Σολομ. δ΄: 14, 11).
Μόλις ξημέρωνε τό Πάσχα, ἡ κόρη κοίταζε πρός τήν ἀνατολή. «Μητέρα! Μητέρα! ἀνεφώνησε μέ τά χέρια ἁπλωμένα. Βλέπω τόν Κύριο ἀνεστημένο ἐν δόξῃ. Μέ καλεῖ κοντά του. Θά φύγω πρίν ἀπό τήν ἑορτή τῆς Ἀναλήψεως». Ἔτσι καί ἔγινε. Μία ἑβδομάδα πρίν ἀπό τήν Ἀνάληψι, ἔπειτα ἀπό κάποια σύντομη ἀρρώστια ἡ κόρη ἀνεψχώρησε.
Ἡ παρθενική ψυχή της μέ τήν συνοδεία πασχαλινῶν ὕμνων ὡδηγήθηκε ἀπό τούς ἀγγέλους κοντά στόν ἀθάνατο Νυμφίο. Ὅ,τι εἶχε προβλέψει ὁ πνευματοφόρος στάρετς πραγματοποιήθηκε μέ κάθε λεπτομέρια. Καί τό ὅραμα καί τήν ὥρα καί τήν ἡμέρα καί τήν σύντομη ἀναχώρησι καί τούς οὐρανιους γάμους... ὅλα τά εἶχε ἰδεῖὁ προφητικός του ὀφθαλμός.
Ὑπῆρχαν περιπτώσεις πού ἡ παρέμβασις τοῦ στάρετς ἔσωζε ἀπό ἀνυπολόγιστα κακά. Τό περιστατικό πού θά διηγηθοῦμε θυμίζει λίγο τόν προφήτη Ἐλισσαῖο. Ὁ προφήτης αὐτός μέ τό ὀξύ του βλέμμα διέκρινε ἀπό μακρυά τίς ἐνέδρες τῶν Σύρων καί προστάτευε ἔτσι τόν Ἰσραήλ (Δ΄ Βασ. στ΄: 8 -12).
Κάποια φορά πού ἑτοιμαζόταν νά ἀναχωρήση ἀπό τήν Ὄπτινα ἕνας τεχνίτης, ὁὁποῖος ἐγκατέστησε τότε στόν Ναό ἕνα καινούργιο εἰκονοστάσιο, ὁ στάρετς εἶδε μέ τά προφητικά του μάτια ἕνα φοβερό θέαμα. Σ᾿ἕνα δάσος, κοντά στόν δρόμο, παραμόνευαν δύο ἄνδρες κρατῶντας μαχαίρια.
Ἦταν παλαιοί μαθητευόμενοι τοῦ τεχνίτου αὐτοῦ· ἐγνώριζαν πώς θά ἐπέστρεφε μέ ἀρκετά χρήματα καί περίμεναν νά περάση ἀπ᾿ἐκεῖ γιά νά τόν φονεύσουν.
Ἐνῶὁ τεχνίτης ἀποχαιρετοῦσε τόν στάρετς δέχθηκε μία πρόσκλησι: νά τόν ἐπσκεφθῆ πάλι τήν ἄλλη ἡμέρα τό πρωΐ καί νά πάρη ἕνα τσάΐ.
Ἐκεῖνος παρ᾿ὅλο πού βιαζόταν νά ἐπιστρέψη στήν πατρίδα του -- τόν ἐπίεζαν καί λόγοι ἐπαγγελματικοί -- δέν ἐτόλησε νά ἐρνηθῆ. Τό πρωΐ ὁ στάρετς τόν προσκάλεσε πάλι γιά τό ἀπόγευμα, τό ἀπόγευμα γιά τό ἄλλο πρωΐ καί μ᾿ αὐτόν τόν τρόπο τόν καθυστέρησε τρεῖς ἡμέρες ἀπό τό ταξείδι του.
Εἶναι ἀλήθεια πώς λυπήθηκε γιά τήν ἀργοπορία, ἀλλά δέν ἄργησε νά πανηγυρίζη γι᾿ αὐτήν, ὅταν πληροφορήθηκε πώς τρεῖς ἡμέρες καί τρεῖς νύχτες τόν παραμόνευαν γιά νά τόν σκοτώσουν.
α΄μέρος - Συνεχίζεται...
πό τό βιβλίο: “Ο ΟΣΙΟΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ”
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ.

Ο ΣΤΑΡΕΤΣ ΠΡΟΣΕΥΧΟΤΑΝ ΜΟΝΟΣ ΣΤΟΝ ΑΕΡΑ


ΟΣΙΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΣΑΡΩΦ 1

Η πριγκίπισσα Ε.Σ. είχε ένα ανηψιό που υπόφερε από τέτοια αδυναμία, ώστε δεν μπορούσε να περπατήση μόνος του. Τον έφερε λοιπόν με φορείο στο Σάρωφ και τον οδήγησε στον όσιο Σεραφείμ.

Ο στάρετς εκείνη την ώρα στεκόταν στην πόρτα του κελλιού του, σαν να περίμενε τον άρρωστο. Αφού μπήκαν μέσα, του είπε: -Θα προσευχηθούμε και οι δύο, χαρά μου, κι εσύ κι εγώ. Πρόσεξε όμως! Θα μείνης ξαπλωμένος όπως είσαι και δεν θα γυρίσης από το άλλο πλευρό. Ο νέος έμεινε πολλή ώρα σ’ αυτή τη θέση, μέχρι που εξαντλήθηκε η υπομονή του και θέλησε από περιέργεια να δει τι κάνει ο όσιος. Γυρίζει λοιπόν και βλέπει τον άγιο να προσεύχεται μετέωρος, στον αέρα! ‘Ηταν τόσο ξαφνικό και ασυνήθιστο το θέαμα, που έβαλε τις φωνές. Ο στάρετς τελείωσε την προσευχή, πλησίασε τον άρρωστο και του είπε: -Τώρα λοιπόν θα πης σε όλους ότι ο Σεραφείμ είναι ένας άγιος και προσεύχεται στον αέρα… Πρόσεξε! Μέχρι να πεθάνω, μην πης σε κανένα αυτό που είδες, διαφορετικά θ’ αρρωστήσεις πάλι. Ο νέος σηκώθηκε από το κρεβάτι. Στηριζόταν βέβαια σε άλλους, αλλά βγήκε από το κελί περπατώντας. Στον ξενώνα τον πολιόρκησαν με ερωτήσεις: -Τι σου έκανε, τι σου είπε ο π. Σεραφείμ; Προς γενική όπως κατάπληξη δεν τους είπε ούτε λέξη. Στην Πετρούπολη έφθασε τελείως υγιής! Μετά από καιρό, αφού πληροφορήθηκε ότι ο όσιος εκοιμήθη, φανέρωσε την εναέρια προσευχή του αγίου.

Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ

Ο στάρετς Στέργιος για τους κεκοιμημένους



 
Παράλληλα, σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, ο πατήρ Σέργιος ανέπτυξε έντονη δραστηριότητα προκείμενου να βοηθήσει το ποίμνιο που ο Θεός του εμπιστεύθηκε. Διέσχιζε ασταμάτητα το Παρίσι και τα προάστια με σκοπό να επισκεφθεί αρρώστους και ηλικιωμένους, να βοηθήσει απόκληρους, να παρηγορήσει θλιμμένους, να προπέμψει ετοιμοθάνατους.
Ανταποκρινόταν πάντοτε σε εκείνους που, σε οποιαδήποτε περίσταση, επιζητούσαν την παρουσία του, ας συμβουλές του και την προσευχή του. Έκανε τα πάντα για όλους και ήταν εξ ολοκλήρου διαθέσιμος, αφιερώνοντας στους άλλους τον χρόνο του χωρίς ποτέ να τον υπολογίζει. Έμενε στο σπίτι του μόνο όταν έπρεπε να απαντήσει στα πολυάριθμα γράμματα που του έστελναν ή για να συνομιλήσει στο τηλέφωνο επί ώρες με όλους εκείνους που, απ' τη Γαλλία και το εξωτερικό, ζητούσαν τη βοήθεια του.
Αυτή την αγάπη προς τον πλησίον ο πατήρ Σέργιος την εκδήλωνε και προς εκείνους που είχαν εγκαταλείψει τον παρόντα κόσμο: η προσευχή για τους κεκοιμημένους κατείχε ιδιαίτερη θέση τόσο μέσα στη ζωή του ως μοναχος, όσο και στη δραστηριότητα του ως ιερωμένου. 0 μεγάλος αριθμός των κεκοιμημένων που ήθελε να μνημονεύει κατά τη Λειτουργία της Κυριακής, είχε ως αποτέλεσμα η Προσκομιδή να ξεκινά γύρω στις οκτώ και μισή, και η Λειτουργία μετά τις έντεκα. 
Επιπλέον, κατά τις ημέρες που η Εκκλησία ιδιαίτερα μνημονεύει τους κεκοιμημένους, οι ακολουθίες διαρκούσαν πάντοτε περισσότερο στον ναό της Vanves, καθώς ο πατήρ Σέργιος συνήθιζε να διαβάζει από διάφορα φύλλα χαρτιού -κιτρινισμένα τα περισσότερα από την πολυκαιρία, και σχεδόν κατεστραμμένα από την πολυχρησία -ολόκληρες λίστες με ονόματα όχι μόνο οικείων του ή προσφάτως τεθνεώτων, αλλά και όλων των αποθανόντων ενοριτών από την αρχή ακόμη της συστάσεως της ενορίας, καθώς και ανθρώπων που γνώριζε από αλλού και οι οποίοι είχαν αποβιώσει. Έτσι, χιλιάδες ήταν αυτοί που μνημόνευε ο πατήρ Σέργιος και για τους οποίους επικαλούνταν τη λυτρωτική Χάρη του ελεήμονος Θεού.
Πράγματι, για τον πατέρα Σέργιο οι νεκροί ήταν πάντοτε παρόντες, και δεν υπήρχε καμιά ασυνέχεια ανάμεσα στον κόσμο των ζώντων και τον κόσμο των κεκοιμημένων. Όλοι, ζώντες και τεθνεώτες, βρίσκονται ταυτόχρονα μέσα στην Εκκλησία, που υπερβαίνει τον χρόνο, γιατί αποτελούν ζωντανά μέλη του Σώματος Εκείνου που είναι η Αιώνια Ζωή. Όλοι τους αξίζουν την ίδια προσοχή και την ίδια αγάπη ...

Απόσπασμα από το βιβλίο «Ο στάρετς Στέργιος» του Jean- Claude Larchet, Εκδόσεις Ακρίτας

Άγιος νέος ιερομάρτυς Πέτρος επίσκοπος Βορονέζ(+25 Ιανουαρίου 1929)


Ο αρχιεπίσκοπος Πέτρος του Βορονέζ γεννήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 1878.Ήταν ο μεγαλύτερος γιός του πρωθιερέως Κωνσταντίνου Ζβέρεβ(αργότερα πνευματικός της αγίας μαρτυρος και πριγκίπισσας Ελισαβέτ Φεοντόροβνα +18 Ιουλίου 1918).Στις 19 Ιανουαρίου 1900 εκάρη ιερομόναχος και το 1902 αποφοίτησε την Θεολογική Ακαδημία του Καζάν.Δίδαξε σε Θεολογικά σεμινάρια.Το 1910 έγινε αρχιμανδρίτης και ηγούμενος της Μονής της Μεταμορφώσεως στο Μπέλεβ-επαρχία Τούλας.Αναζωογόνησε την πνευματική ζωή της μονής και έμεινε σε αυτήν την θέση μέχρι το 1917.Κατά τον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο εμψύχωνε τους στρατιώτες στο μέτωπο.
Το Μπέλεβ δεν ήταν μάκρια από την Όπτινα και είχε επάφη με κάποιους από τους αγιασμένους στάρετς της Όπτινα.Ο Άγιος Ανατόλιος(Ποτάπωβ)έγραψε χαρακτηριστικά σε μια γυναίκα:«Με ρωτάς εαν μπορείς να εξομολογείσαι στον επίσκοπο Πέτρο.Ο Θεός να σε ευλογει.Είσαι τυχερή που ο Θεός σας έστειλε έναν τέτοιο επίσκοπο.
 Στις 21 Φεβρουαρίου/6 Μαρτίου 1918 έγινε ηγούμενος της Μονής Ζελτίκωβ στο Τβερ.Τότε βρέθηκε και το λείψανο του Αγίου Αρσενίου του Τβερ και ο επίσκοπος επιβεβαίωσε την αφθαρσία τους.
Στους ταραγμένους αυτούς καιρούς έγινε επίσκοπος κοντά στο Νίζνι Νόβγκοροντ στο Τβερ και το 1925 στο Βορονέζ.Όπου πήγαινε γινόνταν πολύ ενοχλητικός για τους λεγόμενους «ανανεωτές»(είχαν με την προτροπη των μπολσεβικων αποκοπεί από την επίσημη εκκλησία)Κάθε λίγο τον καλούσαν για ανάκριση.Ήταν πολύ φιλακόλουθος και πιστός τηρητής του τυπικού της εκκλησίας.Οι ακολουθίες κρατούσαν πολλές ώρες.Ήταν πολύ αγαπητός στους πιστούς και ιδιαίτερα από τα παιδιά.Είχε πνευματικές σχέσεις και με το Ντιβέεβο.Είχε γνωρίσει και την Αγία Παρασκευή(Πάσσα)την δια Χριστόν σαλή.Αυτή του είχε προφητέψει πως θα συλληφθεί τρεις φορές,όπως και έγινε.Τελικά πέθανε από τύφο στην Μονή του Σολοβέτς η οποία είχε μετατραπεί σε στρατόπεδο σηγκέντρωσης κυρίως για ιερείς και μοναχούς.Σύμφωνα με την μαρτυρία ενός πνευματικού του παιδιού λίγο πριν πεθάνει άκουσε μέσα στο κέλι έναν θόρυβο σαν πέταγμα πουλιών.Μετά εμφανίστηκαν μπροστά του οι Αγίες Βαρβάρα,Ανυσία και Ειρήνη.Λίγην ώρα πριν πεθάνει έγραφε πολλές φορές στον τοίχο:«Δεν θέλω να ζήσω άλλο.Ο Θεός με καλεί κοντά Του».Γράφοντας αυτές τις λέξεις εκοιμήθη στις 25 Ιανουαρίου/7 Φεβρουαρίου 1929.
Ο τάφος του Αγίου ιερομάρτυρος Πέτρου
Τα σώματα των αρρώστων τα πέταγαν σε έναν κοινό λάκκο.
Τρεις ιερείς πήραν την άδεια και τον έθαψαν χωριστά στο νησάκι Ανζέρ απέναντι απο τον ναό της Αναστάσεως.
Το λείψανο του Αγίου ιερομάρτυρος Πέτρου επισκόπου Βορονέζ

Την ώρα που τον κήδευαν ένα ουράνιο φως στάθηκε από πάνω του.Τον Ιούνιο του 1999 βρέθηκε το λείψανό του

Άγιος ιερομάρτυς Νίκων της Όπτινα (+25 Ιουνίου 1931)


Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νίκων, κατὰ κόσμον Νικόλαος, ἐγεννήθηκε στὶς 26 Σεπτεμβρίου 1888 στὴ Μόσχα ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους, τὸν Μητροφάνη καὶ τὴ Βέρα Μπελϋάεφ. Ἡ οἰκογένεια, μετὰ τὴν εὐλογημένη ἐπίσκεψη στὴν οἰκία τους τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κροστάνδης, ἔφερε τὸν Νικόλαο στὴ Σκήτη τῆς Ὄπτινα. Ἐδῶ ὁ Νικόλαος, στὶς 24 Μαΐου 1915, ἐκάρη μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Νίκων καὶ ἄρχισε τὸν ἀγώνα γιὰ τὴν πνευματικὴ ἄνοδο. Ἡ χειροτονία του εἰς διάκονον ἔγινε στὶς 30 Ἀπριλίου 1916 καὶ ἡ εἰς πρεσβύτερον στὶς 3 Νοεμβρίου 1917.
Τὰ χρόνια ὅμως ἦταν δύσκολα. Τὸ νέο καθεστὼς προέβαινε σὲ συλλήψεις καὶ φυλακίσεις Χριστιανῶν. Ἔτσι ἡ πρώτη σύλληψη τοῦ Νίκωνος γίνεται τὸ 1919. Μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσή του, ἐπέστρεψε καὶ πάλι στὴν Ὄπτινα. Ἀλλὰ οἱ ἀρχὲς ἔκλεισαν τὴ μονὴ καὶ τὸν ἀγροτικὸ συνεταιρισμὸ αὐτῆς καὶ τὴν μετέτρεψαν σὲ μουσεῖο.
Μετὰ ἀπὸ πολλὲς περιπέτειες ὁ Νίκων συλλαμβάνεται καὶ φυλακίζεται στὸ στρατόπεδο Κεμπερμπούνκτ. Ἐδῶ παρέδωσε, ἀσθενής, μετὰ ἀπὸ κακουχίες, τὸ πνεῦμά του στὸν Κύριό του, τὸ 1931, ἀφοῦ μετέλαβε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.

Ρώσοι ηρωικοί παπάδες δολοφονημένοι (νεομάρτυρες) το 1993


Ρώσοι ηρωικοί παπάδες δολοφονημένοι (νεομάρτυρες) το 1993


Χωρίς χριστιανούς που θυσιάζονται για το Χριστό (άρα και για τον πλησίον), Εκκλησία δεν υπάρχει - ή, πιο σωστά, η Εκκλησία είναι συμβιβασμένη. Σωστή Εκκλησία είναι πάντα η επικίνδυνη Εκκλησία, που συγκρούεται με το Κακό και, επειδή δεν τραβάει σπαθί, δίνει το αίμα της.
Σήμερα, στις αραβικές χώρες αναδεικνύονται πολλοί μάρτυρες και ομολογητές, που ανήκουν οι περισσότεροι σε προτεσταντικές Ομολογίες. Καταπιέζονται από τους μουσουλμάνους και κάποιοι βασανίζονται και θανατώνονται, μερικές φορές μάλιστα αυτή την τύχη την έχουν νεαρές κοπέλες, που βασανίζονται από την ίδια την οικογένειά τους! Εύχομαι ο Θεός να τους κατατάξει όλους με τους αγίους Του.
Στο post αυτό θα παρουσιάσουμε 4 Ορθόδοξους μάρτυρες, από εκείνους που έχουν μαρτυρήσει τα τελευταία χρόνια. Το παράδειγμά τους είναι πολύ χρήσιμο για μας, για να έχουμε θάρρος και να αγωνιζόμαστε προσευχόμενοι στο Χριστό, για χάρη του Χριστού και των αδελφών μας. Οι άγιοι ας μεσιτεύουν για μας.
Σ' αυτό το χώρο ανεβάζουμε κείμενα για σύγχρονους μάρτυρες.

Οι νεομάρτυρες της μονής Όπτινα (Πάσχα 1993)


"Θα ήθελα να πεθάνω το πάσχα, κάτω από τους ήχους της καμπάνας"
Νεομάρτυρας Βασίλειος της Όπτινα (από εδώ)


Στις 12 Νοεμβρίου 1987 η σοβιετική κυβέρνηση υπέγραψε την απόδοση του φημισμένου για τους αγίους στάρετς του, μοναστηριού της Όπτινα στην ρωσική εκκλησία. 
[Προσθήκη του blog μας: εξαιρετικά σημαντικό μοναστήρι της Ρωσίας, που ιδρύθηκε από πρώην ληστή, που μετανόησε. Το 19ο αιώνα ώς τις αρχές του 20ου -που το έκλεισε το αθεϊστικό καθεστώς της ΕΣΣΔ- στήριξε απίστευτα το ρωσικό λαό και έδωσε περίπου 15 μεγάλους διορατικούς και θαυματουργούς αγίους γέροντες, δηλ. (στα ρωσικά) "στάρετς". Ο τελευταίος χρονικά είναι ο άγ. Νεκτάριος της Όπτινα, για τον οποίο βλ. εδώ.  Στην Όπτινα μόνασε και ο άγιος Γέροντας Νικόλαος ο Τούρκος, πρώην μουσουλμάνος, για τον οποίο αξίζει να διαβάσεις, π.χ. εδώ].

Οι άγιοι της Όπτινα (χωρίς τους 3 νεομάρτυρες φυσικά), από εδώ, όπου και σχετικό post.

Σχεδόν πεντέμιση χρόνια μετά, το βράδυ του Πάσχα του 1993, ένας σατανιστής έσφαξε με δίκοπο μαχαίρι -επάνω στο οποίο ήταν χαραγμένο το «666» και η λέξη «σατανάς»- τον ιερομόναχο Βασίλειο Ροσλιακώφ και τους μοναχούς Θεράποντα Πουσκάρεφ και Τρόφιμο Ταταρίνωφ. Η σφαγή έγινε με «επαγγελματικό» τρόπο, ώστε τα θύματα να υποφέρουν,αιμορραγώντας επι πολύ πριν ξεψυχήσουν.
Νομίζω πως αξίζει να δείτε και ν' ακούσετε την παρουσίαση καθώς μεταφέρει όλη την κατανυκτική ατμόσφαιρα του μοναστηριού.
Το βίντεο περιλαμβάνει αποσπάσματα από το ντοκυμαντέρ «Ο Γολγοθάς τής Όπτινα», των Αλεξέι Ντενίσοφ και Μπόρις Κοστένκο, οι οποίοι ήσαν προσκυνητές στην Όπτινα την βραδυά της σφαγής. Έτσι το βίντεο περιέχει εικόνες που ελήφθησαν την ίδια μέρα των φόνων και μάλιστα φαίνεται και το μαχαίρι των που έχει χαραγμένο το 666 πάνω του.


Τραγούδι γραμμένο από τον ιερομόναχο Ραφαήλ (Αλεξέι Ρομανώφ) για τους νέους οσιομάρτυρες της αγιοτόκου μονής της Όπτινα, Βασίλειο, Τρόφιμο και Θεράποντα, που εσφάγησαν από έναν ταλαίπωρο σατανιστή στις 18 Απριλίου 1993, παραμονές του Πάσχα.

Ο π. Βασίλειος

Προσθήκη του blog μας: Οι τρεις μοναχοί, όπως αναφέρεται στα βιογραφικά τους, που παρουσιάζονται εδώ & εδώ, ήταν πραγματικοί αγωνιστές της ορθόδοξης αγιότητας. Αγνά παληκάρια, που πάλεψαν ενάντια στα πάθη τους, για να καθαρίσουν την καρδιά τους και να τη γεμίσουν αγάπη. Ο π. Βασίλειος (γεννημένος το 1960, δηλ. δολοφονήθηκε 33 ετών) ήταν εξαίρετος εξομολόγος και πνευματικός πατέρας, που είχε στηρίξει πολλούς ανθρώπους στις δυσκολίες της ζωής τους και στις ηθικές πτώσεις τους. 
Ο π. Θεράπων (μαρτύρησε 36 ετών) σπούδασε 5 χρόνια πολεμικές τέχνες της Ανατολής, τις οποίες όμως εγκατέλειψε διαπιστώνοντας ότι, για να εμβαθύνει, έπρεπε να ασχοληθεί με το μυστικισμό και τη λατρεία των ανατολικών θρησκειών. Στη συνέχεια όμως επιπόλαια ασχολήθηκε με τη μαγεία, με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του! Επανήλθε στη ζωή μετά από όραμα αγγέλου και αυτό ήταν η αιτία που έγινε μοναχός - γνήσιος ορθόδοξος αγωνιστής.


Ο π. Θεράπων

Ο π. Τρόφιμος (39 ετών) ήταν τόσο καλός και γεμάτος αγάπη, που "κάθε άνθρωπος τον θεωρούσε ως τον καλύτερο φίλο του". Καθοδήγησε κι αυτός πολλούς ανθρώπους στην προσευχή και στον αγώνα ενάντια στα πάθη τους.
Μετά το μαρτύριό του, κάποιοι ντόποιοι αγρότες άρχισαν να παίρνουν χώμα από τον τάφο του και να ραντίζουν τα περιβόλια τους, πιστεύοντας ότι ο άγιος θα τους βοηθήσει να καταπολεμήσουν τα παράσιτα, όπως τους βοηθούσε συχνά σε δύσκολες εργασίες όταν ήταν στη ζωή. Έτσι ο π. Τρόφιμος έγινε, στη λαϊκή συνείδηση, ένας άγιος των γεωργών και αυτό έχει μεγάλη σημασία φυσικά, γιατί η αγιότητα αναγνωρίζεται πρώτα από το λαό και έπειτα από την "επίσημη" Εκκλησία.

Ο π. Τρόφιμος

Σημείωση του αρχικού blog: Ευχαριστώ την φίλη Άννα από τη Μόσχα για την βοήθεια.
Ο καλός Θεός ας δεχθεί ως θυσία ευπρόσδεκτη τα αίματα των νέων μοναχών, ας δίνει παρηγοριά στους οικείους των νεομαρτύρων, μετάνοια στον ταλαίπωρο φονιά και σε όλους μας με τις ευχές των αγίων.

Εικόνα των τριών Νεομαρτύρων, από εδώ.

Ο νεομάρτυρας π. Νέστωρ του Ζάρκι (31 Δεκ. 1993)


Είναι παρήγορο ότι στην εποχή μας υπάρχουν ακόμη άγιοι, για να μας εμπνέουν, να μας όδηγούν και να μας δίνουν την ελπίδα ότι κι εμείς μπορούμε στους δύσκολους χρόνους που ζούμε να γίνουμε άγιοι. Ένας από τους πολλούς νεομάρτυρες της σύγχρονης εποχής είναι και ο π. Νέστωρ πού γεννήθηκε το 1960, σε μία επαρχία της Κριμαίας, στη νότια Ρωσία.
Από πολύ μικρός ο Νέστωρ εξασκήθηκε στις πολεμικές τέχνες, στην πάλη και στην πυγμαχία και ξεχώριζε από τους συνομηλίκους του. Είχε όμως παράλληλα μέσα του και μία καλλιτεχνική φλέβα, την οποία εξάσκησε στη ζωγραφική, αλλά και στην αγιογραφία, όπου τον μύησαν μεγάλοι ζωγράφοι στην πόλη της Οντέσσα [Oδησσό], όπου πήγε στα 20 χρόνιά του για να εξασκήσει το ταλέντο του. Βρισκόμαστε στις αρχές του 1980 στην Κομμουνιστική Ρωσία με την χριστιανική πίστη πραγματικά ξεχασμένη από τον πόλεμο του καθεστώτος. Καθώς ο Νέστωρ αγιογραφούσε τις μεγάλες οσιακές μορφές της χιλιόχρονης ορθόδοξης ιστορίας, η ψυχή του εμπνεύσθηκε και ένας πόθος άναψε μέσα στην ψυχή του, να φύγει από την ματαιότητα του κόσμου και να ενωθεί με τον Θεό. Έφυγε λοιπόν για το μοναστήρι του Πότσαεβ, πού χρονολογείται από τον 13ο αιώνα, κι εκεί άρχισε να αγωνίζεται με όλη του την καρδιά σαν μοναχός.

 
Το καθεστώς των λιγοστών μοναστηριών που υπήρχαν τότε, το ρύθμιζε η Κυβέρνηση και οι μοναχοί έπρεπε να ήταν εγγεγραμμένοι στο κόμμα. Όταν έφθασε ο Νέστωρ, άρχισε παράλληλα και ο διωγμός του μοναστηρίου και από τους μοναχούς, άλλους τους εξόριζαν, άλλους τους έστελναν σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως και άλλους «απλά εξαφανίζονταν». Ο Νέστωρ ήξερε ότι θα κατέληγε ή στην φυλακή ή στο θάνατο. Αλλά συνέχισε τον αγώνα του, γιατί είχε γενναία ψυχή και δυνατό χαρακτήρα. Γρήγορα τον χειροτόνησαν ιερομόναχο, σε σχετικά μικρή ηλικία.
Ο γέροντάς του, π. Ιωάννης Κριστιάνκιν, τον συμβούλεψε να φύγει για το απόμερο χωριό Ζάρκι. Όταν έφθασε λοιπόν στον προορισμό του, διαπίστωσε ότι το χωριό βρισκόταν περικυκλωμένο από τεράστιες εκτάσεις ερημικές πού σχεδόν όλο το χειμώνα ήταν πλημμυρισμένες και μόνον το καλοκαίρι είχε πρόσβαση να φτάσεις εκεί. Εγκαταστάθηκε αμέσως στην παλιά εκκλησία του χωριού πού πλέον θα υπηρετούσε, πού είχε πολλές αρχαίες εικόνες. Ο π. Νέστωρ δεν ξέχασε ποτέ ότι χάρις σ’ αυτές τις εικόνες ήταν πού εμπνεύστηκε και αγάπησε τον Θεό. Από τότε πού είδε τις άγιες μορφές, ανδρών και γυναικών, η φλόγα για την άλλη ζωή κοντά στο Χριστό έκαιγαν την ψυχή του. Κοιτώντας το πρόσωπο του Χριστού στις άγιες εικόνες έβλεπε κι ένοιωθε την αιώνια ζωή μέσα του. Υπήρχε μία προφητεία δύο διά Χριστόν σαλών, πού είχαν μαρτυρήσει σε αυτήν την εκκλησία, πού έλεγε: «Ο ιερέας πού θα υπηρετήσει εδώ μέχρι το τέλος θα σωθεί». Είχαν προφητεύσει οι σαλοί πριν τους σκοτώσουν. Ο π. Νέστωρ αγνοούσε την προφητεία, αλλά ένοιωθε ιερό δέος μέσα στην ατμόσφαιρα της εκκλησίας αυτής, αγάπησε τον χώρο με όλη του την καρδιά και αποφάσισε να μείνει εκεί μέχρι το τέλος της ζωής του.
Όπως ακριβώς μας προειδοποίησε ο Χριστός μας, ότι αφού Εκείνον έδιωξαν κι εμάς θα διώξουν, έτσι και ο π. Νέστωρ από την αρχή πού ανέλαβε τα νέα του καθήκοντα, αντιμετώπισε διώξεις, θλίψεις και κινδύνους. Κάποιοι ντόπιοι ταραχοποιοί, πού τον έβλεπαν ειρωνικά και καχύποπτα, τον ενοχλούσαν συνεχώς και τον απειλούσαν. Μια μέρα, καθώς μετέρεφε κάποια επίσημα έγγραφα, ενώ περίμενε στη στάση του λεωφορείου, τρεις μεθυσμένοι νεαροί τον πείραζαν λέγοντας του: «Δείξε μας τον σταυρό σου», τον περιέπεζαν και προσπαθούσαν να του αρπάξουν το σταυρό. Ο π. Νέστωρ, επειδή ήξερε από πολεμικές τέχνες, μπορούσε και απέφευγε τα κτυπήματα τους, αλλά κάποια στιγμή ο ένας από αυτούς κατάφερε και τον χτύπησε στο πρόσωπο. Όταν έφθασε η αστυνομία, ο Νέστωρ ζήτησε να μή συλλάβουν τους ταραχοποιούς. Ένα μήνα μετά, ο νεαρός πού τον είχε χτυπήσει, ήλθε και του ζήτησε συγγνώμη. Τον έλεγαν Αντρέα και του ανακοίνωσε ότι αποφάσισε να μείνει μαζί του, ακολουθώντας την ασκητική του ζωή.
Με το νεανικό του ζήλο, ο π. Νέστωρ, έφερε και πάλι ζωή στο απόμερο χωριό του Ζάρκι. Βοηθούσε παράλληλα και τα γύρω χωριά, κηρύττοντας και υπενθυμίζοντας στους Ρώσους τις χριστιανικές τους ρίζες. Η βοήθειά του όμως απλωνόταν, όχι μόνο στους χριστιανούς, αλλά και στους μή χριστιανούς. Περπατούσε περισσότερα από δώδεκα μίλια καθημερινά για να βλέπει τα πνευματικά του παιδιά στη γύρω περιοχή και κατά τη διάρκεια αυτής της ατελείωτης πεζοπορίας έκανε προσευχή και ένοιωθε το δέος της ενώσεώς του με τον Θεό, γινόμενος ένα μαζί Του. Έφθασε μέχρι την Γεωργία, ταξιδεύοντας και προσπαθώντας να κηρύξει και να διαδώσει το φως και την αλήθεια του Χριστού. Μάλιστα σ΄ αυτήν την εμπόλεμη χώρα ένοιωσε τη λαχτάρα μέσα του να μαρτυρήσει για τον Χριστό, μένοντας εκεί, αλλά ο πνευματικός του τον συμβούλεψε ότι έπρεπε να γυρίσει στα πνευματικά του παιδιά. Γιατί καμιά μάνα δεν θα εγκατέλειπε τα παιδιά της για να τρέξει να μεγαλώσει άλλα παιδιά. Επέστρεψε λοιπόν στη Ρωσία, αντιμέτωπος και πάλι με τις δυσκολίες, τους διωγμούς, τις ζήλειες, το μίσος και τις συμμορίες των ληστών, πού λεηλατούσαν και άρπαζαν τα κειμήλια των εκκλησιών.
Το 1993 έφθασε η είδηση ότι τρεις μοναχοί στο ξακουστό μοναστήρι της Όπτινα, στην Κεντρική Ρωσία, πού από το 14ο αιώνα ήταν το πνευματικό κέντρο της Ρωσίας, δολοφονήθηκαν άγρια, με αμέτρητες μαχαιριές, το βράδυ της Αναστάσεως. Η νεκροψία έδειξε ότι η δολοφονία ήταν μέρος ενός τελετουργικού τυπικού και το ματωμένο μαχαίρι πού βρέθηκε είχε χαραγμένο το 666. Όπως ομολόγησε ένας από τους δράστες πού συνελήφθη αργότερα, επίτηδες σκότωσαν τους μοναχούς στα πλαίσια μιας σατανικής λατρείας.
Ο π. Νέστωρ συχνά μιλούσε γι’ αυτούς τους μάρτυρες και ποθούσε να τους ακολουθήσει, ποθούσε κι εκείνος το στεφάνι του μαρτυρίου. Όταν ένας φίλος του του είπε ότι είναι καλύτερα να υποφέρεις μακροχρόνια και να υπομένεις τις δοκιμασίες της ζωής, ο π. Νέστωρ του απάντησε ότι ο πόθος του για το στεφάνι του μαρτυρίου ξεκινά από τον πόθο του να ανταποδώσει στο Χριστό, έστω λίγο από όσα Εκείνος του χάρισε, δίνοντας του ζωή, άφού παλιά ζούσε απρόσεκτα και μόνον για τον εαυτό του. Η ψυχή του π. Νέστορα ήταν όλο φωτιά. Αυτήν την φωτιά της πίστης πού καίει για την άλλη ζωή. Δεν έβλεπε τον θάνατο σαν τέρμα, άλλά σαν άρχή και η πίστη του ήταν τόσο βαθειά, ώστε προσευχόταν να υποφέρει, να πεθάνει, όχι σαν αποφυγή της ζωής, άλλά για να σταυρωθεί κι εκείνος για τον Χριστό.


Την επόμενη φορά που οι ληστές εισέβαλαν πάλι στην Εκκλησία του, αποφάσισε ότι έπρεπε να κάνει κάτι πιο δραστικό. Ακολούθησε μέσα στο χιόνι τις ροδιές από το αυτοκίνητο, μέχρι τα βάθη της ερημιάς. Ένας άνθρωπος ξεπήδησε τότε από το αυτοκίνητο και άρχισε να τον κτυπάει. Και πάλι όμως, χάρις στις γνώσεις του στις πολεμικές τέχνες, κατάφερε να τον αποφύγει και να κρατήσει το νούμερο του αυτοκινήτου. Έτσι η αστυνομία βρήκε τους ληστές και οι εικόνες επεστράφησαν στη θέση τους. Η μαφία όμως πού συντηρούσε αυτές τις συμμορίες ήταν πολύ δυσαρεστημένη και βασικά συνέχιζε τις λεηλασίες και τις κλοπές. Άρχισαν παράλληλα και απόπειρες δολοφονίας του π. Νέστορα, ο όποιος κάθε βράδυ φύλαγε σκοπιά στην εκκλησία για να μην κλαπούν οι πολύτιμες εικόνες.
Ένα βράδυ κουκουλοφόροι, με πυροβόλα, του επιτέθηκαν μέσα στην εκκλησία, αλλά εκείνος γλύτωσε φεύγοντας από το παράθυρο στο σημείο ακριβώς πού λίγο αργότερα έμελλε να μαρτυρήσει. Ο π. Νέστωρ καταλάβαινε ότι κάθε μέρα μπορεί να ήταν και η τελευταία του. Με περισσότερο ζήλο έδινε στον καθένα από τους ενορίτες του την ίδια του την ψυχή κι εκείνοι έτρεχαν κοντά του, βρίσκοντας παρηγοριά. Κάποιες φορές απομονωνόταν για δύο με τρεις μέρες, θέλοντας να νηστέψει και να προσευχηθεί, παίρνοντας έτσι δύναμη για να συνεχίσει.
Όλη αυτή η άσκηση, ο ζήλος και η αγάπη του στον Θεό και στον άνθρωπο του χάρισαν μια απλότητα πού προερχόταν από την εμπιστοσύνη του στο Θεό. Δεν φοβόταν τίποτα. Ήταν σπάνιος άνθρωπος, ο όποιος έδωσε ολοκληρωτικά τον εαυτό του στο θέλημα του Θεού. Είχε σπάσει «τον τοίχο» πού απομονώνει τον άνθρωπο από τον Θεό κι έτσι ο Θεός έγινε μια ζωτική δύναμη μέσα του. Όπως δηλώνει ένας από τους φίλους του, συχνά ο π. Νέστωρ επαναλάμβανε «νά υποφέρεις για τον Χριστό, αυτή είναι η μεγάλη χαρά». Μιλούσε για τον αόρατο πνευματικό πόλεμο πού ενεργείται στις ημέρες μας και δήλωνε έτσι έτοιμος για το θάνατο. Ήταν 31 Δεκεμβρίου του 1993 όταν ο ιερομόναχος π. Νέστωρ βρέθηκε νεκρός έξω από το παράθυρο του σπιτιού του με το λαιμό κομμένο και με πλήθος μαχαιριές. Η δολοφονία του δεν ήταν απλά εκδίκηση, αλλά μία στρατηγική κίνηση για τον πνευματικό πόλεμο πού διεξάγεται σε ολόκληρο τον κόσμο.
Όσο οι δυνάμεις του σκότους αυξάνουν, τόσο το Φως γίνεται πιο ορατό. Η ζωή του ιερομόναχου π. Νέστορα δεν δηλώνει ήττα, άλλά θρίαμβο στη δικαιοσύνη του Θεού. Το μαρτύριο για την αλήθεια είναι το μεγαλύτερο υψος πού μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος. Ο ιερομόναχος π. Νέστωρ μεταβέβηκε από τον θάνατο στη ζωή σε ηλικία μόλις 33 ετών, την ϊδια ηλικία πού είχε και ο Χριστός μας όταν σταυρώθηκε…

Το απολυτίκιον του Αγίου

«Της Ρωσίας το φέγγος και Κριμαίας το βλάστημα, Ιερομαρτύρων την δόξαν, πάτερ Νέστωρ τιμήσωμεν σφαγείς γάρ τω ναώ για τον Χριστόν, άρτίως καταυγάζεις εν Ζάρκι το χωρίον και συνάγεις ορθοδόξους απανταχόθεν ανακράζοντας. Δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ· δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω σε προστάτην θαυμαστόν τοις έθνεσιν δείξαντι».

(Από το περιοδικό «Μοναχική Έκφραση», Μάρτιος-Απρίλιος 2006)

Πηγή: Τετραμηνιαίο Τεύχος Ορθοδόξου Πνευματικής Οικοδομής «Όσιος φιλόθεος της Πάρου, ο ασκητής και ιεραπόστολος», Τεύχος 24, Θεσσαλονίκη Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 2008.